Σαν Σήμερα

29 Απριλίου, η μέρα που γεννήθηκε και πέθανε ο Κωνσταντίνος Καβάφης

Η ποίηση του Καβάφη, αινιγματική στην αρχή, βρήκε στη συνέχεια μια πρωτοφανή απήχηση στο κοινό. Αυτό συνέβη επειδή ο μοναχικός και παράδοξος ποιητής, δείχνοντας με θάρρος και ειλικρίνεια τις πληγές του –τη μοναξιά, την ανία, το αδιέξοδο– συγκίνησε όλους εκείνους που μέσα από τους στίχους του αναγνώριζαν τον εαυτό τους.
Ακούστε το άρθρο

Ο πατέρας του, Πέτρος-Ιωάννης, ήταν δραστήριος έμπορος στην Αλεξάνδρεια, όπου τότε είχε αρχίσει να ακμάζει το ελληνικό στοιχείο.

Η μητέρα του, Χαρίκλεια (το γένος Γεωργάκη Φωτιάδη), ανήκε σε παλιά φαναριώτικη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Τα δύο αυτά στοιχεία –η εμπορική ιδιότητα του πατέρα του και η αρχοντική καταγωγή της μητέρας του– συνετέλεσαν σημαντικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ποιητή. Σε νηπιακή ηλικία βρέθηκε στην Αγγλία και επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια σε ηλικία 9 ετών, οπότε για πρώτη φορά άρχισε να μαθαίνει τα ελληνικά. Από το 1889 έως το 1922 εργάστηκε ως υπάλληλος στην αιγυπτιακή κυβέρνηση, σε ένα από τα γραφεία του τμήματος αρδεύσεων.

Το 1886, σε ηλικία 23 ετών, ο Καβάφης δημοσίευσε το πρώτο ποίημά του στο περιοδικό Έσπερος της Λειψίας. Στη συνέχεια δημοσίευσε μερικά ακόμα ποιήματα και ύστερα σιώπησε για αρκετά χρόνια, έως το 1891. Από το 1912 ξεκίνησε να δημοσιεύει τα ποιήματά του σε μονόφυλλα, τα οποία συγκέντρωνε σε συλλογές. Το γεγονός αυτό δημιούργησε σε πολλούς τη λανθασμένη εντύπωση ότι ο ποιητής δεν είχε κυκλοφορήσει ποτέ συλλογές του. Στην πραγματικότητα, δημοσίευσε δύο με τον τίτλο Ποιήματα (Αλεξανδρινές εκδόσεις), τη μία το 1904 και την άλλη το 1910.

Ο Καβάφης αποκήρυξε τα ποιήματα που έγραψε πριν από το 1900 (δηλαδή δεν τα τύπωσε στα κατά καιρούς εμφανιζόμενα φυλλάδια), εκτός από ένα (Η πόλις, 1896) και ορισμένα άλλα τα οποία επεξεργάστηκε όμως από την αρχή. Τελικά, αναγνώρισε ως αντιπροσωπευτικά της τέχνης του μόνο 154 ποιήματα. Η πρώτη έκδοση του συνόλου των ποιημάτων του, στην οποία δεν περιλαμβάνονταν τα σιωπηρά αποκηρυγμένα πρώτα ποιήματά του και τα ανέκδοτα, έγινε μετά τον θάνατό του, με την επιμέλεια του φίλου του, ζωγράφου Τάκη Καλμούχου. Πάντως, η νεότερη έρευνα (Γ.Π. Σαββίδης) έδειξε πως τα ανέκδοτα ποιήματα του Καβάφη εκτείνονται χρονικά πριν από το 1886 και, το κυριότερο, πολύ μετά το 1900 (έως το 1923). Αυτά δημοσιεύθηκαν το 1968, προκειμένου να συμβάλουν στην πληρέστερη γνώση και κατανόηση της καβαφικής ποίησης.

Ο Καβάφης, με τα ποιήματά του, πολλά από τα οποία είναι ερωτικά και συχνότατα ηδονιστικά εισήγαγε στην ελληνική ποίηση ένα νέο ύφος, που ξάφνιασε με την τόλμη του. Έγραψε επιγραμματικούς στίχους, γιατί είχε την ικανότητα να ανακαλύπτει τη συμπυκνωμένη δραματική και αισθητική δύναμη που κρύβουν μέσα τους οι λεπτομέρειες. Η ποίησή του είναι πεζολογική –είχε καταργήσει τα μέτρα και την ομοιοκαταληξία, η οποία, στις λίγες περιπτώσεις που υπάρχει, προσδίδει στο ποίημα κάποιον ειρωνικό τόνο–, γραμμένη σε μια ιδιόρρυθμη ημικαθαρεύουσα.

”Θυμήσου, σώμα… Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες, όχι μονάχα τα κρεββάτια όπου πλάγιασες, αλλά κ’ εκείνες τες επιθυμίες που για σένα γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά, κ’ ετρέμανε μες στη φωνή — και κάποιο τυχαίον εμπόδιο τες ματαίωσε. Τώρα που είναι όλα πια μέσα στο παρελθόν, μοιάζει σχεδόν και στες επιθυμίες εκείνες σαν να δόθηκες — πώς γυάλιζαν, θυμήσου, μες στα μάτια που σε κύτταζαν. πώς έτρεμαν μες στη φωνή, για σε, θυμήσου, σώμα.”

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1918)

Το πνεύμα της παρακμής που κυριαρχεί στην ποίησή του, τον έφερε κοντά στην ομόλογή του αλεξανδρινή εποχή. Έτσι, μια σειρά από τα ποιήματά του είναι ιστορικά, με την έννοια πως η ιστορία είτε πλαισιώνει τα δικά του προσφιλή θέματα είτε του παρέχει τα σύμβολα για την έκφραση των δικών του αντιλήψεων. Η γοητεία που ασκούσε στον Κ. το παρελθόν αποδεικνύεται ακόμα από την ποιητική απόδοση των ερωτικών συγκινήσεών του: κατά κανόνα ανάγονται σε μια περασμένη εποχή, όταν ο ποιητής ήταν ακόμα νέος. Η ποίηση του Καβάφη είναι αυστηρά ανθρωποκεντρική και εγωκεντρική: η φύση είναι εξορισμένη από αυτήν. Τη μόνη φορά που εμφανίζεται, παρουσιάζεται ως μια χαμένη ομορφιά (Θάλασσα του πρωινού). Ο Αλεξανδρινός ποιητής πίστευε πως η παρουσία και η έξαρση της φύσης θα ήταν ένα γνώρισμα του ανεπίτρεπτου σε αυτόν λυρισμού. Ωστόσο, στα ποιήματα που έγραψε πριν από το 1900 υπήρχαν συχνές αναφορές στη φύση.

Η ποίηση του Καβάφη, αινιγματική στην αρχή, βρήκε στη συνέχεια μια πρωτοφανή απήχηση στο κοινό. Αυτό συνέβη επειδή ο μοναχικός και παράδοξος ποιητής, δείχνοντας με θάρρος και ειλικρίνεια τις πληγές του –τη μοναξιά, την ανία, το αδιέξοδο– συγκίνησε όλους εκείνους που μέσα από τους στίχους του αναγνώριζαν τον εαυτό τους. Ωστόσο, ο Κ. έδειξε πως η αξιοπρέπεια πρέπει να αποτελεί την έσχατη ελπίδα του ανθρώπου, όσο απελπισμένος και αν είναι.

Ποιητικά έργα του: Τείχη (1897), Κεριά (1899), Το πρώτο σκαλί (1899), Θερμοπύλες (1903), Περιμένοντας τους βαρβάρους (1904), Επιθυμίες (1904), Η πόλις (1910), Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον (1911), Ιθάκη (1911), Επέστρεφε (1912), Όσο μπορείς (1913), Ομνύει (1915), Καισαρίων (1918), Το διπλανό τραπέζι (1918), Να μείνει (1919), Ο Δαρείος (1920), Εύνοια του Αλέξανδρου Βάλα (1921), Ιερεύς του Σεραπίου (1926), Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς (1926), Μέρες του 1901 (1927), Ας φρόντιζαν (1930), Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας (1933) κ.ά.

Στο έργο του Καβάφη, ο οποίος είναι ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές μας και από τους λίγους με παγκόσμια απήχηση (τα ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες), συμπεριλαμβάνονται και διάφορα πεζά κείμενα, κυρίως κριτικά σημειώματα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις και δοκίμια, που δεν προσθέτουν πολλά στο έργο του, βοηθούν όμως στην καλύτερη ερμηνεία του.

Πηγή: popaganda 

Όλη η επικαιρότητα