Υγεία

Κατά φαντασίαν ασθενείς: Ποιοι νιώθουν άρρωστοι χωρίς να είναι

Ακούστε το άρθρο

Η αύξηση του πληθυσμού με υποχονδρίαση στρέφει το ερευνητικό ενδιαφέρον των επιστημόνων στην επίδραση του Internet στις ζωές μας αφού παρά πολλοί από εμάς αναζητούμε συχνά εκεί πληροφορίες για διάφορες ασθένειες

Το θεατρικό έργο και τελευταίο δημιούργημα του διάσημου συγγραφέα Μολιέρου που παίχτηκε για πρώτη φορά το 1673 πραγματεύεται την ιστορία ενός υποχόνδριου και φιλάργυρου ηλικιωμένου ο οποίος αισθάνεται συνέχεια άρρωστος ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα. Ο Μολιέρος, άρρωστος ο ίδιος από μικρή ηλικία μέσα από το συγκεκριμένο θεατρικό του έργο, στρέφει τα βέλη του εναντίων των γιατρών της εποχής του.

Πράγματι, τον 17ο αιώνα η κατάσταση της Ιατρικής ήταν ιδιαιτέρως συγκεχυμένη με διάφορους περιπλανώμενους κομπογιαννίτες να ασκούν Ιατρική μέσα από λοβοτομές, ύφος πομπώδες και φανταχτερές λατινικές ορολογίες πίσω από τις οποίες προσπαθούσαν να καλύψουν την ανεπάρκεια των γνώσεων τους. Εν έτει 2019 πως γίνεται να υπάρχουν «κατά φαντασίας ασθενείς» και αν ναι πως ξεχωρίζουν από τους ανθρώπους που πραγματικά νοσούν;

Τα παραπάνω συμπτώματα μαζί με κάποια ακόμα χαρακτηριστικά στην σύγχρονη εποχή ονομάζονται Υποχονδρίαση και ανήκουν στις Σωματόμορφες Διαταραχές, μια οικογένεια διαταραχών που έχουν σαν χαρακτηριστικό τους την ύπαρξη σωματικών συμπτωμάτων, τα οποία δεν μπορούν να ελεγχθούν συνειδητά από το ίδιο το άτομο που τα εμφανίζει ενώ παράλληλα δεν υπάρχει διαγνώσιμη σωματική πάθηση στην οποία θα μπορούσαν να αποδοθούν.Αυτό πρακτικά σημαίνει πως το ίδιο άτομο έχει μια υπερβολική έως και εμμονική ενασχόληση με διαφορά σωματικά συμπτώματα τα οποία προσπαθεί να αξιολογήσει μέσα από αμέτρητες διαγνωστικές εξετάσεις και πολλαπλές επισκέψεις σε ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων χωρίς να βιώνει ανακούφιση όταν τον διαβεβαιώνουν πως όλα βαίνουν καλώς με την σωματική του υγεία.

Οι σωματόμορφες διαταραχές διαφέρουν από τα ψυχοσωματικά προβλήματα καθώς στην δεύτερη περίπτωση η ψυχή νοσεί και προκαλεί αληθινές ασθένειες στον άνθρωπο (π.χ. αυτοάνοσα νοσήματα, σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου ) ενώ στην πρώτη περίπτωση δεν υπάρχει καμία διάγνωση από κανέναν ειδικό παρά ταύτα υπάρχει μη ελεγχόμενη σκέψη πως το άτομο νοσεί. Το γεγονός ότι διαφέρουν μεταξύ τους δεν σημαίνει πως αποκλείεται να συνυπάρχουν στο ίδιο άτομο. Επίσης διαφέρουν από την νοσοφοβία που βρίσκεται στην οικογένεια των ειδικών φοβιών καθώς στην νοσοφοβία το άτομο φοβάται να μην εκτεθεί σε μια ασθένεια ενώ στην υποχονδρίαση νομίζει πως έχει ήδη μια ασθένεια.

Πιο αναλυτικά, στην υποχονδρίαση, το ιατρικό ιστορικό παρουσιάζεται λεπτομερώς και πολλές φορές το άτομο νιώθει πως δεν λαμβάνει την κατάλληλη ιατρική φροντίδα. Το άτομο ασχολείται με σωματικές λειτουργίες, ασήμαντα σωματικά συμπτώματα ή ασαφείς σωματικές αισθήσεις (π.χ. Πονοκέφαλος ) για περισσότερο από 6 μήνες και θεωρεί πως είναι ενδεικτικές κάποιας σωματικής πάθησης ανησυχώντας έντονα για την αιτιολογία και την σημασία τους. Συχνά αμφισβητεί την εγκυρότητα και την αξιοπιστία των διαγνωστι

κών εργαλείων που του χορηγούνται ενώ παρατηρείται αμφισβήτηση και προβληματική σχέση γιατρού – ασθενούς αφού δεν πλαισιώνονται σε κάποια σωματική διαταραχή οι ενοχλήσεις του.

Στην υποχονδρίαση το άτομο μπορεί να τρομάζει όταν διαβάζει ή ακούει κάτι σχετικό με σωματικές παθήσεις, όταν κάποιος αρρωσταίνει/ φεύγει από την ζωή ή από την παρατήρηση του ίδιου πάνω στο σώμα του και αισθήσεις που προέρχονται από αυτό.

Η αύξηση του πληθυσμού που νοσεί τα τελευταία χρόνια από την συγκεκριμένη διαταραχή στρέφει το ερευνητικό ενδιαφέρον των επιστημόνων στην επίδραση του internet στις ζωές μας αφού παρά πολλοί από εμάς πέφτουμε στην παγίδα να αναζητήσουμε πληροφορίες για διάφορες ασθένειες και να ταυτοποιήσουμε συμπτώματα μας με διάφορες σωματικές παθήσεις χωρίς τις ειδικές γνώσεις Ιατρικής που χρειάζεται και φυσικά χωρίς ορθή κρίση.

Η διαταραχή αυτή είναι εξίσου συχνή στους άνδρες και στις γυναίκες και δημιουργεί ένταση στις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου επειδή το άτομο απορροφάται από την κατάσταση υγείας του και περιμένει ειδική αντιμετώπιση από τους άλλους ενώ συχνά επηρεάζει την απόδοση και την λειτουργικότητα του ατόμου με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις εργασιακές η άλλες υποχρεώσεις του.

Δεν υπάρχει μια σαφής εξήγηση στο ερώτημα « Γιατί κάποιοι παρουσιάζουν υποχονδρίαση ενώ κάποιοι άλλοι όχι» ωστόσο παρατηρείται συχνότερα μετά το πέρας ψυχοπιεστικών γεγονότων (π.χ. θάνατος αγαπημένων προσώπων, ύπαρξη ασθενειών στο ίδιο το άτομο ή σε συγγενείς του στο παρόν ή στο παρελθόν του ατόμου ) ή/ και σε άτομα που έχουν μεγαλώσει σε υπερπροστατευτικό περιβάλλον ή αντιθέτως σε περιβάλλον στο οποίο δεν ένιωθαν αγάπη και αποδοχή.

Όσον αφορά την θεραπεία, μπορεί να είναι δύσκολο για το ίδιο το άτομο που νοσεί να αναζητήσει βοήθεια σε Ψυχολόγο ή Ψυχίατρο καθώς πιστεύει όντως ότι νοσεί σωματικά ωστόσο ο περίγυρος του μπορεί να καθοδηγήσει τον άνθρωπο του σε μια από τις δυο ειδικότητες αφού είναι αυτές που συστήνονται για την συγκεκριμένη διαταραχή. Η φαρμακευτική αγωγή μειώνει τα συμπτώματα ωστόσο η ψυχοθεραπεία είναι το πιο σημαντικό εργαλείο για την αντιμετώπιση της υποχονδρίαση. Πώς;

Μέσα από το ασφαλές κλίμα που αναπτύσσεται ανάμεσα στο θεραπευτή και τον θεραπευόμενο το άτομο ανακαλύπτει τι του συμβαίνει και κατανοεί τα συμπτώματα του και σε πρώτη φάση μαθαίνει να δέχεται και να διαχειρίζεται τα συμπτώματα του με τον δικό του ρυθμό μέρα με την μέρα ενώ σε δεύτερη φάση συνδέει τα συμπτώματα με βιώματα που έχει ο ίδιος και αναδομεί τυχόν δυσλειτουργικές πεποιθήσεις γύρω από τα ιατρικά ζητήματα και τον ίδιο τον εαυτό του.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν όλοι να μπαίνουμε λιγότερο στον ρόλο του γιατρού, να απευθυνόμαστε στον σωστό ειδικό κάθε φορά που κάτι μας συμβαίνει και να στηρίζουμε και τους ανθρώπους της ζωής μας με σωστές καθοδηγήσεις.

via

Όλη η επικαιρότητα