Αρθρογραφία

Μία φορά και έναν καιρό

Γράφει η Άννα Κυριακοπούλου
Ακούστε το άρθρο

Το λαϊκό παραμύθι αποτέλεσε από πολύ παλιά ένα από τα βασικότερα μέσα ψυχαγωγίας.

Το λαϊκό παραμύθι συμβάλλει έτσι ώστε να κινητοποιηθούν και να λειτουργήσουν οι συμβολικές δραστηριότητες του νου που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν για να κατασκευάζουν νόημα, όχι μόνο για τον εξωτερικό κόσμο γύρω τους, αλλά και για τον εαυτό τους μέσα τους λειτουργώντας σε αναστοχαστική βάση.

Οι εκπρόσωποι της ψυχανάλυσης ασχολήθηκαν πολύ νωρίς με το λαϊκό παραμύθι, εστιάζοντας την προσοχή τους τόσο στην καταγωγή του όσο και στις λειτουργίες και τους συμβολισμούς του.

Για τους βασικούς εκπροσώπους της ψυχανάλυσης, όπως ο Freud και ο Jung, ο όρος “λαϊκό παραμύθι” έχει μια δυναμικότητα. Ο πρώτος τα θεώρησε ως ένα είδος ψυχολογίας που προβαλλόταν στον εξωτερικό κόσμο, ενώ ο δεύτερος ως όνειρα του υποσυνειδήτου.

Σύμφωνα με το ψυχαναλυτικό μοντέλο προσέγγισης, ο Bettelheim αναφέρει ότι τα παραμύθια μεταφέρουν σημαντικά μηνύματα στο συνειδητό, στο προσυνειδητό και στο ασυνείδητο.

Όπως ξετυλίγονται οι ιστορίες των παραμυθιών, ενσαρκώνουν τις πιέσεις του Εκείνου (id), επιτρέπουν την αναγνώρισή τους και υποδεικνύουν δρόμους για την ικανοποίηση των πιέσεων που, όμως, ευθυγραμμίζονται με τις απαιτήσεις του Εγώ (Ego) και του Υπερεγώ (Superego).

Τα λαϊκά παραμύθια δεν είναι τόσο αθώα όσο φαίνονται, καθώς με τη χρήση συμβόλων προβάλλουν πάθη και ανομολόγητες καταστάσεις. Για παράδειγμα, το κόκκινο χρώμα στα παραμύθια συμβολίζει τη σεξουαλική επιθυμία . Κάθε παραμύθι υποδεικνύει διάφορους τρόπους για εσωτερική ηρεμία, χωρίζοντας σε αντίθετους πόλους τις αταίριαστες πλευρές της εμπειρίας του παιδιού και προβάλλοντάς τις σε διαφορετικά πρόσωπα.

Έτσι, αυτά που ο Φρόυντ ονόμασε «Εκείνο», «Εγώ» και «Υπερεγώ», βρίσκονται μέσα στο παραμύθι σε διαφορετικά πρόσωπα.

Ο άνθρωπος και ιδίως το παιδί έχει την ανάγκη για εσωτερική ολοκλήρωση. Κάθε παραμύθι υποδεικνύει διάφορους τρόπους για εσωτερική ηρεμία. Το παραμύθι μάλιστα, καλλιεργεί τη φαντασία και την ευρηματικότητα του παιδιού, το συναίσθημα και την ανθρωπιά του, τη δημιουργικότητα και την καλλιτεχνική δεξιότητα. Ενώ σε ένα πρωταρχικό επίπεδο, τα παραμύθια διδάσκουν για τη ζωή, σε ένα δεύτερο εμφανίζουν τα ενδότερα προβλήματα των ανθρώπων και τις πιθανές τους λύσεις.

Η αισιοδοξία έναντι της απαισιοδοξίας, η ταύτιση και η υποκατάσταση έναντι της συνειδητής αναγνώρισης, η εξωτερίκευση, η ολοκλήρωση, η αυτονομία προκύπτουν από την επικοινωνία των παραμυθιών με το «υπό εκκόλαψη Εγώ του» προωθούν την ανάπτυξή του, εξομαλύνουν τις προσυνείδητες και ασυνείδητες πιέσεις.

Τα παραμύθια ξεκινούν από την έδρα του ψυχολογικού και συναισθηματικού Είναι του ανθρώπου· χωρίς να έχει απαιτήσεις το παραμύθι, παρέχει ελπίδες και γαλήνη μέσω της υπόσχεσης ενός ευτυχισμένου τέλους. Και ζήσαν λοιπόν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!!!!

Όλη η επικαιρότητα