Σε τραγική κατάσταση βρίσκονται οι κάτοικοι της Δυτικής Ελλάδος καθώς σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ στην περιοχή μας καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό κινδύνου φτώχειας. Η έρευνα της της ΕΛΣΤΑΤ αποκαλύπτει τις δραματικές συνέπειες που είχε το lockdown, που ήρθε μετά από μία δεκαετία μνημονίων, που κατάστρεψαν ολοσχερώς την οικονομία.
Στερούνται και τα βασικά
Όχι μόνο τα χαμηλά εισοδήματα, αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού αφορά η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών (δυσκολία ανταπόκρισης στην πληρωμή έκτακτων οικονομικών αναγκών, αδυναμία κάλυψης εξόδων για διακοπές μίας εβδομάδας τον χρόνο, αδυναμία διατροφής που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι, αδυναμία πληρωμής για ικανοποιητική θέρμανση της κατοικίας, έλλειψη βασικών αγαθών, όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη τηλεόραση, τηλέφωνο, αυτοκίνητο, αδυναμία αποπληρωμής δανείων ή αγορών με δόσεις, δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών).
Μάλιστα το 49,5% των μη φτωχών νοικοκυριών δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 395 ευρώ.
Οι πιο πλούσιες και πιο φτωχές περιοχές της χώρας
Σε πέντε περιφέρειες (Ιόνια Νησιά, Αττική, Κρήτη, Νότιο Αιγαίο και Ήπειρος) καταγράφονται ποσοστά κινδύνου φτώχειας χαμηλότερα από αυτό του συνόλου της χώρας, ενώ σε οκτώ (Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος, Βόρειο Αιγαίο, Κεντρική Μακεδονία, Δυτική Μακεδονία, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη και Δυτική Ελλάδα) τα αντίστοιχα ποσοστά είναι υψηλότερα.
Πιο υψηλά ποσοστά στις γυναίκες
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας το 2020 είναι ελαφρώς υψηλότερο για τις γυναίκες (17,9%) σε σχέση με τους άνδρες (17,5%).
Το 5,6% των νοικοκυριών δήλωσε ότι το εισόδημα του αυξήθηκε κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ το 21,9% των νοικοκυριών ότι μειώθηκε και το 72,5% των νοικοκυριών ότι παρέμεινε το ίδιο. Το 14,4% δήλωσε ότι ο κύριος λόγος αύξησης ή μείωσης του εισοδήματος ήταν η πανδημία, εκ των οποίων το 2,1% δήλωσε ότι αυξήθηκε το εισόδημα του και το 12,3% ότι μειώθηκε.
Πέρυσι (εισοδήματα 2019), σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για την υλική στέρηση και τις συνθήκες διαβίωσης, η Ελλάδα κατείχε τη 2η θέση μεταξύ 19 ευρωπαϊκών χωρών με υλική στέρηση στο 16,5% του πληθυσμού. Στην 1η θέση βρίσκεται η Βουλγαρία (19,4%) και μετά την Ελλάδα βρίσκονται η Ρουμανία (15,2%), η Κύπρος (8,4%), η Ουγγαρία (8%) και η Γερμανία (7,2%). Τα χαμηλότερα ποσοστά απαντώνται σε: Δανία (2,4%), Ολλανδία (2,1%) και Νορβηγία (2,1%).
Από την ίδια έρευνα προκύπτουν επίσης τα εξής:
Στις ηλικίες 18- 64 ετών το ποσοστό των ατόμων που στερούνταν βασικών αγαθών και υπηρεσιών το 2020 ανέρχεται σε 17,6%, αυξημένο κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2019. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2009 ανήλθε σε 10,3%.
Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 29,1% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 25,8% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 44,6% για τον φτωχό πληθυσμό.
Το 45,5% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των μη φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται σε 5,3%.
Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονομική αδυναμία να έχουν ικανοποιητική θέρμανση το χειμώνα ανέρχεται σε 16,7%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα φτωχά νοικοκυριά είναι 38,8% και για τα μη φτωχά νοικοκυριά 12%.
Το 96,6% των φτωχών νοικοκυριών και το 49,5% των μη φτωχών δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους περίπου 395 ευρώ.
Περιβαλλοντικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή προβλήματα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει το 20,2% των νοικοκυριών, ενώ ποσοστό 18,1% των νοικοκυριών αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.
Το 13,2% του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συναντιέται (στο σπίτι ή κάπου αλλού) με φίλους ή συγγενείς για ένα γεύμα ή ένα ποτό τουλάχιστον μια φορά το μήνα. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 31,8% και 9,3%.
Το 4% του πληθυσμού δεν διαθέτει σύνδεση στο διαδίκτυο για οικιακή χρήση λόγω έλλειψης οικονομικής δυνατότητας. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 12,4% και 2,3%.
Ν. Φαρμάκης, Περιφερειάρχης Δυτικής Ελλάδος:
Αλλάζει με επενδύσεις και εξωστρέφεια
Η νέα έκθεση της στατιστικής υπηρεσίας για τον κίνδυνο φτώχειας επιβεβαιώνει αυτό που όλοι γνωρίζουμε και αυτό που εμείς στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, εδώ και 1,5 χρόνο παλεύουμε να ανατραπεί. Η περιοχή μας είναι μεταξύ των πιο ευάλωτων στη χώρα, μία περιφέρεια όπου ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της εξακολουθεί να αντιμετωπίζει με αγωνία το μέλλον. Αυτό το τοπίο αλλάζει μόνο με επενδύσεις και εξωστρέφεια που θα δημιουργήσουν νέες και καλές θέσεις εργασίας, αλλά και με πραγματικά έργα και όχι άϋλα οράματα. Τον δρόμο των πραγματικών έργων και της εξωστρέφειας έχουμε επιλέξει εμείς από την αρχή της θητείας μας. Αλλά και τον δρόμο της ουσιαστικής, με επιχειρήματα, διεκδίκησης, για όσα στερούμαστε επί πολλά χρόνια. Και το αποτέλεσμα έχει αρχίσει ήδη να φαίνεται σε πολλούς τομείς. Ο αγώνας παραμένει μεγάλος, δύσκολος και διαρκής. Όμως, θα τον δώσουμε μέχρι τέλους, με πίστη στις δυνάμεις μας. Και είμαστε βέβαιοι πως η Δυτική Ελλάδα θα μετατραπεί σε τόπο ελπίδας και προκοπής.
Β. Γιαννόπουλος, Αντιπεριφερειάρχης Ηλείας:
Στήριξη της επιχειρηματικότητας
Τα αποτελέσματα της έρευνας της ΕΛ.ΣΤΑΤ, δεν αποτελούν είδηση για εμάς. Τα γνωρίζουμε και εργαζόμαστε για την ανατροπή τους από την αρχή της θητείας μας. Η ενίσχυση της εξωστρέφειας, με την παράλληλη στήριξη της επιχειρηματικότητας και την υλοποίηση έργων υποδομών σε κάθε τομέα, που θα δημιουργήσουν κίνητρα για την ανάπτυξη και ιδιωτικών πρωτοβουλιών – και συνεπώς νέων θέσεων εργασίας –τέθηκαν εξ αρχής επί τάπητος.
Ωστόσο, κατά την διάρκεια της πανδημίας, άλλαξε για λίγο η στοχοπροσήλωσή μας. Η διαχείριση των συνεπειών της, σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, έγινε προτεραιότητα μας στην Π.Ε Ηλείας και στην ΠΔΕ. Παρόλα αυτά, δεν εγκαταλείψαμε την προσπάθεια. Ξέρουμε ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση η αλλαγή μιας τελματωμένης για χρόνια κατάστασης, αλλά ταυτόχρονα ξέρουμε ότι είναι αναστρέψιμη. Απαιτείται χρόνος, αρκετή δουλειά, την οποία είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε, και την κάνουμε. Και είναι βέβαιο ότι στο τέλος της διαδρομής θα έχουμε τα επιθυμητικά αποτελέσματα.