Αρθρογραφία

Οι αλλαγές στον ποινικό κώδικα

Ακούστε το άρθρο

Τις τελευταίες ημέρες, το Υπουργείο Δικαιοσύνης προχώρησε στην παρουσίαση των σχεδίων των νέων ποινικών Κωδίκων. Οι πρόεδροι των δύο νομοπαρασκευαστικών επιτροπών (ο ποινικολόγος Χριστόφορος Αργυρόπουλος για τον Ποινικό Κώδικα και ο καθηγητής Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης Θεοχάρης Δαλακούρας για τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας) παρέδωσαν τις προτάσεις τους, οι οποίες τίθενται σε δημόσια διαβούλευση με την προσδοκία να συμμετάσχουν σε αυτή Δικηγορικοί Σύλλογοι, ακαδημαϊκή κοινότητα, ενώσεις Δικαστών και Εισαγγελέων και λοιποί εμπλεκόμενοι φορείς.

Πρόκειται για την πιο ολοκληρωμένη προσπάθεια αναμόρφωσης του ποινικού χάρτη της χώρας μας, με την οποία συντελείται μια αποκαταστατική αλλαγή της ποινικής φιλολογίας και πρακτικής.  Παράλληλα επιλύονται προβλήματα, που επί σειρά ετών αποτελούσαν εμπόδιο στην ορθή απονομή της ποινικής δικαιοσύνης και στην εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας εγκλήματος και ποινής.

Ενδεικτικά με το νέο Ποινικό Κώδικα:

  • επιτυγχάνεται ο εκσυγχρονισμός του συστήματος ποινικών κυρώσεων και η αντιμετώπιση ζητημάτων που επηρεάζονται από την πρόοδο της τεχνολογίας και τις κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές σε εθνικό και διεθνές επίπεδο (ηλεκτρονικό έγκλημα, διασυνοριακό έγκλημα, ασύμμετρη βία κ.α.)
  • καταργούνται όλα τα αδικήματα που τιμωρούνται σε βαθμό πταίσματος. Από τα πταίσματα που ήδη υπάρχουν, όσα δεν είναι σοβαρά στο εξής θα τιμωρούνται ως διοικητικές παραβάσεις με την επιβολή προστίμου και όσα κρίνονται ως σοβαρά μετατρέπονται σε πλημμελήματα.
  • Διαχωρίζονται τα πλημμελήματα σε : α) ελαφρά πλημμελήματα με πλαίσιο ποινής έως τρία χρόνια φυλάκισης, για τα οποία οι ποινές θα αναστέλλονται δια παντός εκτός αν υπάρχουν περιπτώσεις υποτροπής. Η αναστολή παρέχεται υπό όρους (όπως αποζημίωση του παθόντος, απαγόρευση εξόδου από την χώρα κ.α.), και β) βαριά πλημμελήματα που τιμωρούνται από τρία έως πέντε χρόνια, για τα οποία οι καταδικασθέντες υποχρεούνται να εκτίσουν μέρος της ποινής τους.
  • για τα κακουργήματα θα προβλέπονται ποινές από 5 έως 15 χρόνια κάθειρξης, ενώ στις επιβαρυντικές περιστάσεις, πέραν όσων υπάρχουν προβλέπονται και νέες, π.χ. αν ο κατηγορούμενος έχει δυσχεράνει με τις πράξεις του την δικαστική έρευνα, ή το κίνητρο του είναι ρατσιστικό η ομοφοβικό.
  • Η προσφορά κοινωφελούς εργασίας προβλέπεται ως κύρια ποινή και θα μπορεί να επιβάλλεται από το Δικαστήριο αυτοτελώς.
  • Καταργείται η μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική και μόνη μετατροπή ποινής που προβλέπεται είναι εκείνη που αφορά στην παροχή κοινωφελούς εργασίας.
  • Καταργείται η αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων και προβλέπεται αποστέρηση θέσεων και αξιωμάτων, δηλαδή «αν ο υπαίτιος καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει αποστέρηση της δημόσιας θέσης ή δημόσιου ή αυτοδιοικητικού αξιώματος που κατέχει εφόσον η πράξη του συνιστά βαριά παράβαση των καθηκόντων του».
  • Προβλέπεται νέα διάταξη για το αδίκημα της απάτης σχετικής με τις επιχορηγήσεις.
  • Στα οικονομικά εγκλήματα όποιος πληρώνει και αποκαθιστά την ζημία δεν θα κρατείται ούτε προσωρινά.

Ειδική αναφορά θα πρέπει να γίνει στην κατάργηση των αναχρονιστικών διατάξεων του νόμου 1608/1950 περί καταχραστών του Δημοσίου. Ο νόμος αυτός ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας και κυρίως με την θεμελιώδη για το Ποινικό Δίκαιο αρχή της αναγκαίας αναλογίας μεταξύ ποινής και αντικειμενικής βαρύτητας της πράξης, απειλώντας με ποινή ισόβιας κάθειρξης περιουσιακού χαρακτήρα εγκληματικές πράξεις και τοποθετώντας με τον τρόπο αυτό το υποδεέστερο έννομο αγαθό της περιουσίας στο ίδιο επίπεδο αξίας με το σαφώς υπέρτερο έννομο αγαθό της ανθρώπινης ζωής.

Πριν από σχεδόν 70 χρόνια οι συντάκτες του ν. 1608/1950 θεώρησαν ότι το δρακόντειο αυτό νομοθέτημα ήταν αναγκαίο προσωρινό μέτρο έκτακτης ανάγκης για την προστασία του δοκιμαζόμενου ελληνικού κράτους. Το 1987 οι συντάκτες του ν. 1738/1987 προχώρησαν σε μία άνευ προηγουμένου διόγκωση του ποινικού «δημόσιου» τομέα και στη χαώδη επέκταση του ν. 1608/50, επικαλούμενοι –και αυτοί- την ανάγκη προστασίας της «δημόσιας» περιουσίας. Η εμπειρία της εφαρμογής του νόμου αυτού απέδειξε ότι ο διακηρυγμένος στόχος του παρέμεινε ανεκπλήρωτος. Απεναντίας, η χρησιμοποίησή του από τους μονομάχους της πολιτικής αρένας ενέπλεξε το ποινικό δίκαιο και τους εφαρμοστές του σε περιπέτειες. Ο ν. 1608/50 επί της ουσίας ουδέποτε υπήρξε αποτελεσματικό όπλο για την δημόσια περιουσία, παρά μόνο επικίνδυνο απολίθωμα.

Ωστόσο, στο ογκώδες νομοθέτημα υπάρχουν και διατάξεις, οι οποίες ήδη δέχονται επικρίσεις από νομικούς ή ομάδες πολιτών, που διαφωνούν για τα αποτελέσματα που επιφέρουν οι προτεινόμενες αλλαγές.

Ανάμεσα σε αυτές, η ρύθμιση που μεταβάλλει την ποινική μεταχείριση για το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, ένα αδίκημα το οποίο τελευταία αποδίδεται όλο και συχνότερα σε ποικίλες εγκληματικές δράσεις, αλλά πολύ σπάνια τεκμηριώνεται νομικά στην ακροαματική διαδικασία και οδηγεί σε καταδίκες. Με τη νέα διάταξη, το αδίκημα αυτό, πλην εξαιρέσεων, τιμωρείται από 5 έως 10 χρόνια ως βαρύ πλημμέλημα, ενώ στην ισχύουσα νομοθεσία οι ποινές που προβλέπονται είναι από 10 έως 20 χρόνια. Οι επικρίσεις για τη νέα διάταξη συνδέθηκαν πρωτίστως με την εκκρεμή δίκη της Χρυσής Αυγής, που βρίσκεται σε εξέλιξη, καθώς η βασική κατηγορία για τους εμπλεκόμενους πολιτικούς είναι η εγκληματική οργάνωση. Επιπλέον, όμως, με τα άρθρα 184 και 185 του νέου Ποινικού Κώδικα εισάγεται μια σημαντική αλλαγή στον χαρακτηρισμό της εγκληματικής οργάνωσης για να αποφεύγονται οι υπερβολές, στην εφαρμογή του άρθρου 187. Σύμφωνα με το 184 εισάγεται ως προϋπόθεση και ο προσπορισμός οικονομικού οφέλους. Η διατύπωση της διάταξης έχει ενδιαφέρον: «Όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε δομημένη και με διαρκή εγκληματική δράση ομάδα τριών ή περισσοτέρων προσώπων, που επιδιώκει την τέλεση περισσοτέρων κακουργημάτων για προσπορισμό οικονομικού οφέλους τιμωρείται με κάθειρξη ως δέκα έτη και χρηματική ποινή. Η μη διάπραξη οποιουδήποτε από τα σχεδιαζόμενα εγκλήματα συνεπάγεται την επιβολή μειωμένης ποινής»

Παράλληλα, επικρίσεις δέχονται και οι διατάξεις για την κατοχή εκρηκτικών, που με τον νέο κώδικα τιμωρούνται με μικρότερες ποινές, ως πλημμελήματα, ωστόσο για τα πλημμελήματα με τις νέες διατάξεις οι επιβαλλόμενες ποινές είναι μεν μικρότερες αλλά εκτίονται, καθώς δεν επιτρέπεται στο εξής η μετατροπή ποινών σε χρηματικές και ο θεσμός της αναστολής είναι υποχρεωτικός μόνον για τα ελαφρά πλημμελήματα.

Τέλος, σημαντικές αντιρρήσεις έχουν προκαλέσει οι διατάξεις που προσδιορίζουν τις προϋποθέσεις για την απόδοση της κατηγορίας του βιασμού.

Σε κάθε περίπτωση, οι ανωτέρω ενστάσεις, που διατυπώνονται από ορισμένους, πράγματι είναι σημαντικές, ήδη όμως μελετώνται από την αρμόδια νομοπαρασκευαστική επιτροπή, που είχε και την ευθύνη της τελευταίας νομοτεχνικής επεξεργασίας των κωδίκων, το έργο της οποίας υπήρξε προϊόν συντονισμένης εργασίας πολλών διαδοχικών επιστημονικών επιτροπών, οι οποίες έχουν εργαστεί πέραν της δεκαετίας.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
Δ.Μ.Σ. ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Όλη η επικαιρότητα