Lifestyle

Το Πρόβλημα με τα Parties στην Αθήνα (και όχι μόνο)

to_provlima_me_ta_parties_stin_athina.jpg
Ακούστε το άρθρο

Ο Έλληνας είναι γεννημένος, όπως έχουμε ξαναγράψει, με ένα έμφυτο ντραμακουϊνισμό στο DNA του που πρακτικά σημαίνει ότι υπερβάλλει με κάθε ευκαιρία που του δίνεται. Αν ας πούμε βρεθεί στο γιατρό για μία τυπική εξέταση ρουτίνας μπορεί στις μετέπειτα περιγραφές του να καταλάβεις ότι μόλις πέρασε τελευταίο στάδιο Parkinson και από θαύμα ανέκαμψε μόνο για να σου περιγράψει την εμπειρία που βίωσε. Αυτό λοιπόν το ίδιον του που τον κάνει να νιώθει ότι το πρωί έσωσε την Ελλάδα από την επέλαση των Περσών και να κομπάζει αναίτια για τους κατορθώματα των προγόνων του ωσάν να ήταν δικά του, του δίνει την αίσθηση ότι κάνοντας ένα party επιτελεί το ίδιο σημαντικό έργο με τους καλλιτέχνες της Αναγέννησης ή τους μοριακούς βιολόγους που ψάχνουν το κλειδί στην ανθρώπινη εξέλιξη. Παιδιά, δεν θέλω να είμαι εγώ ο party pooper αλλά πλανάστε πλάνην οικτράν.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν το κείμενο αυτό παραθέτοντας κάποια βασικά στοιχεία για να γνωρίζουμε όλοι το πλαίσιο που γράφεται αυτό και τους όρους με τους οποίους λειτουργεί η βιομηχανία των party στην πόλη μας. Στην Αθήνα των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων όσοι δεν έβαλαν υποψηφιότητα για δημοτικοί σύμβουλοι είναι μάλλον απλά επειδή δεν προλάβαιναν να ξυπνήσουν το πρωί δεδομένου ότι προηγούμενο βράδυ είχαν να παίξουν μουσική σε κάποιο bar της πόλης. Τι σημαίνει αυτό; Ότι οι djs της πόλης είναι αναρίθμητοί και θεωρητικά καθένας από εμάς είναι εν δυνάμει ένας από αυτούς καθώς άνθρωποι χωρίς εμπειρία ή γνώσεις αντίστοιχες με αυτές ενός επαγγελματία κατεβάζουν τραγούδια, παίρνουν τα cds τους, φτιάχνουν λίστες στο YouTube και το Spotify και αναλαμβάνουν να διασκεδάσουν μουσικά τους θαμώνες ενός χώρου. Μέχρι εδώ η συμφωνία είναι τίμια γιατί δεν χρειάζεσαι επαγγελματικό δίπλωμα για να έχεις αχανείς μουσικές γνώσεις, ηχητική αισθητική και αντίληψη πως επιθυμεί να διασκεδάσει το κοινό ενός χώρου. Ο dj αφιερώνει στο bar το χρόνο του για να πιει τζάμπα και να πάρει ένα χρηματικό αντίτιμο για τις υπηρεσίες του που στις μέρες μας είναι μάλλον πενιχρό όπως σε πολλά τα επαγγέλματα και ο επιχειρηματίας εκμεταλλεύεται τις γνώσεις και τη φήμη του dj του για να προσελκύσει κόσμο. Αυτό είναι το γεγονός και η άτυπη συμφωνία για τη συνεργασία και ο τρόπος που λειτουργεί εν γενεί η αγορά.

Τι συμβαίνει όμως όταν ο dj κοροϊδεύει τον εαυτό του θεωρώντας ότι ένα set του είναι κάτι ελάχιστα παραπάνω από αυτό που μόλις θέσαμε; Θα σας πω εγώ χωρίς δεύτερη σκέψη. Γίνεται αστείος και γραφικός. Πρέπει να μοιραστώ μαζί σας ότι ένας άνθρωπος που κατ’εξακολούθηση σας καλεί στα events του στο Facebook δεν το κάνει για την ψυχή της μανούλας σε περίπτωση που δεν το ξέρατε, δεν έχει κανένα concept πίσω από αυτό και απλά ο άνθρωπος προσπαθεί να βιοποριστεί  από αυτή τη δεξιότητά του ή να συμπληρώσει το εισόδημα του με αυτή τη δραστηριότητα του. Δεν κάνει τέχνη όσο γλαφυρή περιγραφή και αν έχει βάλει στην περιγραφή του party. Δεν έχει κανένα concept εκτός από το να πιει τζάμπα και να πληρωθεί, άσχετα από τι θα πει στο τελευταίο site πόλης σε συνέντευξη που έδωσε επειδή είναι φίλος ή γνωστός ο συντάκτης και θέλει να τον στηρίξει. Και ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, εμείς οι δημοσιογράφοι θα κάναμε θέμα οποιαδήποτε μαλακία για να δείξουμε πόσο πρωτοπόροι είμαστε στην ανακάλυψη νέων φιντανιών και ταλέντων με την ίδια ευκολία που την επόμενη θα τους ακυρώναμε και θα τους θάβαμε στη λήθη του ξεπερασμένου hype γιατί βρήκαμε ένα νέο παιχνίδι για να ασχολούμαστε. Οι όροι είναι λοιπόν ξεκάθαροι. Συνήθως δε όσο περισσότερο προσπαθεί κάποιος να διανθίσει ένα party με στοιχεία που συνθέτουν κείμενο για κατάλογο έκθεσης του Juergen Teller σημαίνει μάλλον ότι οι πιθανότητες επιτυχίας αυτού είναι τόσο λίγες όσο σουβλατζίδικου σε πόλη χορτοφάγων και το δελτίο πρόγνωσης του party προβλέπει βαρύ βάρεμα μύγας.

 Γιατί λοιπόν ενώ όλοι γνωρίζουμε την κατάσταση υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που προσπαθούν να μας πείσουν για μία φούσκα εναλλακτικής τέχνης σερβίροντας μας ένα είδος indie lifestyle ενώ τα κίνητρα τους είναι όσο ταπεινά όσο πιστεύουμε πίσω από την ιδέα των concept; Γιατί οι ίδιοι έχουν την ανάγκη να βαφτίσουν το μουσικό κεφτέ τους φασολάκια ωσάν άλλοι μοναχοί του Μεσαίωνα σε περίοδο νηστείας; Γιατί η τέχνη είναι πάντα το εύκολο θύμα και ένα party ξαφνικά πρέπει να οι παρευρισκόμενοι να νιώθουμε ότι είμαστε στην Tate Modern ενώ απλά έχουμε πάει εκεί για να πιούμε, να γίνουμε κώλος, να καυλαντίσουμε και να χορέψουμε;

Η απάντηση είναι η προφανής. Η τέχνη και η αοριστία της δεν μας δίνει εύκολα τη δυνατότητα να την ορίσουμε οπότε ο κάθε τυχάρπαστος δράττεται της ευκαιρίας για κερδίσει πόντους στο φαντασιωσικό χιπστερόμετρο του προσπαθώντας να πείσει το κοινό του για τη σπουδαιότητα του project του και τον εαυτό του για τη σημαντικότητα των δραστηριοτήτων του. Η αλήθεια βέβαια βρίσκεται βαθιά στη συνείδηση του και του φωνάζει ότι η μόνη τέχνη που εξασκεί σωστά και καθ’υπερβολή είναι αυτή τη αλκοολοποσίας του γιατί και οι δυνατότητες του ως dj μάλλον δεν είναι ούτε εφάμιλλες ούτε ισάξιες με τις υπηρεσίες ενός παγκόσμιου act τύπου Tiestp ή Avicii, που φυσικά καταδικάζουμε γιατί είναι mainstream και δεν αυτό αρκεί για να ρίξουμε κάτι στην πυρά.

Έχω βαρεθεί να διαβάζω για party και projects στη νυχτερινή ζωή που ευαγγελίζονται οτιδήποτε παραπάνω από καθαρή διασκέδαση και θα παρακαλούσα να απενοχοποιήσουμε την έννοια γιατί κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας και αυτό μας κάνει το ίδιο φαιδρούς με όλο αυτό το συρφετό του lifestyle που αρεσκόμαστε να καταδικάζουμε και να κράζουμε τόσο εύκολα. Ας μη βαυκαλιζόμαστε ότι ζούμε σε μία κοινωνία που δυνάμεθα ακόμα να συμπεριφερόμαστε αναλόγως.

Του Γιάννη Τσιούλη από το www.vice.com

Όλη η επικαιρότητα