Ηλεία Συνεντεύξεις

Χάρης Μικελόπουλος: «Rex – Ακροβάτης: Από το πρωινό ως την νύχτα ένας χώρος πρέπει να σου φτιάχνει την διάθεση…»

Ακούστε το άρθρο

Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που είναι ικανοί να μεταμορφώσουν τη ζωή σου. Είναι ο τρόπος τους να δείχνουν μια άλλη οπτική των πραγμάτων. Ο Χάρης Μικελόπουλος δεν μεταμορφώνει ζωές, μεταμορφώνει όμως χώρους με πιο πρόσφατο παράδειγμα το «Rex – Ακροβάτης» στην κεντρική πλατεία του Πύργου… έναν χώρο με τον οποίο συνδέεται πολύ στενά ο ίδιος (σ.σ. η ιδιοκτησία ανήκει σε συγγενικά πρόσωπα)…

Μίλησε μας για την τελευταία σου δουλειά… την μεταμόρφωση του «Rex – Ακροβάτης»… ποιος ήταν ο στόχος για τον χώρο; Θαρρείς επετεύχθη;

Στόχος ήταν η ριζική αλλαγή και η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας χώρος που θα ανταποκρίνεται τόσο στο ύφος της νέας επιχείρησης όσο και στις απαιτήσεις του κόσμου. Κυρίαρχα στοιχεία της διακόσμησης η αποκάλυψη της πέτρας του κτιρίου που γίνεται για πρώτη φορά μετά από εκατόν τριάντα περίπου χρόνια, τα ζεστά χρώματα κι ένας ακροβάτης-σήμα κατατεθέν, που ισορροπεί ψηλά, πάνω από τους θαμώνες. Πιστεύω πως φτάσαμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα μετά από αρκετό καιρό εργασιών, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τον μεγαλύτερο χώρο ψυχαγωγίας στον Πύργο κι ο οποίος θα λειτουργεί σε δυο φάσεις, αυτή των καθημερινών ημερών με έναν έξυπνο τρόπο διαχωρισμένος και έπειτα ως ενιαίος που ακόμα δεν έχει φανεί…

«Ακροβάτης» λοιπόν… για ποιο λόγο επιλέχθηκε το συγκεκριμένο όνομα;

Αλλαγή ονόματος, αλλαγή διάθεσης, θεματικός χαρακτήρας του χώρου. Η Ιωάννα ήρθε μια μέρα και μου λέει το βρήκα το όνομα, είναι ένα τραγούδι που αγαπώ «Ο ακροβάτης». Κι έτσι ήρθε για να ισορροπήσει σε τεντωμένο σχοινί. Εκείνο που δεν γνώριζαν τα παιδιά, είναι ότι στα 1935 στον ίδιο χώρο κι εκεί ακριβώς που σε ένα συρματόσχοινο τοποθετήσαμε τον Ακροβάτη τώρα, ο πατέρας μου Βάσος, θυμήθηκε ότι σε ηλικία πέντε ετών τότε -κι ενώ λειτουργούσε ο παππούς μου το καφενείο «Ερμείον»- ακροβάτες έκαναν  τα νούμερα τους ένα βράδυ και του έχει μείνει στο μυαλό σαν μαγική εικόνα. Όπως επίσης ακροβατικά νούμερα έκανε στην σκηνή του «REX» η Μαρίκα Νίνου μαζί με τον άντρα της και το μικρό γιό τους πριν ακόμα ξεκινήσει το τραγούδι και γίνει η πασίγνωστη ρεμπέτισσα. Τελικά υπάρχει πάντα μια ιστορία μέσα από αυτό τον χώρο που έρχεται από το παρελθόν να δέσει τόσο καλά με το παρόν.

Ποια αίσθηση θέλεις ν` αφήνουν στους ανθρώπους οι χώροι που δημιουργείς;

Της ηρεμίας, της χαλάρωσης και της ευχαρίστησης. Αυτό θέλουμε όλοι, είτε πρόκειται για κατοικία είτε για επαγγελματικό χώρο. Από το πρωινό ως την νύχτα ένας χώρος πρέπει να σου φτιάχνει την διάθεση, να σου είναι οικείος, να βλέπεις τις αλλαγές κατά την διάρκεια των ωρών του 24ώρου και να νιώθεις πάντα ότι είναι ο χώρος σου και τον απολαμβάνεις.

Τι διαφορά έχει ένας χώρος διασκέδασης, ένας δημόσιος δηλαδή χώρος, από έναν ιδιωτικό;

Ο ιδιωτικός χώρος απευθύνεται σε ελάχιστους ανθρώπους, μια οικογένεια π.χ. Ενώ ένας δημόσιος χώρος σε εκατοντάδες. Εκεί πρέπει να κερδίσεις το στοίχημα και να συγκεράσεις ετερόκλητα κοινά, απόψεις κι απαιτήσεις. Καθόλου εύκολο αν δεν το σκεφτείς πολύ καλά. Ποτέ δεν μπορείς να έχεις θετική κρίση από το 100% των ανθρώπων καθώς τα γούστα διαφέρουν. Στόχος να πιάσεις ίσως το 60-80%,τότε έχεις κάνει καλή δουλειά μάλλον!

Ποια είναι η πρώτη συμβουλή που δίνεις σε κάποιον που θέλει να αλλάξει το χώρο του;

Ρωτώ πρώτα τι έχει σκεφτεί και τι ζητά. Από κει και πέρα του λέω να με ακούσει. Ο πελάτης πρέπει να ακούει τον διακοσμητή. Ακόμα κι αν αμφιβάλει, κάτι παραπάνω ξέρει, ο καθένας στο είδος του. Μπορεί να φοβάμαι τον γιατρό να μου κάνει εγχείριση, αλλά το πως να την κάνει, δεν θα του το πω εγώ! Από κει και πέρα όλα έρχονται για ένα καλύτερο αποτέλεσμα.

Τι είναι αυτό που αγαπάς περισσότερο στη δουλειά σου;

Η δημιουργία, να παίρνεις έναν χώρο από το μηδέν και να τον μεταμορφώνεις. Κι έπειτα τα χαμόγελα των ανθρώπων που μένουν ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Αυτό και μόνο αρκεί.

Τι σε εμπνέει;

Οτιδήποτε διεγείρει τις αισθήσεις. Από τα χρώματα της φύσης, την μουσική ως τους ανθρώπους. Εξάλλου όταν σκέφτομαι πως θα κάνω έναν χώρο ακούω μουσική… χωρίς αυτήν είναι σαν να μην έχεις ρίξει αλάτι στο φαγητό. Μπορεί να τρώγεται μεν, αλλά δεν νιώθεις δε…

ΒΙΟ

Ο Χάρης Β. Μικελόπουλος γεννήθηκε το 1973 στον Πύργο όπου και μεγάλωσε. Η ζωγραφική, το σχέδιο, οι εικόνες, τον οδήγησαν στο να σπουδάσει στο Αkto Αrt & Design College στην Αθήνα, Αρχιτεκτονική και Διακόσμηση Εσωτερικών-Εξωτερικών Χώρων. Μετά τις σπουδές του, επέστρεψε στον Πύργο όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως διακοσμητής με δικό του γραφείο. Γνωρίζει Αγγλικά από ανάγκη, όπως ο ίδιος δηλώνει, και Ιταλικά από ευχαρίστηση, ενώ έχει συγγράψει και δυο παιδικά βιβλία.

Όλη η επικαιρότητα