Categories: Ομογένεια

ΗΠΑ: Ο κληρονόμος του Τζον Τσάκαλος σκότωσε παππού και μάνα

Share

Ο Αγαμέμνων εισέρχεται στο παλάτι πατώντας έναν πορφυρό τάπητα που έχει τοποθετήσει η Κλυταιμνήστρα για να τον ακινητοποιήσει και να τον σκοτώσει. Βασιλιάς, νικητής, παντοδύναμος, με όλο το χρυσάφι του κόσμου, αλαζόνας και παρ’ όλα αυτά καταλήγει δολοφονημένος από αγαπημένο, οικείο χέρι.

Η υπόθεση που συγκλονίζει τα τελευταία 24ωρα την άλλη άκρη του Ατλαντικού δεν γράφτηκε από τον Αισχύλο, αλλά θυμίζει αρχαία ελληνική τραγωδία, με Έλληνα πρωταγωνιστή και θύτη και θύματα που μοιράζονται το ίδιο αίμα.

Ο αγαπημένος εγγονός συνελήφθη, έστω και χρόνια αργότερα, για τη δολοφονία τόσο του παππού και μέντορά του όσο και της μητέρας του. Κίνητρο; Η συνήθης απληστία. Αυτή είναι που επιφέρει ανείπωτα δεινά και αναδεικνύει τα ταπεινότερα εκ των ανθρώπινων ενστίκτων. «Εν εκάστη τραγωδία υπάρχει Εγκλημα και Αδικία. Της οποίας η Τιμωρία αποτελεί Κάθαρσιν». Στο έγκλημα αυτό, αν και άργησε, φαίνεται λοιπόν ότι έφτασε η στιγμή της κάθαρσης. Η υπόθεση αυτή έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον, μια και περιλαμβάνει δύο φόνους σε απόσταση ετών και στον πυρήνα της υπάρχει μια οικογένεια που έμοιαζε ευλογημένη από κάθε άποψη.

Χρήματα, φήμη, θαλπωρή και αγάπη. Ως γνωστόν, αίμα χύνεται τόσο σε παλάτια όσο και σε καλύβες. Οι τραγωδίες, όμως, των πλουσίων και προνομιούχων αυτού του κόσμου ασκούν μια σχεδόν μυστικιστική έλξη στον υπόλοιπο κόσμο, από την αρχαιότητα ακόμα. Παρά τον αποτροπιασμό που προκαλούν, υποσυνείδητα λειτουργούν και ως πλάστιγγα των δεινών: χάνουν τα πάντα, ακόμα κι εκείνοι στους οποίους έχουν ήδη δοθεί όλα. Η πτώση τους είναι πάντα πιο εκκωφαντική, μια υπενθύμιση ανθρώπινης ισότητας στη δυστυχία και στη φρίκη. Πόσο μάλλον όταν βάζει κάτω τα πλέον ευφάνταστα κινηματογραφικά σενάρια.

Γιος μεταναστών

Ο Τζον Τσάκαλος γεννήθηκε στην Αμερική. Ο μοναχογιός μιας οικογένειας Ελλήνων μεταναστών. Οι γονείς του, Κώστας και Καλλιόπη, είχαν μεταναστεύσει στη Γη της Επαγγελίας στα νιάτα τους. Είχαν αποκτήσει πέντε κόρες, πριν γεννηθεί επιτέλους ο γιος τους, «ο Γιαννάκης μας». Μετά την ενηλικίωσή του κατατάχθηκε στον στρατό των ΗΠΑ και υπηρέτησε ως αλεξιπτωτιστής στις Φιλιππίνες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Συμμετείχε, μάλιστα, σε πολλές αποστολές υψηλού κινδύνου. Στη συνέχεια, απέκτησε την οικογένεια και την περιουσία του. Το αγαπημένο του μότο ήταν «χωρίς οικογένεια δεν έχεις τίποτα. Η οικογένεια είναι τα πάντα». Επιθυμούσε τόσο τα παιδιά όσο και τα εγγόνια του να μην απομακρυνθούν από την ελληνική παράδοση.

Ολοι βαφτίστηκαν ορθόδοξοι και φοίτησαν στο ελληνικό σχολείο. Εξάλλου, απαιτούσε να μιλάνε ελληνικά στο σπίτι. Αποδείχθηκε έξυπνος και εργατικός. Ηταν πολύ αγαπητός στην κοινότητα και ιδιαίτερα στην ελληνική εκκλησία, στην οποία διέθετε τεράστια ποσά. Οσο ζούσε και η σύζυγός του, είχαν γίνει γνωστοί και για το σπίτι τους. Ως κτηματομεσίτης, διάθετε ένα από τα πλέον εντυπωσιακά οικήματα στο Νιου Χάμσαϊρ και κάθε Χριστούγεννα άνοιγαν το σπίτι στο κοινό, κάνοντας επίδειξη του χριστουγεννιάτικου φωτισμού του.

Σύμφωνα με την οικογένειά του, η ζωή του ήταν η ζωντανή απόδειξη του αμερικανικού ονείρου. Ο επίλογος ήταν η μοναδική παραφωνία, μα τι παραφωνία! Ο ελληνικής καταγωγής 87χρονος άνδρας είχε δημιουργήσει έναν δυσθεώρητο πλούτο, προτού βρεθεί πυροβολημένος εξ επαφής στο κεφάλι πολλές φορές, μέσα στο σπίτι του. Τη στιγμή εκείνη η κληρονομιά του ξεπερνούσε τα 70 εκατ. δολάρια και θα μοιραζόταν στις τέσσερις κόρες του. Ο Τσάκαλος δεν είχε συμπεριλάβει τα εγγόνια του, αλλά είχε ιδιαίτερη σχέση με ένα από αυτά, τον Νάθαν, γιο της κόρης του Λίντα.

Αν και ο Τζον λάτρευε τις κόρες του, στεναχωριόταν που δεν θα συνεχιζόταν το όνομά του. Αυτός ήταν ο λόγος που προσκολλήθηκε στον εγγονό του Νάθαν. Ο εγγονός του από μικρός έδειχνε ιδιαίτερη αδυναμία στον παππού του, ενώ είχε μείνει μαζί του για τρία ολόκληρα χρόνια μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο. Ηταν ο μόνος που έδειχνε ενδιαφέρον για το επάγγελμά του. Τον ακολουθούσε σε διάφορα ραντεβού, ενώ ο Τζον έλεγε συχνά σε φίλους και συνεργάτες, συστήνοντάς τον ότι «ο Νάθαν είναι ο πιο Ελληνας από τους συγγενείς μου». Το δέσιμό του είχε αποτυπωθεί και στην οικονομική βοήθεια που του είχε προσφέρει, κάτι που δεν είχε κάνει με κανένα άλλο εγγόνι του. Του είχε ανοίξει δύο τραπεζικούς λογαριασμούς, καταθέτοντας διάφορα ποσά.

Το τελευταίο ήταν πάνω από μισό εκατομμύριο. Του αγόρασε επίσης ένα διαμέρισμα και ένα φορτηγό, ενώ τον προέτρεψε να πάει στο πανεπιστήμιο, αναλαμβάνοντας όλα τα έξοδα. Ο Νάθαν «απέτυχε να ολοκληρώσει τα περισσότερα από τα μαθήματά του». Ο παππούς του εξομολογήθηκε σε φίλους του ότι «μάλλον θα γίνει επιχειρηματίας σαν εμένα. Δεν ανησυχώ!». Ο λατρεμένος αυτός εγγονός σπάραξε στην κηδεία του παππού του.

Οταν τρία χρόνια αργότερα εξαφανίστηκε στη θάλασσα αυτός και η μητέρα του, όλοι έκαναν λόγο για κατάρα! Χάθηκαν στα νερά, έξω από το νησί Martha’s Vineyard. Σε έναν από τους αγαπημένους προορισμούς τόσο του ίδιου όσο και της υπόλοιπης οικογένειας. Αν το σκεφτεί κανείς, η ειδυλλιακή ομορφιά του νησιού και οι διάσημοι επισκέπτες του το καθιστούν το ιδανικό σκηνικό της υπόθεσης αυτής. Στο θέρετρο του Ατλαντικού, με θαμώνες τους πιο πλούσιους και ισχυρούς και τα σπίτια των δεκάδων εκατομμυρίων, όπως αυτό της οικογένειας του Μπαράκ Ομπάμα, των Κένεντι και άλλων, γράφτηκε ο δραματικός επίλογος και άλλων ιστοριών που αρχικά έμοιαζαν παραμυθένιες.

Η σκοτεινή πραγματικότητα

Η πραγματικότητα, όμως, αποδεικνύεται συχνά πιο σκοτεινή. Το 1969, εκεί γράφτηκε ο πολιτικός επίλογος του πολλά υποσχόμενου τότε γερουσιαστή Tεντ Κένεντι, αδελφού του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Τζον Φ. Κένεντι. Ο γερουσιαστής προκάλεσε ένα θανατηφόρο αυτοκινητικό στύχημα με θύμα μια νεαρή γυναίκα. Δεκαετίες αργότερα, το αεροπλάνο του ανιψιού του και γιου του προέδρου, Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι Τζούνιορ, συνετρίβη στον Ατλαντικό Ωκεανό λίγο έξω από τις ακτές του νησιού, με θύματα τον ίδιο, τη σύζυγό του Καρολάιν ΜπεσέτιΚένεντι και την αδελφή της, ενισχύοντας την «κατάρα των Κένεντι». Στα ίδια νερά βρέθηκε το 2016 ο 22χρονος Νάθαν Κάρμαν. Τόσο τα δικά του ίχνη όσο και της μητέρας του είχαν χαθεί επτά ημέρες νωρίτερα. Είχε καλέσει τη Λίντα να περάσουν την ημέρα μαζί.

Οι δυο τους συνήθιζαν να πηγαίνουν για ψάρεμα, αποτυπώνοντας σε φωτογραφίες τα λάφυρά τους, τους τόνους που έπιαναν, με το σκάφος που η ίδια τού είχε κάνει δώρο στα 18α γενέθλιά του και το είχαν ονομάσει για πλάκα «Ανεμοβλογιά». Η ακτοφυλακή και οι Αρχές μετά από τέσσερα αγωνιώδη 24ωρα τερμάτισαν τις διαδικασίες ανεύρεσης και παραδέχτηκαν ότι οι πιθανότητες να βρεθούν ζωντανοί μητέρα και γιος ήταν απειροελάχιστες. Κι όμως, ξαφνικά εντόπισαν μα φουσκωτή βάρκα διάσωσης, στην οποία βρισκόταν μονάχα ο νεαρός, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι περιφερόταν για ημέρες στη θάλασσα αποπροσανατολισμένος.

Αργότερα, περιέγραψε στις Αρχές ότι το σκάφος βυθίστηκε όταν μυστηριωδώς άρχισε να μπάζει νερά. Σε αντίθεση με τον ίδιο, η μητέρα του δεν κατάφερε να ανέβει στη σωσίβια σχεδία και παρά τις προσπάθειές του δεν μπόρεσε να την εντοπίσει. Οι αρχικές σκέψεις επικεντρώθηκαν στην κακή τύχη του γοητευτικού νεαρού και της οικογένειάς του. Το άλλοτε χρυσό αγόρι της πάμπλουτης οικογένειας με τις τεράστιες χορηγίες και φιλανθρωπικές πράξεις στην κοινότητα είχε χτυπηθεί αλύπητα από τη μοίρα. Αφού έχασε τον παππού και πατριάρχη της οικογένειας με αυτόν τον αποτρόπαιο τρόπο, έχασε και τη μητέρα του. Η καχυποψία δεν άργησε να διαδεχθεί το πρώτο σοκ και το αίσθημα ανακούφισης που προκάλεσε η διάσωσή του έπειτα από επτά ολόκληρες ημέρες στο νερό.

Οι θείες και τα μέλη της οικογένειάς του δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ο Νάθαν είχε προλάβει να προμηθευτεί νερό και τροφή πριν βουλιάξει το σκάφος, αλλά δεν είχε εντοπίσει τη μητέρα του. Ηταν εκείνοι που συνέδεσαν τα δύο εγκλήματα, εντόπισαν ως κίνητρο τη διασφάλιση της περιουσίας και πίεσαν τις Αρχές να κινηθούν. Πράγματι, εκδόθηκε ένταλμα έρευνας για το σπίτι του Νάθαν στο Βερμόντ. Η Αστυνομία αναζητούσε χάρτες, έγγραφα, συσκευές εντοπισμού θέσης, ηλεκτρονικές συσκευές και οτιδήποτε θα συνέβαλε στην παροχή συντεταγμένων ή απόδειξης ενός σχεδίου βύθισης.

Οι Αρχές αναζητούσαν επίσης αποδείξεις για αγορές ανταλλακτικών σκαφών ή εξοπλισμού. «Η έρευνα αποκάλυψε ότι το σκάφος του Νάθαν χρειαζόταν μηχανική επισκευή και ότι ο ίδιος διεξήγαγε ένα μέρος αυτών των επισκευών με δική του βούληση, κάτι που θα μπορούσε ενδεχομένως να καταστήσει το σκάφος μη ασφαλές για λειτουργία», δήλωσε ένας εκ των ερευνητών που είχε αναλάβει την υπόθεση. Τότε ήταν που εστίασαν και στην προσωπικότητα του Νάθαν. Πίσω από την αψεγάδιαστη εικόνα, την προσποιητή ευγένεια και την αγάπη προς την οικογένειά του, ανακάλυψαν έναν προβληματικό νέο. Είχε υψηλό IQ, ξεσπάσματα και στο παρελθόν είχε εξαφανιστεί για μέρες, μετά τον θάνατο του αλόγου του.

Οι απανωτές απώλειες και η διάσωση επτά ημέρες μετά τη βύθιση οδήγησαν και σε κάποιες τηλεοπτικές εμφανίσεις του Νάθαν. Παρά την προσπάθειά του να παραπλανήσει την κοινή γνώμη και τις Αρχές, η αμηχανία και η έλλειψη συναισθήματος ήταν εμφανείς. Ο ίδιος τότε πέρασε στην αντεπίθεση, λέγοντας ότι πάσχει από το Σύνδρομο Ασπεργκερ και δεν αντιδρά όπως οι υπόλοιποι, ακόμα και στον θρήνο. Και μπορεί να χρειάστηκε να περάσουν χρόνια, ωστόσο δύο ημέρες ήταν αρκετές για να του ασκηθούν οκτώ διαφορετικές κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένης της σκηνοθεσίας της δολοφονίας της μητέρας του. Οι Αρχές πιστεύουν ότι τη δολοφόνησε και μετά βύθισε το σκάφος. Η σορός της δεν βρέθηκε ποτέ. Ο ίδιος επιμένει στην αθωότητά του.

Στην περίπτωση μάλιστα που θα καταδικαστεί, θα περάσει όλη τη ζωή του στη φυλακή. Το χειρότερο όλων για την οικογένεια είναι ότι στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί τον εαυτό του διαβάλλει τον παππού του μετά θάνατον: υποστηρίζει ότι είχε παράνομο δεσμό με μια νεαρή γυναίκα 20 ετών, με τον δικηγόρο του να προσκομίζει οικονομικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν αυτούς τους ισχυρισμούς. «Της είχε πληρώσει δεκάδες χιλιάδες δολάρια για πλαστική στήθους και άλλες αισθητικές επεμβάσεις» και ίσως εμπλέκεται κάπως… Την καλούν, μάλιστα, και ως μάρτυρα.

Σχεδιασμένο έγκλημα

Πριν από τη δολοφονία του παππού του, ο κατηγορούμενος πλέον -όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο- άρχισε να κάνει «λεπτομερείς ερωτήσεις» σχετικά με την οικονομική αυτοκρατορία της οικογένειας, ενώ έπεισε και τη μητέρα του να τον ονομάσει δικαιούχο των δικών της καταπιστευμάτων. Οι Αρχές πιστεύουν ότι το έγκλημα ήταν σχεδιασμένο εδώ και χρόνια. Ξεκίνησε με την άγρια δολοφονία του παππού του. Αγόρασε ψεύτικη ταυτότητα. Με αυτήν προμηθεύθηκε ένα όπλο. Μπήκε στο σπίτι, καθώς είχε κλειδιά και γνώριζε τους κωδικούς, και σκότωσε τον Τζον Τσάκαλο στον ύπνο του.

Εξαφάνισε τον σκληρό δίσκο του υπολογιστή του και το GPS, ώστε να μην μπορεί να αποδειχθεί πού βρισκόταν τη νύχτα της δολοφονίας. Το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι όχι μόνο δεν κατηγορήθηκε για το έγκλημά του, αλλά ότι μετά τον θάνατο του Τσάκαλου ο κληρονόμησε άλλες 500.000 δολάρια που ο παππούς του είχε εξασφαλίσει γι’ αυτόν, κάτι σαν δώρο, «για να πραγματοποιήσει τα όνειρά του». Οταν σπατάλησε τα χρήματα, σειρά είχε η μητέρα του: αποφάσισε να την εξοντώσει ώστε να πάρει το μερίδιό της, το οποίο ξεπερνούσε τα 40 εκατ. δολάρια.

Μία από τις στενότερες φίλες της Λίντα περιέγραψε ότι η γυναίκα αγαπούσε τον γιο της, αλλά και τον φοβόταν. Είχε υποψίες για τη συμμετοχή του στη δολοφονία του πατέρα της, αλλά πείστηκε από τον ίδιο για την αθωότητά του. Για καλό και για κακό, όμως, της έστειλε ένα μήνυμα πριν από την εκδρομή με τον γιο της. Την ενημέρωνε ότι θα πήγαινε για ψάρεμα και της έδινε οδηγίες σε περίπτωση που δεν θα επικοινωνούσε μαζί της να ειδοποιήσει τις Αρχές.

Αυτό ακριβώς έκανε το ίδιο βράδυ. Η διαφορά ήταν ότι δεν είχε εξαφανιστεί μονάχα η Λίντα, αλλά και ο Νάθαν. Οταν οι ημέρες περνούσαν και οι ελπίδες για την ανεύρεσή της εξανεμίζονταν άρχισαν οι συζητήσεις και οι φήμες για κατάρα του άλλοτε τυχερού Ελληνα με το χέρι του Μίδα. Τρεις απώλειες, σε λίγα χρόνια. Η κατάρα πήρε άλλη μορφή όταν αποδείχθηκε η εμπλοκή του εγγονού.

Ο Τζον Τσάκαλος διάβαζε ελληνικές εφημερίδες και βιβλία. Ισως είχε διδαχθεί την τραγωδία του Αισχύλου και τη δολοφονία του τρανού Αγαμέμνονα από τα χέρια της γυναίκας του. Ο ίδιος, μετά από μια ζωή γεμάτη διακρίσεις και επιτυχία, χάθηκε από τα χέρια του αγαπημένου του εγγονού. «Εκείνου που θα τον διαδεχόταν…». Και τώρα -ειρωνεία της τύχης- οι απόγονοί του, τους οποίους προέτρεπε μονίμως να παραμένουν ενωμένοι και να μη δίνουν δικαιώματα, παλεύουν στα δικαστήρια. Μηδένα προ του τέλους μακάριζε…

Πηγή: protothema.gr