Αρθρογραφία

Ο δικομματισμός δεν είναι κατάρα, είναι ανάγκη

24795b9d45550d61cc9f6bee7a09a629_xl.jpg
Ακούστε το άρθρο

Επειδή τα Καταστατικά των κομμάτων δεν επιτρέπουν την έκφραση  διαφορετικής  άποψης  από αυτήν του αρχηγού και διαγράφεται όποιος  τολμήσει , έχει γίνει κοινή πρακτική ότι, αν ένας βουλευτής θέλει να εκφραστεί διαφορετικά  από την ηγεσία του, πρέπει να ανεξαρτητοποιηθεί ή να δημιουργήσει δικό του κόμμα. Αποτέλεσμα, να έχουμε μια πληθώρα από ανεξάρτητους βουλευτές και πλειάδα μικρά κόμματα, στα οποία βρίσκουν καταφύγιο οι δυσαρεστημένοι των μεγάλων κομματικών παρατάξεων. Έτσι,  λόγω του αναλογικού εκλογικού συστήματος, υπάρχει πιθανότητα στις επόμενες εκλογές να έχουμε μια Βουλή με 10 κόμματα. Σε μια χώρα με δημοκρατική παράδοση, αυτό δεν θα μπορούσε  να  αποτελέσει εμπόδιο για μια αποτελεσματική κυβέρνηση συνεργασίας. Στη χώρα μας όμως, που επικρατεί η κουλτούρα της κομματικής πόλωσης και μια συνεργασία κομμάτων αποτελεί ανάθεμα, μια 10κομματική βουλή μπορεί να προκαλέσει ακυβερνησία. Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν, αν  όλες οι κομματικές παραφυάδες  των μεγάλων κομμάτων εισέλθουν στη Βουλή,  οι εκλογές δεν θα λύσουν τα υπάρχοντα προβλήματα, αλλά απεναντίας θα τα περιπλέξουν. Σε αυτή τη περίπτωση, αυτή η ψήφος προς τα μικρά κόμματα, στη πραγματικότητα, πάει στράφι.

       Όλοι ξέρουμε πως όταν είμαστε συναισθηματικά φορτισμένοι δεν μπορούμε να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις, είτε αυτό είναι μίσος, είτε ζήλια είτε ακόμα και αγάπη.  Επομένως, η ψήφος μας που έχει σαν αφετηρία, εστω  και το δικαιολογημένο θυμό μας και ρίχνεται στη κάλπη για να τιμωρήσει τους πολιτικούς μας, αυτή η ψήφος δεν πληροί απολύτως το σκοπό για τον οποίο γίνονται οι εκλογές, για τον εξής λόγο. Γιατί οι εκλογές δεν γίνονται για στατιστικούς λόγους, για να ικανοποιήσουμε τη περιέργειά μας για το πόσους δεξιούς, πόσους αριστερούς, πόσους κεντροδεξιούς και πόσους κεντροαριστερούς έχουμε στο εκλογικό Σώμα. Σε αυτό, οι εταιρίες δημοσκοπήσεων κάνουν πολύ καλή δουλειά. Οι εκλογές γίνονται για να μας δώσουν μια ισχυρή κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που θα μπορέσει απερίσπαστη να κυβερνήσει, βάσει του προγράμματος που ενέκρινε ο λαός. Περιττόν να υπογραμμίσουμε ότι, λόγω της κρίσιμης περιόδου που διερχόμαστε, η ανάγκη μιας ισχυρής κυβέρνησης  είναι καθοριστική για το μέλλον μας σαν κράτος και σαν λαός.

       Αφού λοιπόν τα μικρά κόμματα δεν θα έχουν από μόνα τους τη δεδηλωμένη μέσα στη Βουλή για να σχηματίσουν κυβέρνηση και εκτός κυβέρνησης θα τους είναι αδύνατον να συμβάλουν αποτελεσματικά στη διακυβέρνηση του τόπου, που έγκειται η χρησιμότητά τους;  Γιατί τα ψηφίζουμε, αφού δεν έχουν καμιά χρησιμότητα;  Με την είσοδό τους στη Βουλή, το μόνο που  ικανοποιείται  είναι η ματαιοδοξία των αρχηγών τους, που θα  τους αποκαλούμε αρχηγούς, που θα μπορούν να λαμβάνουν μέρος στη προ-ημερησίας διάταξης συζήτηση των αρχηγών και θα απολαμβάνουν μερικά προνόμια που προβλέπει ο κανονισμός της Βουλής για τους αρχηγούς κομμάτων. Τίποτα άλλο. Χωρίς να μπορούν να συμβάλουν σε κανένα απολύτως νομοθετικό έργο, αφού σαν αντιπολίτευση θα ψηφίζουν διαρκώς «όχι», ο ρόλος τους καταντάει διακοσμητικός και οπωσδήποτε άχρηστος.  Όσο και αν ερευνήσετε δεν θα βρείτε ποτέ ότι μια τροπολογία ενός μικρού κόμματος έγινε δεκτό σε ένα νομοσχέδιο από τη κυβέρνηση. Μα θα μου πείτε, δεν πρέπει να εκφραστεί μια διαφορετική άποψη μέσα στη Βουλή στην εκάστοτε  συζήτηση για το νομοθετικό έργο; Εάν εφαρμοστεί το αυτονόητον, που κάθε βουλευτής, σύμφωνα με το Σύνταγμα, θα μπορεί να εκφράσει οποιαδήποτε γνώμη χωρίς να φοβάται ότι θα διαγραφεί , τότε κάθε βουλευτής θα μπορεί να εκφράσει τις απόψεις του χωρίς να χρειάζεται να ιδρύσει νέο κόμμα.  Έτσι, μέσα σε ένα κόμμα που διοικείται βάσει της δημοκρατικής ελεύθερης έκφρασης, θα υπάρξει χώρος να δημιουργηθούν οι διαφορετικές ιδεολογικές τάσεις και να εκφραστούν άφοβα μέσα στη Βουλή με τρόπο που θα εξυπηρετούν τη κυβερνητική ενότητα και θα διευκολύνουν το κυβερνητικό έργο. Και είναι δυνατόν  κάποια από τις προτάσεις τους θα συμπληρώσει την αρτιότητα ενός νομοσχεδίου. Εκείνο δηλαδή που πρέπει να κάνουμε, είναι να δώσουμε το δικαίωμα στο κάθε βουλευτή να εκφράσει την οποιαδήποτε γνώμη του, μέσα στα όργανα, χωρίς συνέπειες.

       Ο δικομματισμός δεν είναι τόσο καταστρεπτικός ούτε είναι και υπαίτιος της σημερινής μας κατάντιας,  όπως όλα τα μικρά κόμματα διατείνονται. Καταστρεπτικός είναι ο δικτατορικός και αντιδημοκρατικός τρόπος που ασκείται η διοίκηση των κομμάτων. Εκεί είναι η αιτία που δίνει το κακό όνομα στο δικομματισμό και τον παρουσιάζει στο λαό ως υπαίτιο για κάθε κακό και ανάποδο συμβαίνει στη χώρα μας. Ανεξάρτητα από πόσα μικρά κόμματα, υπάρχουν στη Βουλή, στη πραγματικότητα,  πάντα υπάρχουν δύο πολιτικές ομάδες.  Δύο βασικά κόμματα. Η παράταξη του “ναι» και η παράταξη του «όχι».  Σε μια ψηφοφορία στη Βουλή, κάθε νομοσχέδιο ψηφίζεται στη Βουλή με τη πλειοψηφία της θετικής ψήφου. Όταν ο πρόεδρος της Βουλής λοιπόν ανακοινώνει τα αποτελέσματα μιας ψηφοφορίας, αναφέρει τον αριθμό των θετικών και τον αριθμό των αρνητικών ψήφων. Δεν διαχωρίζει συγκεκριμένα τον αριθμό ψήφων που προέρχονται από ένα συγκεκριμένο κόμμα. Επικρατούν δύο συγκεκριμένες καταστάσεις. Δύο απόψεις. Δεν υπάρχει ίσως ναι ή ίσως όχι, Μάλλον ναι ή μάλλον όχι. Επομένως, το πιο χρήσιμο είναι να υπάρχουν και οι δύο βασικές πηγές  αυτής της ψήφου. Μία της θετικής και μία της αρνητικής. Τη ψήφο της συμπολίτευσης και τη ψήφο της αντιπολίτευσης. Επομένως, χρειαζόμαστε δύο μόνο κόμματα, μέσα στα οποία θα εκφράζεται όλη η ιδεολογική βεντάλια. Από τη κεντροδεξιά στην άκρα δεξιά και από τη κεντροαριστερά στη άκρα αριστερά.

      Και ας μη φοβηθούμε ότι ο δικομματισμός θα καθιερώσει και θα παγιώσει τη πόλωση. Αντίθετα, θα την αμβλύνει. Για τον εξής απλό λόγο. Ο κορμός του εκλογικού Σώματος είναι το Κέντρον. Είτε αυτό είναι ροζ είτε είναι μαβί. Και επειδή δεν τους χωρίζει μεγάλη ιδεολογική απόσταση, συνομιλούν μεταξύ τους και αποδέχονται ο ένας τον άλλον χωρίς αντιπαλότητα. Έτσι εχόντων των πραγμάτων, και εφόσον  τα άκρα θα ξέρουν καλά  ότι έξω από το μαντρί δεν υπάρχει μέλλον, θα κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία και αμφότερα θα αναγκάζονται  να συνεργάζονται με το κέντρο τους.  Αποτέλεσμα, να εκλείπουν οι ακρότητες και να επέλθει η εξημέρωση των παθών και η αποφυγή των ακραίων συμπεριφορών. Μπορώ δε να πω μετά βεβαιότητας, ότι η πόλωση παγιώνεται με την ύπαρξη των μικρών κομμάτων. Η μισαλλοδοξία των αρχηγίσκων και η αντίληψη που τους δημιουργείται ότι κατέχουν την αλήθεια  και έχουν πάντα δίκιο, γεννά  την αλαζονεία και  δημιουργεί τις κόκκινες γραμμές, που δεν τους επιτρέπουν να συνεργαστούν και να συναινέσουν. Εκεί είναι η πόλωση, που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Ο κατακερματισμός του εκλογικού Σώματος σε πέτρινα, ανελαστικά και ιδεολογικά κομματικά κατασκευάσματα, που από τη φύση τους δεν επιτρέπουν τη συνδιαλλαγή και διαιωνίζουν την αντιπαλότητα, που με τη σειρά της καταστρέφουν την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας, αυτά τα κατασκευάσματα πρέπει να εκλείψουν.   

      Και εδώ αναφύεται η ανάγκη, ώστε οι πολιτικοί μας να αποδεχτούν  την  ανάγκη της ύπαρξης  δύο κομματικών πόλων και να εργαστούν  για τη δημιουργία τους. Δεν θα είναι καθόλου εύκολο, δεδομένου ότι όλοι οι πολιτικοί μας έχουν ανδρωθεί με τη σημερινή κουλτούρα του προσωποπαγούς των πολιτικών κομμάτων και  δυσκολότερο σε αυτούς που κατέχουν έστω και μερικά ψιχία εξουσίας. Θα τους είναι δύσκολο  να αποποιηθούν των προνομίων τους και να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου πολιτικού σκηνικού και μάλιστα όταν νομίζουν ότι δεν τους ευνοεί. Πρέπει να γίνει όμως. Για την Ελλάδα ρε γαμώτο. Και μπορεί να γίνει με δύο βασικούς τρόπους. Αν παραμείνει η αναλογική, υπό οποιαδήποτε μορφή, α) να θεσμοθετηθεί το 10% για να μπει ένα κόμμα στη Βουλή και β) να καταργηθεί ο θεσμός του Πειθαρχικού Συμβουλίου από τα Καταστατικά των κομμάτων και ειδικά να καταργηθεί το δικαίωμα του αρχηγού να διαγράφει. Ο άλλος τρόπος, ίσως ο πιο δραστικός και πιο σίγουρος, είναι να αλλάξει το εκλογικό σύστημα και να καθιερωθεί το Μονοεδρικό Πλειοψηφικό. Μέσα στις δύο αυτές μεγάλες τέντες,  που θα δημιουργηθούν, θα υπάρχει αρκετός χώρος για όλες τις  αποχρώσεις του ιδεολογικού φάσματος, για να εκφραστούν και να αποδώσουν.

      Είναι ανάγκη να μπει πάνω απ’ όλα το καλό της πατρίδας. Και το καλό της πατρίδας επιβάλει και τη βελτίωση της ποιότητας του πολιτικού μας προσωπικού. Πρέπει η πολιτική να σταματήσει να είναι βιοποριστικό επάγγελμα. Πρέπει να σταματήσει να είναι η επιδίωξη αυτών που θεωρούν τη πολιτική σαν διέξοδο στα οικονομικά τους αδιέξοδα. Και να γίνει η πολιτική προσφορά προς τη κοινωνία. Από αυτούς που έχουν την ικανότητα και την αξιοσύνη να υπηρετήσουν για μια ή το πολύ δύο θητείες. Που μετά  θα επιστρέφουν στις δουλειές  τους χωρίς συντάξεις και χωρίς αυτοκίνητα. Δεν θα έχουμε όμως ποτέ βελτίωση της ποιότητας του πολιτικού μας προσωπικού, αν οι υποψήφιοι βουλευτές θα επιλέγονται με το τρόπο που γίνεται σήμερα. Από τον αρχηγό και το περιββάλον του, με προσωπικά κριτήρια. Σαν αντιπρόσωποι του λαού, πρέπει να επιλέγονται από το λαό, από τις τοπικές κοινωνίες, με προκριματικές εκλογές ή τοπικά συνέδρια. Τότε θα παγιωθεί η δημοκρατική λειτουργία των κομμάτων και τότε θα αναπτυχθεί το πνεύμα συνεργασίας και συναίνεσης, για το καλό του τόπου.

     Η διακαής επιθυμία μερικών πολιτικών να ηγούνται κομμάτων και να τους αποκαλούν «αρχηγέ», δεν πρέπει να γίνει εμπόδιο στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών, για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία της δημοκρατίας. Ο δικομματισμός αποτελεί ανάγκη και εγγύηση, ότι η δημοκρατία θα λειτουργεί  ακριβώς, όπως τη φαντάστηκε ο εμπνευστής της.

     

του Κωνσταντίνου Λυκογιάννη

Ο Κωνσταντίνος Λυκογιάννης, είναι συνταξιούχος επιχειρηματίας και διαμένει στη Νέα Υόρκη. Γεννήθηκε στο Νομό Ηλείας πριν 84 χρόνια και πριν φύγει για την Αμερική, ήταν υποδιευθυντής του υποκαταστήματος της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας στη Κηφισιά και ασχολείται με το γράψιμο ερασιτεχνικά.

Όλη η επικαιρότητα