Σαν σήμερα – Μαχάτμα Γκάντι: Ένας μεγάλος επαναστάτης με όραμα αλλά και απαρχαιωμένες απόψεις που «έπλασαν» τη σημερινή Ινδία

Share

Μαχάτμα  Γκάντι υπήρξε Ινδός πολιτικός, επαναστάτης ακτιβιστής και η ηγετική μορφή του εθνικού κινήματος για την ινδική ανεξαρτησία. Ήταν επιπλέον εμπνευστής και πρωτεργάτης της αντίστασης χωρίς τη χρήση βίας και γι’ αυτό επηρέασε στο σύνολό του το διεθνές ειρηνευτικό κίνημα. Θεωρείται παγκόσμιο σύμβολο και ορόσημο της φιλοσοφικής διανόησης του 20ου αιώνα.

Γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1869, στο Πορμπαντάρ και δολοφονήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1948, από φανατικό ινδουιστή, υποστηρικτή του διαμελισμού της χώρας.

Το οικογενειακό του περιβάλλον ασπαζόταν τις απόψεις του τοπικού θρησκευτικού κινήματος το οποίο πρέσβευε τις αρχές του μη τραυματισμού οποιουδήποτε ζωντανού πλάσματος. Οι πιστοί δεν έτρωγαν κρέας και θεωρούσαν τη νηστεία ως μέθοδο αυτοκάθαρσης. Μετά το θάνατο του πατέρα του το Νοέμβρη του 1885 ο Γκάντι μετέβη στο Λονδίνο προκειμένου να ακολουθήσει νομικές σπουδές.

Η παραμονή του στο Λονδίνο επηρεάστηκε από την υπόσχεση, που είχε δώσει στη μητέρα του, ενώπιον του μοναχού Becharji της ομάδας Τζαΐν, να απέχει από την κρεοφαγία, την οινοπνευματοποσία και την ερωτική ελευθεριότητα. Επέμεινε στη χορτοφαγία και μάλιστα συμμετείχε στην Ένωση Χορτοφάγων του Λονδίνου η οποία επιπροσθέτως επικέντρωνε τις εργασίες της στη μελέτη της βουδιστικής και ινδικής βραχμανικής λογοτεχνίας. Ο Γκάντι μελέτησε θρησκευτικά έργα και πραγματείες, ακόμη και τη Βίβλο. Από κει και πέρα στη ζωή του κυριάρχησε ο σεβασμός για κάθε θρησκεία αλλά και για την προσωπική θρησκευτική επιλογή.

Επέστρεψε στην Ινδία το 1891. Τελικώς δεν άσκησε παρά μόνο για ελάχιστο χρονικό διάστημα τη δικηγορία καθώς δεν είχε το θάρρος να αγορεύσει στα δικαστήρια και γρήγορα την εγκατέλειψε. Τότε του έγινε μια πρόταση από την εταιρεία Dada Abdulla & Co. να την αντιπροσωπεύσει σε μία δικαστική υπόθεση στη Νότια Αφρική. Ο Γκάντι ενθουσιάστηκε από την προσφορά και ξεκίνησε για την Αφρική τον Απρίλιο του 1893.

Αντιμέτωπος με το απαρτχάιντ

Στη Νότιο Αφρική ήρθε αντιμέτωπος με το καθεστώς του απαρτχάιντ, τους φυλετικούς διαχωρισμούς που κατέληξαν και στη δική του εκδίωξη από αίθουσα των δικαστηρίων επειδή αρνήθηκε να βγάλει το παραδοσιακό του τουρμπάνι. Γρήγορα ο ίδιος αποφάσισε να κινητοποιηθεί πολιτικά ενάντια στο σκληρό καθεστώς και υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παρέμεινε στη Νότιο Αφρική για 20 χρόνια και βρέθηκε πολλές φορές στη φυλακή για τις κινητοποιήσεις και τους αγώνες του.

Κατά τη διάρκεια τους, επέμεινε στην άρνηση του για τη χρήση βίας και ο ίδιος έλεγε ότι είχε επηρεαστεί από τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Κατά τη διάρκεια του πολέμου των Μπόερς ο Γκάντι διηύθυνε μία μονάδα του Ερυθρού Σταυρού. Μετά τη λήξη του πολέμου συνέχισε τους αγώνες του για τα δικαιώματα των Ινδών μεταναστών και μάλιστα ίδρυσε και μια συνεταιριστική παροικία για Ινδούς. Το 1914 η κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής παραχώρησε αρκετά από αυτά που ζητούσε ο Γκάντι, όπως την αναγνώριση των ινδικών γάμων και την κατάργηση του κεφαλικού φόρου. Τον ίδιο χρόνο ο Γκάντι επέστρεψε στην Ινδία.

Πίσω στην Ινδία

Εκεί αποφάσισε να αγωνιστεί για το ζήτημα της επαγγελματικής μαθητείας όπου οι φτωχοί και αναλφάβητοι εργάτες εγκατέλειπαν την Ινδία για να δουλέψουν σε άλλες βρετανικές αποικίες. Επιστρατεύοντας και πάλι τη μέθοδο της παθητικής αντίστασης κινητοποίησε τον κόσμο και πίεσε την κυβέρνηση να ορίσει σύντομα ημερομηνία παύσης του συστήματος της επαγγελματικής μαθητείας.

Ο αγώνας για την ανεξαρτησία των Ινδών

Στην περίοδο του Μεσοπολέμου πρωταγωνίστησε και πάλι στον εθνικό αγώνα για την ανεξαρτησία των Ινδών. Το κίνημα σύντομα γιγαντώθηκε και η τακτική της παθητικής αντίστασης υιοθετήθηκε από εκατομμύρια Ινδών. Το 1919 το Βρετανικό Κοινοβούλιο μέσω της πράξης του Rowlatt, παραχώρησε στις αποικιακές δυνάμεις έκτακτες εξουσίες για την αντιμετώπισή του κινήματος. Αυτό έφερε περισσότερους οπαδούς. Ωστόσο, η διαδήλωση εναντίον της συγκεκριμένης πράξης που πραγματοποιήθηκε στην πόλη Αμριτσάρ κατέληξε σε ένα λουτρό αίματος και έμεινε γνωστή στην ιστορία ως η «σφαγή του Αμριτσάρ». Ο Γκάντι πιστός στις αρχές του όρισε την ημέρα εκείνη ως ημέρα νηστείας και προσευχής για τα θύματα.

Το 1920 ο Γκάντι προώθησε μία οργανωμένη εκστρατεία μη συνεργασίας. Παραιτήθηκαν οι Ινδοί κρατικοί αξιωματούχοι, οι πολίτες αρνούνταν τη συμμετοχή σε κρατικούς οργανισμούς και τα παιδιά αποχώρησαν από τα κρατικά σχολεία. Το 1930 ίδρυσε μαζί με τους οπαδούς του το Κίνημα Πολιτικής Ανυπακοής. Αγωνίστηκε κατά της οικονομικής εξαθλίωσης των Ινδών και κατά των βρετανικών καρτέλ που είχαν επιβάλλει οι αποικιοκράτες.

Επιπλέον αγωνίστηκε για την κατάργηση του συστήματος των καστών το οποίο καταπίεζε την ινδική κοινωνία. Το 1942 συγκρότησε ένα νέο κίνημα με στόχο την ανεξαρτησία της Ινδίας. Συνελήφθη και φυλακίστηκε για αρκετά χρόνια. Η ανεξαρτησία της Ινδίας έγινε πραγματικότητα το 1947. Ωστόσο, οι Βρετανοί είχαν ήδη διαμελίσει τη χώρα επικαλούμενοι την έκρηξη του μουσουλμανικού εθνικισμού. Όνειρο του Γκάντι, ωστόσο, ήταν μια ενιαία Ινδία στην οποία ινδουιστές και μουσουλμάνοι θα συνυπήρχαν ειρηνικά.

O Γκάντι ήθελε οι γυναίκες να «αντιστέκονται» στο σεξ που γίνεται μόνο για ευχαρίστηση

Ο Μαχάτμα Γκάντι είναι γνωστός για πολλά πράγματα- αλλά οι απόψεις του για ζητήματα όπως το σεξ, τα δικαιώματα των γυναικών και η αγαμία δεν είναι ιδιαίτερα γνωστές. Ως εκ τούτου, αποτελούν ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα τμήματα της νέας του βιογραφίας από τον ιστορικό Ραμαχάντρα Γκούα, ο οποίος άντλησε υλικό από μεγάλο όγκο πηγών, μεταξύ των οποίων και η συζήτησή του τον Δεκέμβριο του 1953 με τη Μάργκαρετ Σάνγκερ, ακτιβίστρια για την αντισύλληψη και sex educator.

Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του BBC, οι δυο τους συμφώνησαν στο θέμα της χειραφέτησης των γυναικών, ωστόσο είχαν και πολλές διαφορές: Η Σάνγκερ πίστευε ότι η αντισύλληψη ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος για τη χειραφέτηση, ενώ ο Γκάντι έλεγε πως οι γυναίκες θα έπρεπε να αντισταθούν στους συζύγους τους, ενώ οι άνδρες θα έπρεπε να ελέγξουν το «κτηνώδες πάθος τους». Επίσης, της είπε πως το σεξ θα έπρεπε να γίνεται μόνο για αναπαραγωγή.

Η Σάνγκερ απάντησε πως οι γυναίκες έχουν και αυτές επιθυμίες το ίδιο έντονες με αυτές των ανδρών, και ότι η αντισύλληψη θα βοηθούσε στο να ικανοποιούνται οι επιθυμίες τόσο των γυναικών όσο και των ανδρών- μα ο Γκάντι επέμενε, λέγοντας πως θεωρούσε όλο το σεξ ως «λαγνεία» (ο ίδιος είχε παντρευτεί στα 13 και είχε πάρει όρκο αγαμίας στα 38, ήδη πατέρας τεσσάρων παιδιών, εμπνεόμενος από έναν Ινδό ιερωμένο Τζαΐν και τον Λέοντα Τολστόι). Ωστόσο στο τέλος της συζήτησης έκανε λίγο πίσω, υποστηρίζοντας πως δεν ήταν κατά της εθελοντικής στείρωσης στην περίπτωση των ανδρών, και προτείνοντας τα ζευγάρια, αντί για αντισυλληπτικά, τα ζευγάρια να κάνουν σεξ κατά την «ασφαλή περίοδο» του έμμηνου κύκλου.

Οι απόψεις του απογοήτευσαν τη Σάνγκερ, όπως και το ότι δεν είχε εκφράσει την υποστήριξή του στην αντισύλληψη και τον έλεγχο των γεννήσεων. Σημειώνεται ωστόσο πως δεν ήταν η πρώτη φορά που είχε μιλήσει εναντίον τους, καθώς το 1934 είχε πει πως οι γυναίκες θα έπρεπε να μάθουν να αντιστέκονται στους συζύγους τους, καθώς, εάν καθιερώνονταν στη Δύση τα αντισυλληπτικά, τα αποτελέσματα θα ήταν «τρομακτικά»: «Άνδρες και γυναίκες θα ζουν μόνο για το σεξ. Θα αποχαυνωθούν, δεν θα έχουν αναστολές, θα γίνουν διανοητικά και ηθικά ράκη» είχε πει σχετικά. Ταυτόχρονα, επέκρινε την τάση των γυναικών να παρουσιάζονται πιο ελκυστικές στους άνδρες και τη συμπάθειά τους για τη μόδα, τονίζοντας πως θα έπρεπε να είναι πλήρως ισότιμες με τους άνδρες.

Η «σκοτεινή» πλευρά του Ινδού ηγέτη

Μήπως η ιστορία, όμως, έχει ειδωλοποιήσει τον Γκάντι; Το βιβλίο «The South African Gandhi» παρουσιάζει αποδείξεις ότι ο Γκάντι δεν ήταν μόνο ρατσιστής, αλλά, μεταξύ άλλων, και μισογύνης.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Νότια Αφρική, μπορεί να αγωνίστηκε σκληρά κατά του ρατσισμού απέναντι στους Ινδούς, αλλά δεν έκανε το ίδιο όσον αφορά τις γηγενείς φυλές της χώρας. Σε ανοιχτές επιστολές του σε κυβερνητικά στελέχη της περιοχής, χαρακτήριζε τους ντόπιους ως «βάρβαρους» που παρ’ όλα αυτά «έχουν διδαχθεί την αξιοπρέπεια και την αναγκαιότητα της χειρονακτικής εργασίας». Αυτό που τον ενδιέφερε δεν ήταν η πάταξη του ρατσισμού στο σύνολο του, αλλά η παραχώρηση δικαιωμάτων στους μετανάστες συμπατριώτες του, που δεν είχαν καμία σχέση με τους «άγριους» Αφρικανούς. Κάποιοι βιογράφοι του, βέβαια, υποστηρίζουν ότι το να μιλά κανείς για ισότητα των έγχρωμων ανθρώπων στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν αρκετά πρώιμο τότε στη Νότια Αφρική. Το να κατηγορούμε τον Γκάντι για ρατσισμό είναι σαν να έχουμε μία απλοϊκή οπτική για μία περίπλοκη ζωή.

Ακόμα, όμως, και όταν επέστρεψε στην Ινδία, είχε έρθει σε αντιπαράθεση με ντόπιες φυλές Ινδών –γνωστοί και ως Αντιβάσι – οι οποίοι ήταν αρκετά απελευθερωμένοι σεξουαλικά. Καθώς ο Γκάντι ήταν αντίθετος με τη σεξουαλική ελευθεριότητα των φυλών αυτών, απέκλεισε πολλούς Αντιβάσι από αρχηγικές θέσεις.

Ο Μισογύνης Γκάντι

Ο ίδιος ο Γκάντι και οι βιογράφοι του ισχυρίζονταν ότι θεωρούσε τις γυναίκες ίσες με τους άνδρες βασιζόμενοι στο γεγονός ότι είχε συμπεριλάβει τις γυναίκες στον αγώνα της ανεξαρτησίας της Ινδίας. Παρ’ όλα αυτά, ο μισογυνισμός του Γκάντι φαίνεται να παραλείπεται από την ιστορία, τη στιγμή, μάλιστα, που οι απόψεις του έχουν αφήσει μία βαρύτατη «κληρονομιά» στην Ινδία.

Ο Γκάντι έβλεπε τη γυναίκα σαν ένα αντικείμενο που θα προκαλούσε είτε περηφάνια είτε ντροπή στον άνδρα που την κατείχε. Γενικά, ο κύριος ρόλος της περιοριζόταν στην αναπαραγωγή. Επίσης, είχε «κηρύξει» πόλεμο ενάντια στη χρήση των αντισυλληπτικών, χαρακτηρίζοντας τις γυναίκες που τα χρησιμοποιούσαν ως «πόρνες». Εκλάμβανε ακόμα και την έμμηνο ρύση ως μία «εκδήλωση της διαστροφής της γυναικείας ψυχής από τη σεξουαλικότητά της».

Οι απόψεις του Γκάντι για τον βιασμό δεν διαφέρουν πολύ και από αυτές της απολογίας ενός βιαστή σήμερα: οι γυναίκες είναι υπεύθυνες για τις σεξουαλικές παρορμήσεις των ανδρών, καθώς εκείνοι εκ φύσεως δεν μπορούν να τις ελέγξουν. Υποστήριζε ότι τη στιγμή του βιασμού η γυναίκα αποχωρίζεται την ανθρώπινη φύση της. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, ο πατέρας ενός βιασμένου κοριτσιού είχε κάθε δικαιολογία να το σκοτώσει για χάρη της της οικογενειακής και κοινωνικής τιμής. Αυτή η κληρονομιά αποφαίνεται στη σημερινή Ινδία σε κάθε θύμα βιασμού που διαπράττει αυτοκτονία για λόγους ντροπής.

Χαρακτηριστικό ήταν το περιστατικό κατά τη διάρκεια της παραμονής του Γκάντι στη Νότια Αφρική, όταν δύο από τις γυναίκες ακολούθους του παρενοχλήθηκαν σεξουαλικά. Εκείνος τότε τις ανάγκασε να κόψουν τα μαλλιά τους κοντά, για να μην εγείρουν το σεξουαλικό ενδιαφέρον των ανδρών. Στην Ινδία του 2009, κολέγια στα βόρεια της χώρας έλαβαν έναν καταιγισμό υποθέσεων σεξουαλικής παρενόχλησης. Ο τρόπος που αντιμετώπισαν το θέμα; Απαγόρευσαν στις γυναίκες να φοράνε τζιν, καθώς η δυτικότροπη ενδυμασία ήταν πολύ προκλητική για τους άνδρες φοιτητές.

Ο όρκος της αγαμίας

Το 1906, ο Γκάντι ορκίστηκε σε αγαμία, μία απόφαση στην οποία η σύζυγός του δεν είχε λόγο. Έπειτα, ίδρυσε ιδιωτικούς χώρους στην κατοικία του -ashrams- όπου γυμνά κορίτσια και αγόρια έκαναν μπάνιο και κοιμούνταν μαζί χωρίς όμως να έχουν σεξουαλικές επαφές ή να ανταλλάσσουν «βρόμικα» λόγια. Και ο ίδιος, θέλοντας να ελέγξει την ανοχή του στην αγαμία, κοιμόταν γυμνός δίπλα σε νεαρές και πολλές φορές ανήλικες κοπέλες – τις οποίες μάλιστα έβαζε να του κάνουν μασάζ σε όλο το σώμα. Έδειχνε ότι αυτές οι γυναίκες δεν ήταν τίποτα άλλο από σεξουαλικά αντικείμενα για αυτόν.

Ιδιαίτερα μετά τον θάνατο της συζύγου του, φρόντισε να έχει αρκετές γυναίκες γύρω του με τις οποίες έκανε μαζί μπάνιο και κοιμόταν γυμνός, την ίδια στιγμή που τους απαγόρευε να κοιμούνται με τους συζύγους τους. Φυσικά, αν και δεν επιδιδόταν σε σεξουαλικές πράξεις, το σεξουαλικά προκλητικό περιβάλλον που είχε δημιουργήσει γύρω του τον οδηγούσε σε συχνές ακούσιες εκσπερματίσεις. Δικαιολογώντας τις «δοκιμασίες» τις οποίες έβαζε στον εαυτό του, δήλωνε:

«Πιστεύω ότι το να υπηρετώ αληθινά τη χώρα απαιτεί αυτού του είδους την παρατήρηση».

Οι ιδιάζουσες συνήθειές του αυτές οδήγησαν σε αναταραχές στο παλάτι και πολλοί παραιτήθηκαν γι’ αυτό το λόγο. Εκείνος χαρακτηριστικά δικαιολογούσε τη συμπεριφορά του να κοιμάται με γυμνά κορίτσια ως εξής:

«Εάν δεν αφήσω τη μικρή Μανού να κοιμηθεί μαζί μου, ακόμα κι αν το θεωρώ απαραίτητο ότι θα πρέπει να το κάνει, δεν θα ήταν αυτό σημάδι της αδυναμίας μου;»

Με πληροφορίες από: tvxs.gr, huffingtonpost.gr, maxmag.gr