Life Έρευνα

Η ψυχική μας υγεία έχει ανάγκη τις αγκαλιές

«Το ανθρώπινο σώμα έχει δημιουργήσει όλα τα μοντέλα του με βάση την αφή που λαμβάνει από αυτούς που μας φροντίζουν», λέει στον Guardian η Δρ Κατερίνα Φωτόπουλου, καθηγήτρια ψυχοδυναμικής νευροεπιστήμης στο University College London.
Ακούστε το άρθρο

Η ανάγκη για άγγιγμα είναι καθαρά υποσυνείδητη στον άνθρωπο. Πριν καν γεννηθούμε, όταν το αμνιακό υγρό στη μήτρα στροβιλίζεται γύρω μας και το εμβρυϊκό νευρικό σύστημα μπορεί να ξεχωρίσει το σώμα μας από εκείνο της μητέρας, ολόκληρη η έννοια του εαυτού μας έχει τις ρίζες της στην επαφή.

«Το ανθρώπινο σώμα έχει δημιουργήσει όλα τα μοντέλα του με βάση την αφή που λαμβάνει από αυτούς που μας φροντίζουν», λέει στον Guardian η Δρ Κατερίνα Φωτόπουλου, καθηγήτρια ψυχοδυναμικής νευροεπιστήμης στο University College London. «Είμαστε απόλυτα βασισμένοι σε αυτούς για να ικανοποιήσουμε τις βασικές ανάγκες του σώματος. Λίγα μπορούν να γίνουν χωρίς το άγγιγμα».

Ως ενήλικες πάλι, ενδέχεται να μην αντιληφθούμε τη σημασία του αγγίγματος ακόμα και όταν αυτό δεν υπάρχει πια. «Ίσως αρχίσουμε να συνειδητοποιούμε ότι κάτι λείπει, αλλά δεν θα ξέρουμε ότι είναι άγγιγμα», λέει ο καθηγητής Francis McGlone, νευροεπιστήμονας με έδρα το Πανεπιστήμιο John Moores του Λίβερπουλ και ειδικός στον τομέα της συναισθηματικής αφής. «Αλλά όταν μιλάμε για το πρόβλημα της μοναξιάς, συχνά αγνοούμε το προφανές: αυτό που οι μοναχικοί άνθρωποι στερούνται είναι το άγγιγμα».

Το άγγιγμα έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ψυχολογική και σωματική μας ευεξία, λέει ο καθηγητής Robin Dunbar, εξελικτικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Με τους στενούς φίλους και την οικογένειά μας, αγγίζουμε ο ένας τον άλλον περισσότερο από ό, τι αντιλαμβανόμαστε», λέει. Ως ενήλικες, σύμφωνα με την έρευνα του Dunbar, έχουμε ένα βασικό σύνολο, κατά μέσο όρο, πέντε φίλων που μπορούμε να εμπιστευτούμε και να κλάψουμε στους ώμους τους. «Βλέπουμε ακριβώς το ίδιο πράγμα στα πρωτεύοντα θηλαστικά», προσθέτει.

«Ακόμα και σε πολύ μεγαλύτερες κοινωνίες πρωτευόντων, ομάδες πέντε καλύτερων φίλων εμφανίζονται σε κάθε επίπεδο, κάνοντας μαζί την περιποίηση τους – την δική τους δηλαδή, ιδιαίτερη μορφή κοινωνικοποίηση. Σε πρωτεύοντα θηλαστικά και ανθρώπους, αυτοί οι ισχυροί δεσμοί δρουν σαν τοίχος προστασίας». Δεν είναι παράξενο λοιπόν, ότι από τα 40.000 άτομα από 112 χώρες που συμμετείχαν σε μια έρευνα ΒΒC και του Wellcome Collection το 2020, οι τρεις πιο κοινές λέξεις που χρησιμοποιούσαν για να περιγράψουν την αφή ήταν: «παρηγορητική», «ζεστή» και «αγάπη».

Δυστυχώς, καθώς η πανδημία συνεχίζεται, πολλοί από εμάς θα προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε το έντονο στρες, χωρίς την παρηγοριά του αγγίγματος. Όλοι έχουμε διαφορετικές ανάγκες και όρια βέβαια, αλλά η συνολική απουσία αγγίγματος, ειδικά όταν τα συναισθήματα είναι έντονα, έρχεται σε αντίθεση με την «καλωδίωση» (hardwiring)  που μας ρυθμίζει από τα βρεφικά μας χρόνια.

«Το άγγιγμα είναι ένας ρυθμιστικός παράγοντας που μπορεί να μετριάσει τα αποτελέσματα του άγχους και του πόνου, σωματικά και συναισθηματικά. Έχουμε δει στις μελέτες μας, ότι η έλλειψη αγγίγματος σχετίζεται με μεγαλύτερο άγχος», λέει ο η κ. Φωτοπούλου. «Σε περιόδους υψηλού στρες – η απώλεια εργασίας, ή ένα πένθος, για παράδειγμα – το να έχουμε περισσότερα αγγίγματα από τους γύρω μας βοηθά να το αντιμετωπίσουμε καλύτερα, ιδιαίτερα στο κομμάτι της μείωσης των αρνητικών επιδράσεων της [ορμόνης του στρες] κορτιζόλης». Ακόμα κι αν έχουμε συνηθίσει να μην μας αγγίζουν, μετά από λίγο η ανάγκη μπορεί να γίνει ιδιαίτερα σωματική – μερικές φορές μάλιστα περιγράφεται ως «πείνα στο δέρμα» ή «πείνα αγγίγματος».

Σε καταστάσεις έντονης πίεσης και στρες, μπορεί να αισθανόμαστε σαν ότι το σώμα μας  μετά βίας συγκρατεί τα συναισθήματα, αν δεν υπάρχει κάποιος δίπλα μας για να μας αγκαλιάσει. «Πολλές μελέτες υποστηρίζουν τη θεωρία ότι το άγγιγμα δίνει στον εγκέφαλο ένα σήμα ότι μπορεί να διαθέσει τους πόρους του για να αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση, γιατί κάποιος άλλος είναι εκεί για να μοιραστεί το βάρος. Αυτό προκαλεί μια έντονη αποσυμφόρηση», λέει ο η κ. Φωτοπούλου. Όμως το άγγιγμα δεν μια απλή αίσθηση.

Τα δύο τετραγωνικά μέτρα του δέρματος μας είναι γεμάτα με νευρικές ίνες που αναγνωρίζουν τη θερμοκρασία, την υφή, τον κνησμό, κλπ. Μια ομάδα ινών υπάρχει αποκλειστικά για να καταγράφει το απαλό χάρι: πρόκειται για τις προσαγωγές σωματοαισθητικές ίνες (CT).

Ο McGlone τις μελετά από το 1995, όταν ανακαλύφθηκαν σε ανθρώπους. Αυτοί οι νευρώνες, οι οποίοι βρίσκονται στο δέρμα όλων των κοινωνικών θηλαστικών, μεταδίδουν αργά ηλεκτρικά σήματα στα συναισθηματικά μέρη επεξεργασίας του εγκεφάλου και παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του κοινωνικού εγκεφάλου και στην ικανότητά μας να αντέχουμε στο στρες.

Μεγάλη συγκέντρωση των ινών αυτών βρίσκεται σε μέρη που δεν μπορούμε να «περιποιηθούμε» από μόνοι μας, όπως οι ώμοι και η πλάτη. «Αν σας αρέσει να τρίβετε την πλάτη σας, είναι επειδή υπάρχουν περισσότερες προσαγωγές σωματοαισθητικές ίνες σε αυτό το σημείο», αναφέρει ο McGlone. Η διέγερση αυτών των νευρώνων απελευθερώνει οξυτοκίνη και ντοπαμίνη και έχει άμεσο αντίκτυπο στα επίπεδα κορτιζόλης, τα οποία ρυθμίζουν τη διάθεσή μας.

Το 2017, η ομάδα της Φωτοπούλου δημοσίευσε μια μελέτη που έδειξε ότι ακόμη και το απαλό χάιδεμα από έναν ξένο μπορεί να μειώσει τα συναισθήματα του κοινωνικού αποκλεισμού. Όμως, στις κανονικές μας ζωές, δεν χαϊδεύουμε ο ένας τον άλλο όλη την ώρα. «Δεν χρειαζόμαστε αυτό το άγγιγμα όλη την ημέρα», επισημαίνει ο McGlone. «Χρειαζόμαστε μόνο αυτό το απαλό είδος αγγίγματος ανά διαστήματα».

Και μπορεί να μην υπάρχει πραγματικό υποκατάστατο αυτού που παίρνουμε από άλλους ανθρώπους μέσα από μια αγκαλιά, ωστόσο υπάρχουν τρόποι για να ηρεμήσουμε. Το εργαστήριο της Δρ. Φωτόπουλου σύντομα θα δημοσιεύσει μια μελέτη, η οποία διεξήχθη κατά τη διάρκεια της πανδημίας και που βασίζεται στη θεωρία ότι, με τον ίδιο τρόπο που πιστεύουμε ότι μπορούμε να νιώσουμε τον πόνο των άλλων, μπορεί να είμαστε σε θέση να βιώσουμε έμμεσα και την επαφή.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το να βλέπουμε μια αγκαλιά ή ένα άγγιγμα (στην τηλεόραση ή σε ταινίες, για παράδειγμα), μπορεί να μας δώσει μερικά από τα οφέλη της αίσθησης του αγγίγματος. «Αυτό ονομάζεται ‘εναλλακτικό άγγιγμα», λέει η Φωτοπούλου. «Ο εγκέφαλος κωδικοποιεί πολυαισθητικές εμπειρίες με πολλούς τρόπους. Μπορούμε επίσης να ’νιώσουμε’ τον πόνο και τις απολαύσεις των άλλων μόνο με το να τους βλέπουμε», λέει. «Αυτό δεν είναι μόνιμο ή πλήρες υποκατάστατο, αλλά μερικό».

Η πείνα για αγκαλιές, είναι σήμα ότι δεν ικανοποιείται μια πρωτόγονη ανάγκη. Όμως σύμφωνα με τους ειδικούς, έχουμε στο πλευρό μας την εξέλιξη και όταν με το καλό ξανασμίξουμε, θα προσαρμοστούμε γρήγορα. «Θα υπάρχει διαφορά μεταξύ των ανθρώπων, πιθανώς με βάση τη διάρκεια που ο καθένας έμεινε μόνος, ενώ μπορεί να υπάρχει μια περίοδος αδεξιότητας και επαναδιαπραγμάτευσης”, λέει ο Dunbar. «Όμως έχουμε εξελιχθεί για να προσαρμοστούμε».

via

Όλη η επικαιρότητα