Εμείς, οι δικαστές…

Share

«Το μόνο αποτέλεσμα που θα έχει το οφθαλμόν αντί οφθαλμού, είναι να κάνει όλον τον κόσμο τυφλό»

-Γκάντι

Εδώ και λίγες ημέρες όπου κι αν σταθεί, όπου κι αν βρεθεί κανείς, ένα όνομα θα ακούσει, αυτό της Ρούλας Πισπιρίγκου.

Κανένας νους δεν μπορεί να χωρέσει την πράξη για την οποία κατηγορείται. Ποια μάνα σκοτώνει τα παιδιά της; Έχει συμβεί ξανά, ναι. Αλλά και πάλι, πώς να διανοηθεί κάποιος ότι εκείνη που έδωσε ζωή, η ίδια την πήρε πίσω; Εδώ και αρκετούς μήνες όμως, πολύ πριν την σύλληψη, η κοινωνία και τα ΜΜΕ είχαν ήδη δικάσει την –πλέον- κατηγορούμενη. Και τι δεν γράφτηκε, και τι δεν ειπώθηκε. Πολλές στιγμές ένιωσα να χάνουμε εντελώς την ουσία της υπόθεσης, που δεν είναι άλλη φυσικά, από το ότι τρία παιδιά χάθηκαν…

Η ζωή της «Μήδειας» όπως αποκαλείται πλέον από εμάς τους δημοσιογράφους, η Πισπιρίγκου, βγήκε κανονικά στο κλαρί… Κι αντί να χύνουμε δάκρυα για τα αγγελούδια που έσβησαν έτσι, χύνουμε τόνους μελάνι για τους πρώην, τα νύχια, τα μαλλιά, τους χωρισμούς της.

Ειλικρινά δεν βρίσκω λόγια τα οποία ταιριάζουν, ώστε να καταφέρω να μιλήσω για μια γυναίκα που φέρεται να έχει σκοτώσει το παιδί ή τα παιδιά της (προς ώρας κατηγορείται για την ανθρωποκτονία ενός από τα τρία). Θέλω απλά, κι εγώ, όπως όλοι μας νομίζω, αν είναι ένοχη, να δικαστεί, να καταδικαστεί και να τιμωρηθεί όπως πρέπει. Και μαζί της, να τιμωρηθεί κι όποιος ακόμη είναι ένοχος. Κι εκεί τελειώνει…

Τα λαϊκά δικαστήρια… μακριά από εμένα. Η Σκότλαντ Γιαρντ του facebook και του twitter… μακριά κι αυτή. Οι κρεμάλες; Τα «γιατί δεν επαναφέρουμε την θανατική ποινή»; Μακριά, μακριά, όσο γίνεται πιο μακριά. Αλήθεια, αντιλαμβανόμαστε σε τι μεσαίωνα μας «γυρίζουν» όλες αυτές οι θεωρίες και οι αντιλήψεις; Καταλαβαίνουμε πόσο επικίνδυνος είναι ο όχλος που μαζεύτηκε έξω από το σπίτι της «φόνισσας» και έγραψε «ΘΑΝΑΤΟΣ», στο παραθυρόφυλλο;

Μαζεύτηκαν οι «δικαστές», σαν αγέλη άγριων ζώων και ούρλιαζαν και εκτόξευαν κατάρες, και αγκαλιά με τα παιδιά τους φώναζαν «κρεμάστε την». Τι διαφορά έχουν όλοι αυτοί οι αιμοδιψείς από αυτή που ήδη φέρεται να σκότωσε; Αίμα ζητούν κι αυτοί, αίμα φέρεται να έχυσε κι εκείνη… Βλέπουμε λοιπόν πόσο εύκολα γίνεται κανείς ίδιος με το αντικείμενο του μίσους του.

Ο όχλος όμως πρέπει να γνωρίζει πως ευτυχώς, η θανατική ποινή έχει καταργηθεί, και ευτυχώς, έχουμε νόμους, και ένα ολόκληρο σύστημα να απονείμει δικαιοσύνη για τις ψυχές που χάθηκαν. Ευτυχώς δεν περιμένουμε το έργο αυτό να το επιτελέσει κανένα λαϊκό δικαστήριο. Ευτυχώς δεν έχουμε μεσαίωνα. Ευτυχώς και για εμάς που αποστρεφόμαστε όλων αυτών, αλλά ευτυχώς και για όσους κρατούν τις «δάδες» κι είναι έτοιμοι να βάλουν φωτιά.

Γιατί εν κατακλείδι, όπως εύστοχα σημείωσε ο συγγραφέας, Αύγουστος Κορτώ, είναι ανθρώπινο να νιώθεις ότι μια φρικώδης παιδοκτόνος δεν έχει το δικαίωμα να ζει. Όμως το κράτος δεν δύναται να κυβερνάται απ’ το συναίσθημα. Δεν μπορεί να σκοτώνει. Γιατί, αν σήμερα σκοτώσει τον ένοχο, αύριο θα σκοτώσει τον αθώο.