Ηλεία

Κ. Παπαδόπουλος: Ο καλός παραγωγός είναι ο πιο σημαντικός συνεργάτης μας!

Όταν ρωτάει κανείς ποιο είναι το εθνικό προϊόν της κάθε χώρας, η απάντηση των Ελλήνων είναι φυσικά το ελαιόλαδο.
Ακούστε το άρθρο

Όταν ρωτάει κανείς ποιο είναι το εθνικό προϊόν της κάθε χώρας, η απάντηση των Ελλήνων είναι φυσικά το ελαιόλαδο. Ένα προϊόν που είναι και το βασικό της Ηλείας, από το οποίο χιλιάδες παραγωγοί προσπαθούν να βγάλουν τα προς το ζην, πολλές φορές κάτω από αντίξοες συνθήκες.

Και σίγουρα εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού και ο κλάδος του ελαιολάδου δέχτηκε ένα ισχυρό πλήγμα, όσον αφορά την τιμή πώλησης, που πολλές φορές ήταν πάρα πολύ χαμηλή και οι παραγωγοί έδιναν το λάδι τους με …μισή καρδιά, απλώς για να μην μείνει στις αποθήκες.

Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, ιδιοκτήτης της επιχείρησης Ελαιοτριβείο Παπαδόπουλος- Mediterre και διευθύνων σύμβουλος της Mediterre Eurofood A.E. θέλει να αλλάξει αυτήν την εικόνα και να φέρει το λάδι εκεί που πραγματικά πρέπει να είναι. Δηλαδή στα σούπερ μάρκετ όλου του κόσμου, με τιμή πώλησης σαφώς υψηλότερη από την σημερινή.

Για να συμβεί όμως αυτό, θα πρέπει να βελτιωθεί η ποιότητα του ελαιολάδου, να υπάρξει καλύτερη τυποποίηση του προϊόντος, έτσι ώστε το ελληνικό λάδι να κερδίσει τις μεγάλες αγορές όλης της υφηλίου και να πάψει να είναι ένα υποτιμημένο προϊόν.

Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος στη συνέντευξη που μας παραχώρησε αναλύει τα άμεσα σχέδιά του και μιλάει για τα όνειρα που έχει, ώστε να μπορέσουν οι Ηλείοι παραγωγοί να έχουν ένα σταθερό εισόδημα, που θα τους οδηγήσει φυσικά σε περαιτέρω επενδύσεις για συνεχή βελτίωση του προϊόντος.
Και επειδή είναι ένας από τους δύο ελαιοπαραγωγούς που συμμετέχουν στην ειδική ομάδα που συνέστησε το Υπουργείο αγροτικής ανάπτυξης για να βελτιωθεί η ποιότητα του ελαιόλαδου, μας δηλώνει ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την έρευνα, τη συνεχή βελτίωση του προϊόντος και τη σκληρή και μεθοδική δουλειά.

– Η φετινή χρονιά ξεκίνησε με αρκετές δυσκολίες, υπάρχει όμως αισιοδοξία ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα και οι τιμές θα σταθεροποιηθούν έτσι ώστε και η εταιρεία αλλά και οι παραγωγοί να μπορούν να πιάσουν τις καλύτερες τιμές;

«Η φετινή χρονιά όπως ξέρουμε και έχουμε διαπιστώσει έως αυτή τη στιγμή, είναι αρκετά δύσκολη για όλους, οι τιμές ξεκίνησαν με υψηλές προσδοκίες, αλλά βλέπουμε ότι η τιμή του λαδιού συνεχώς υποχωρεί.

Το σημαντικό για εμάς και εκεί εστιάζουμε είναι η ποιότητα που μπορεί να μας δώσει υπεραξία. Αποδεδειγμένα λοιπόν, όταν οι τιμές ήταν στο 3,30 εμείς μπορούσαμε και αγοράζαμε στο 3,80 ή στο 3,70 με συγκεκριμένες προδιαγραφές. Ευχαριστούμε και τους παραγωγούς που ανταποκρίθηκαν σε αυτό το κάλεσμα και έως τώρα έχουμε καταφέρει να έχουμε συγκεντρώσει τις ποσότητες που θέλαμε.

Τώρα όσον αφορά τη συνέχεια, θεωρώ ότι ακόμα είμαστε στο ξεκίνημα, η χρονιά έχει πάει αρκετά πίσω και λόγω έλλειψης εργατών, αλλά και βάσει της ωριμότητας. Επίσης οι ποσότητες είναι περιορισμένες, έχουν επηρεάσει και οι πυρκαγιές, αλλά και οι καιρικές συνθήκες. Εμείς προσπαθούμε να ενημερώσουμε τους παραγωγούς για τον τρόπο συγκομιδής, αλλά και γενικότερα με τους γεωπόνους μας, πως πρέπει να γίνεται η καλλιέργεια, για να παράξουμε όσο το δυνατόν καλύτερο ελαιόλαδο και να πιάσουμε έτσι τις καλύτερες δυνατές τιμές. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε και παροτρύνουμε τους παραγωγούς να ακολουθήσουν αυτή την τακτική. Πιστεύω ότι όσον αφορά τις τιμές θα σταματήσει ο κατήφορος, θα σταθεροποιηθούν οι τιμές για να μπορέσουμε όλοι να είμαστε βιώσιμοι αφού τα πάντα έχουν ακριβύνει και για τους παραγωγούς, αλλά και για μας. Θεωρώ ότι μόνο με την ποιότητα μπορούμε να σταθούμε και να κερδίσουμε ότι καλύτερο μπορούμε».

– Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με την επιχείρηση και με την τυποποίηση του ελαιολάδου;

«Το ελαιοτριβείο έχει ξεκινήσει το 1989 από τον πατέρα μου, εγώ ανέλαβα το 2006, με μία διαφορετική λίγο φιλοσοφία. Εστιάζουμε στην ποιότητα, στο να διαφοροποιήσουμε το προϊόν που παράγουμε. Αυτό είναι το όραμα, πάνω σε αυτό στηρίχτηκα. Τα πρώτα βήματα ήταν για να αποκτήσω γνώση, και εκεί διαπίστωσα πόσο λάθος αντιμετωπίζουμε όλοι την παραγωγή του ελαιολάδου. Αυτό είναι μία τεράστια παθογένεια, την οποία ακόμα πληρώνουμε στην Ελλάδα, διότι πιστεύουμε όλοι ότι έχουμε το καλύτερο λάδι στον κόσμο, με αποτέλεσμα να μην κάνουμε τίποτα για να το κάνουμε καλύτερο. Οι άλλες χώρες που δεν είχαν το καλύτερο λάδι, ανέπτυξαν έρευνα, τεχνογνωσία μέσα από πανεπιστήμια, είχαν τεχνολογική εξέλιξη, εστίασαν στις ποικιλίες τους στον τρόπο παραγωγής, και σήμερα είμαστε αρκετά πίσω όσον αφορά την ποιότητα του ελαιολάδου. Μας έχουν ξεπεράσει δυστυχώς.

Και το πιο άσχημο είναι ότι δεν μας έχουν ξεπεράσει οι παραδοσιακές στην παραγωγή ελαιόλαδου χώρες, όπως είναι η Ιταλία και η Ισπανία, αλλά χώρες όπως η Τυνησία, η Τουρκία που είναι πολύ απειλητική, αφού εκεί το κόστος είναι πολύ μικρό, αλλά και λόγω των εκτάσεων που έχει και των κλιματολογικών συνθηκών. Αυτές οι χώρες έχουν το εξής πλεονέκτημα. Επειδή δεν είχαν αναπτύξει την ελαιοπαραγωγή όπως εμείς, παίρνουν κατευθείαν μία προχωρημένη τεχνογνωσία και δεν χρειάζεται να αλλάξουν την κουλτούρα και όλα αυτά που έχουμε χτίσει εμείς όλα αυτά τα χρόνια.

Αυτό σημαίνει ότι εμείς θα πρέπει να τρέξουμε πάρα πολύ γρήγορα όσον αφορά την ποιότητα για να είμαστε ανταγωνιστικοί. Αυτά τα έχω διαπιστώσει μετά από χρόνια εμπειρίας πάνω στο χώρο. Και εκεί που αισθάνομαι δικαιωμένος είναι στο γεγονός ότι αν και πολλοί δεν πίστευαν ότι μπορούμε να παράξουμε ένα πολύ καλό λάδι και να αποδείξουμε ότι η Ηλεία είναι στο χάρτη του ελαιολάδου στην Ελλάδα, τα καταφέραμε, η υπομονή και η επιμονή δικαίωσε αυτή την προσπάθεια και πλέον είμαστε η μοναδική εταιρεία η οποία μπορεί και παράγει υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο σε μεγάλες ποσότητες, τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα. Έτσι μπορούμε και τροφοδοτούμε εκτός από τα δικά μας δίκτυα και άλλες μεγάλες εταιρείες του κλάδου, ελαιόλαδο στην ανώτατη ποιότητα για τα βραβευμένα προϊόντα τους».

– Πώς ένας ελβετικός κολοσσός ένωσε δυνάμεις με την εταιρεία Παπαδόπουλος;

«Μέσα λοιπόν από αυτή την διαδρομή και εστιάζοντας στην παραγωγή υψηλής ποιότητας ελαιολάδου, καταφέραμε να ξεχωρίσουμε για τα ελληνικά δεδομένα ως εταιρεία και πολλά βλέμματα που έψαχναν για υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο, μας προσέγγισαν, άλλοι για εμπορικούς λόγους και άλλοι για επενδυτικούς λόγους. Γνωρίζαμε πως τα κεφάλαια που χρειάζονται είναι μεγάλα και αν ήθελα και εγώ να πάω στο επόμενο βήμα σίγουρα χρειαζόμουν επενδυτές. Είχα προτάσεις από πολλούς επενδυτές, και επέλεξα αυτό το γκρουπ, αφού ήταν οι μόνοι επενδυτές που είχαν το ίδιο όραμα με μένα. Εστίαζαν δηλαδή στην ποιότητα, στην κοινωνική προσφορά, στην καλλιέργεια από το χωράφι, μέχρι το προϊόν να φτάσει στο ράφι. Μέσω λοιπόν αυτού του ομίλου, και μετά από μία σειρά ετών, πού ο ένας διάβασε τον άλλον, και δημιουργήθηκε κλίμα εμπιστοσύνης, πριν από 2-3 χρόνια ήρθαμε σε συμφωνία και δημιουργήσαμε μία καινούργια εταιρεία, η οποία έχει μία τεράστια δυναμική να αναπτύξει και να προωθήσει το ελαιόλαδο, αλλά και άλλα προϊόντα, σε όλο τον κόσμο».

– Τι επενδύσεις χρειάστηκε να γίνουν για να προχωρήσει αυτή η μεγάλη επένδυση και να έχουμε την βελτίωση της ποιότητας του ελαιολάδου;

«Η επένδυση είναι μία συνεχόμενη διαδικασία, αφού αν δεν επενδύεις συνεχώς δεν μπορείς να προχωράς. Θα πρέπει να επενδύεις για να μπορείς να καλύψεις τις αγορές, και ταυτόχρονα να μπορείς να εξελίσσεις το προϊόν, γιατί αυτός είναι ένας αγώνας που δεν σταματά ποτέ. Δεν μπορείς ποτέ να πεις ότι έχω φτιάξει το τέλειο προϊόν. Πάντα πρέπει να προσπαθείς να το κάνεις ακόμα καλύτερο. Έτσι λειτουργούμε και μέσα σε αυτό ο σημαντικότερος συνεργάτης είναι ο παραγωγός. Διότι χωρίς τον παραγωγό, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε, δεν μπορούμε να έχουμε την πρώτη ύλη, που με τη σωστή διαδικασία που θα την επεξεργαστούμε θα παράξουμε ένα υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο.

Η δική μας προσέγγιση είναι, με δική μας χρηματοδότηση, να δημιουργήσουμε μία ομάδα με γεωπόνους, οι οποίοι συμβουλευτικά μέσα στο 2022, θα καταγράψουν τον τρόπο που καλλιεργεί ο κάθε παραγωγός και στο τέλος της χρονιάς να μπορούμε να έχουμε βγάλει κάποια συμπεράσματα, ώστε για την επόμενη τριετία να αξιοποιήσουμε κοινοτικά κονδύλια με βασικό στόχο τη μείωση του κόστους παραγωγής, την αύξηση της παραγωγής και την αύξηση της ποιότητας. Ταυτόχρονα ήδη τρέχουμε ένα σχέδιο με το οποίο θα εντάξουμε την έξυπνη Γεωργία στα μέλη της ομάδας εγκαθιστώντας μετεωρολογικούς σταθμούς και αισθητήρες μέτρησης αρκετών δεδομένων ώστε να τα επεξεργάζονται οι γεωπόνοι μας, ώστε να γίνονται στοχευμένες επεμβάσεις στην καλλιέργεια αλλά και να προλαμβάνουμε τυχόν εξάρσεις ασθενειών.

– Για πρώτη φορά το Υπουργείο αγροτικής ανάπτυξης σας τοποθέτησε σε μία ομάδα που θα ασχοληθεί με το ελαιόλαδο στην χώρα. Θα είστε σε μία επιτροπή που θα αξιολογεί τις προτάσεις που θα υπάρξουν για τη βελτίωση του προϊόντος και φυσικά της παραγωγής. Πώς αισθάνεστε για αυτή την τοποθέτηση;

«Είναι μία επιτροπή που θα κάνει ολοκληρωμένες προτάσεις για την εθνική στρατηγική για το ελαιόλαδο. Επικοινώνησε μαζί μου ο ίδιος ο υπουργός, που είναι τιμητικό για μένα, για να συμμετάσχω σε αυτήν την επιτροπή. Είναι η πρώτη φορά που το υπουργείο ζήτησε από ανθρώπους που ασχολούνται με το προϊόν να συμμετάσχουν σε μία τέτοια επιτροπή και αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι εμείς είμαστε αυτοί που γνωρίζουμε τις παθογένειες και μπορούμε, αν υπάρχει πολιτική βούληση, να βοηθήσουμε έτσι ώστε να βελτιωθούν πολλά πράγματα και να έχουμε μία καλύτερη προοπτική για το ελαιόλαδο. Συνεδριάζουμε μία φορά την εβδομάδα και έχουμε ορίσει κάποιες υποομάδες που ασχολούνται με επιμέρους θέματα που έχουν να κάνουν με την παραγωγή, την εκπαίδευση, τα ελαιοτριβεία και την τυποποίηση, τις εξαγωγές και την προώθηση του ελαιολάδου ως το μεγαλύτερο εθνικό προϊόν. Θεωρώ ότι είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό, που μπορεί να αλλάξει πράγματα για το μέλλον του ελληνικού ελαιολάδου».

– Σε πόσες χώρες αυτή τη στιγμή εξάγεται προϊόντα σαν επιχείρηση;

«Εξάγουμε σε έξι Πολιτείες στην Αμερική, σε 10 διαφορετικές χώρες στην Ευρώπη, το 22 ξεκινάμε μία πολύ καλή συνεργασία με το Κατάρ, και επόμενος στόχος μας είναι οι περιοχές της Ασίας. Σίγουρα από τη μία στιγμή στην άλλη δεν μπορούμε να είμαστε σε όλο τον κόσμο, τα βήματά μας είναι στοχευμένα και στοχεύουμε σε συγκεκριμένες αγορές όπου θα μπορέσουμε να εισπράξουμε υπεραξία από αυτούς που αναγνωρίζουν και αναζητούν ένα πολύ καλής ποιότητας ελαιόλαδο».

– Υπάρχουν και άλλα προϊόντα τα οποία θα προσθέσετε στην γκάμα της παραγωγής σας; Είτε αφορούν το ελαιόλαδο, είτε κάποια άλλα προϊόντα.

«Για το ελαιόλαδο έχουμε διάφορους κωδικούς που καλύπτουν σε ένα μεγάλο σημείο τις ποιότητες του, ενώ σίγουρα θα προσθέσουμε και άλλες, όπως ελαιόλαδα διαφορετικών περιοχών και διαφορετικών ποικιλιών. Όμως το επόμενο βήμα μας που είναι αρκετά προχωρημένο, είναι η παραγωγή χυμών, που ήδη παράγουμε, και απομένει να δημιουργηθούν υποδομές ώστε η παραγωγή και συσκευασία να γίνεται κατευθείαν από μας. Ασχολούμαστε με ιδιαίτερους χυμούς, 100% φυσικούς, όπως είναι το Blueberry, το φραγκόσυκο, το ρόδι, το μανταρίνι και αυτή τη στιγμή προσπαθούμε να βρούμε στη Βόρεια Ελλάδα άγρια φρούτα, όπως το άγριο μύρτιλο, φρούτα του δάσους. Θεωρώ ότι την επόμενη σεζόν αυτά θα είναι σε παραγωγή».

– Και κλείνοντας θα θέλαμε να μας αναφέρετε τις δυσκολίες που αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκεια της καραντίνας λόγω του κορωνοϊού.

«Υπήρχε πρόβλημα σε μας, στην αρχή. Όταν τη σεζόν 2019-2020 έγινε το πρώτο lock down, εμείς είχαμε κλείσει συμφωνίες με πολλές εταιρείες για αρκετές ποσότητες ελαιολάδου, όπου όλα αυτά τα συμβόλαια μετακινήθηκαν για πέντε έως έξι μήνες μετά. Αυτό δημιούργησε σε μας ένα στιγμιαίο πρόβλημα ρευστότητας και επειδή ήτανε εκείνη την περίοδο και το ξεκίνημα της νέας εταιρείας, δεν είχε βρει δηλαδή ακόμη το βηματισμό μας, ώστε να μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε άμεσα.

Τότε βρήκαν την ευκαιρία κάποιοι να εκμεταλλευτούν αυτό το πρόβλημα διαδίδοντας ανακρίβειες για να διογκώσουν το πρόβλημα δημιουργώντας ανασφάλεια στους παραγωγού, ότι θα φάμε τα λεφτά του κόσμου και άλλα, και θεωρώ ότι αυτό δεν τιμά κανέναν.

Ήταν για μένα ένα μεγάλο μάθημα, για να καταλάβω ποιους ανθρώπους έχω δίπλα μου, με ποιους συνεργάζομαι, και ήμουν σε ένα δίλημμα εκείνη την περίοδο, που έλεγε ή να ρευστοποιήσω τα ελαιόλαδα για να πληρωθούν όλοι με χαμηλότερες τιμές βέβαια, ή να περιμένω να πληρωθούν όλοι με τις τιμές που είχαμε συμφωνήσει, απλά καθυστερημένα και ταυτόχρονα να μην εκτεθώ και στις αγορές οι οποίες είναι πολύ σημαντικές και πολύ δύσκολο να τις προσεγγίσεις για να πουλήσεις σε αυτές τις τιμές.

Όποτε επέλεξα τη δεύτερη περίπτωση και προς απογοήτευση αρκετών, η παραγωγοί πληρώθηκαν πριν ξεκινήσει η καινούργια σεζόν και από τότε μέχρι σήμερα, παρότι συνεχίζονται τα προβλήματα με τον Covid-19 έχουμε κρατήσει τις αγορές μας και μπορούμε να δίνουμε υψηλές τιμές στα ελαιόλαδα που πραγματικά αξίζουν».

Όλη η επικαιρότητα