Αρθρογραφία

Παιδιά με εγκεφαλική παράλυση στο σχολικό περιβάλλον

paidia_me_egkefaliki_paralysi.jpg
Ακούστε το άρθρο

Η παροχή εκπαίδευσης  των παιδιών με εγκεφαλική παράλυση σε σχολείο περιλαμβάνει κυρίως την οργάνωση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, την προσαρμογή των χώρων στις ειδικές ανάγκες τους και εξατομικευμένα ή ομαδικά προγράμματα για την αντιμετώπιση του λόγου, της κίνησης, και όποιων άλλων δυσκολιών και δυσλειτουργιών δημιουργεί η εγκεφαλική παράλυση. Η συμπλήρωση και τροποποίηση του σχολικού προγράμματος επικεντρώνεται όμως συνήθως στην κοινωνική και συναισθηματική προσαρμογή, στην ανάπτυξη κινητικών δεξιοτήτων καθώς και σε θέματα αυτοεξυπηρέτησης.  Το όλο πρόγραμμα δηλαδή συνήθως περιορίζεται στην προσαρμογή του φυσικού περιβάλλοντος στη σωματική αναπηρία του παιδιού, στη στήριξη της συναισθηματικής του κατάστασης, όχι όμως απαραίτητα και στην εφαρμογή ειδικών  μεθόδων διδασκαλίας. Οι κτιριακές παρεμβάσεις βέβαια είναι απαραίτητες για την ομαλή φοίτηση των παιδιών αυτών σε ειδικά σχολεία ή σε σχολεία γενικής εκπαίδευσης. Για παράδειγμα ανελκυστήρες για τα αναπηρικά καροτσάκια, ράμπες, ευρύχωρες τουαλέτες, κιγκλιδώματα, εξοπλισμός που θα διευκολύνει  και θα εξυπηρετήσει την όσο το δυνατόν πιο ελεύθερη και ανεξάρτητη κίνηση και σωματική δραστηριότητα είναι μερικές από τις πιο απαραίτητες παρεμβάσεις που απαιτούνται στις κτιριακές υποδομές. Πέρα όμως από τις υποδομές και  την προσφορά  των εκπαιδευτικών συστημάτων και προγραμμάτων στα εν λόγω παιδιά, ποια είναι η αντιμετώπιση και η στάση των συνομήλικων τους μέσα και έξω από την τάξη; Ποιος είναι ο ρόλος των εκπαιδευτικών στην ενταξιακή διαδικασία, οι ιδιαίτερες στάσεις και οι αντιλήψεις τους γύρω από το ζήτημα αυτό;

Οι εκπαιδευτικοί είναι απόλυτα σίγουρο πως επηρεάζουν με τη δική τους στάση  την απόδοση, τις στάσεις, τις αντιλήψεις και τη συμπεριφορά των μαθητών τους. «Με όποιο δάσκαλο καθίσεις….» λέει ακόμη πιο απλά ο σοφός λαός. Ένας σημαντικός λοιπόν παράγοντας στην ενσωμάτωση των παιδιών με ειδικές ανάγκες είναι ο ίδιος ο δάσκαλος, αφού  από τη μια με τη στάση του  απέναντι σε αυτά τα παιδιά  και από την άλλη με  τις μεθόδους που θα χρησιμοποιήσει εξαρτάται  αν θα γίνουν γρήγορα και πλήρως αποδεκτά από τη μικρή κοινωνία της τάξης. Η απόλυτη αποδοχή επομένως πρώτα του δασκάλου θα παίξει ιδιαίτερο ρόλο στην επιτυχή  ενσωμάτωση των «άλλων» παιδιών. Μπορεί οι μαθητές με αναπηρίες να αντιμετωπίζουν έτσι κι αλλιώς πολλά εμπόδια στην εκπαίδευσή τους αλλά τα εμπόδια και οι φραγμοί που προέρχονται από τη στάση του δασκάλου είναι η μεγαλύτερη πρόκληση. Όχι γιατί οι εκπαιδευτικοί είναι αντίθετοι με τη φιλοσοφία και την έννοια μιας ενσωμάτωσης αυτών των παιδιών στα γενικά σχολεία της γειτονιάς, αλλά  κυρίως επειδή νιώθουν απροετοίμαστοι και με ελλιπή στήριξη ώστε να μπορούν να υποδεχτούν στην τάξη τους ένα παιδί με εγκεφαλική παράλυση. Πολλές φορές πάλι έχουν έντονους προβληματισμούς για τις ικανότητες αυτών των παιδιών να λειτουργήσουν μέσα σε συνηθισμένη τάξη, ενώ συχνά φοβούνται ότι ένας μαθητής με «ιδιαιτερότητες» θα γίνει εστία διαταραχής στο κοινωνικό περιβάλλον της τάξης. Ουσιαστικά εκείνο με το οποίο πρώτα από όλα καλείται να αναμετρηθεί ο κάθε εκπαιδευτικός. που θα βρεθεί να έχει για μαθητή του ένα τέτοιο «διαφορετικό» παιδί, είναι τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις που άθελά του «κουβαλάει». Από την άλλη υπάρχουν μελέτες που δείχνουν πως πολλοί εκπαιδευτικοί νιώθουν απογοήτευση από την υποστήριξη που έχουν από τους αρμόδιους φορείς της πολιτείας, με αποτέλεσμα να έχουν άγχος και αρνητική στάση απέναντι στην ένταξη ενός μαθητή με αναπηρία στην τάξη τους

Αν λάβουμε υπόψη μας το τρισδιάστατο μοντέλο, που δέχονται πολλοί ψυχολόγοι ερευνητές, ότι δηλαδή κάθε στάση αποτελείται από τρία δομικά στοιχεία: τα συναισθηματικά, τα γνωστικά και τα συμπεριφορικά – και τα οποία καθορίζουν τις διάφορες στάσεις μας – θα διαπιστώσουμε πως στο χέρι του εκπαιδευτικού είναι να οδηγήσει πρώτα τον εαυτό του και στη συνέχεια τα «φυσιολογικά» παιδιά να υιοθετήσουν θετικές στάσεις και αντιλήψεις απέναντι σε ένα «διαφορετικό» παιδί. Και αν τελικά ο δάσκαλος καταφέρει τους μαθητές του να αποκτήσουν τη σωστή πληροφόρηση, να γνωρίσουν τη συγκεκριμένη δυσλειτουργία και να αποβάλουν τα όποια αρνητικά συναισθήματα τους προκαλεί το άγνωστο, τότε τα παιδιά θα δείξουν και έμπρακτα τη διάθεσή τους να συμπορευτούν ισότιμα με τον «αδύναμο» συμμαθητή τους χωρίς να διακατέχονται από  τα προσβλητικά, για οποιοδήποτε άτομο,   συναισθήματα του οίκτου ή της  συμπόνιας.                                                        

Στασινοπούλου Τζωρτζίνα

 

Όλη η επικαιρότητα