Ελλάδα

Σοκάρουν οι αποκαλύψεις για τον ντράμερ των Πυξ-Λαξ: Δύο χρόνια κακοποιούσε σεξουαλικά την 6χρονη

Δύο χρόνια κακοποιούσε σεξουαλικά την 6χρονη ο Γιώργος Γιαννόπουλος και αυτό που βρήκε να πει στους δικαστές είναι ότι το κορίτσι «είχε το πρόσωπο του κακού σε ταινία»!
Ακούστε το άρθρο

Συγκλονιστικά, άγνωστα στοιχεία για τη ζοφερή υπόθεση ασέλγειας σε βάρος ενός 6χρονου κοριτσιού από τον μουσικό Γιώργο Γιαννόπουλου, συνεργάτη επί σειρά ετών του συγκροτήματος Πυξ Λαξ, παρουσιάστηκαν στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, τον Απρίλιο του 2019.

Τα στοιχεία αυτά, τα οποία οδήγησαν και στην πρωτόδικη, βαριά, καταδίκη του 69χρονου σήμερα μουσικού αποτυπώνονται στην πολυσέλιδη απόφαση που εξέδωσε το δικαστήριο και την οποία αποκαλύπτει το «protothema.gr».

Σύμφωνα με την απόφαση, το παιδί από τον Σεπτέμβριο του 2011 έως και τον Μάιο του 2013, είχε γίνει κατ’ επανάληψη βορά στις αρρωστημένες σεξουαλικές ορέξεις του ντράμερ. Ολα συνέβαιναν στην αυλή του σπιτιού του μουσικού στον Ωρωπό, το οποίο βρισκόταν ελάχιστα μέτρα μακριά από το σπίτι όπου διέμενε η οικογένεια της μικρής.

Εκεί, σύμφωνα με τις καταθέσεις, ο 69χρονος σήμερα μουσικός προέβαινε σε ασελγείς πράξεις, βάζοντας την ανήλικη να κάθεται στα γόνατά του για να της δείχνει δήθεν ταινίες. Μπροστά του υπήρχε ένα τραπέζι με ένα μακρύ τραπεζομάντιλο και πίσω από αυτό το παιδί άρχισε να βιώνει τη φρίκη της σεξουαλικής κακοποίησης σε ηλικία μόλις έξι ετών. Την ίδια ώρα, ο δικαστικός κλοιός γύρω από τον Γιώργο Γιαννόπουλο φαίνεται πως σφίγγει πλέον όλο και περισσότερο.

Πέραν της καταδίκης του για την παραπάνω υπόθεση, πέντε ακόμη γυναίκες κατέθεσαν μηνυτήρια αναφορά εναντίον του στην Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας. Τον καταγγέλλουν για σεξουαλική κακοποίησή τους ενώ ήταν ανήλικες και συγκεκριμένα σε ηλικίες από 8 έως 13 ετών! Οι καταγγέλλουσες δεν έχουν σχέση μεταξύ τους και αναφέρονται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά, διαφορετικές χρονολογίες και διαφορετικούς τόπους. Ωστόσο, φέρονται να περιγράφουν παρόμοιο τρόπο δράσης του μουσικού στην προσπάθειά του να τις προσεγγίσει!

Παραθέτουν, δε, κατά πληροφορίες, και ονόματα και άλλων γυναικών που βίωσαν κακοποιητική συμπεριφορά από τον 69χρονο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι πλέον θα ξεκινήσει νέα έρευνα και οι γυναίκες αυτές θα κληθούν να καταθέσουν από τον εισαγγελέα. Της κατάθεσης της αναφοράς εκ μέρους των πέντε γυναικών στην Εισαγγελία είχε προηγηθεί η ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης της δημοσιογράφου Φωτεινής Ψυχίδου, πρώην συζύγου του Μπάμπη Στόκα, ιδρυτικού μέλους των Πυξ Λαξ. Η Φ. Ψυχίδου, μόλις έγινε γνωστή η καταδίκη του ντράμερ για ασέλγεια σε βάρος της ανήλικης, υποστήριξε ότι τα μέλη του συγκροτήματος δεν γνώριζαν «για παιδεραστία».

Οπως ανέφερε ήξεραν όμως -όπως κι εκείνη- ότι ο Γιώργος Γιαννόπουλος «ήταν μ@@δουλος!», ότι «δεν είχε ούτε κρίση, ούτε κριτήριο στις γκόμενες» και πως «πίσω από το brand name “drummer των Πυξ” ήθελε να π@@άει…». Από την πλευρά του, το δημοφιλές συγκρότημα έχει αρνηθεί ότι γνώριζε για τη δράση του ντράμερ, αναφέροντας ότι έχει σταματήσει να συνεργάζεται μαζί του «εδώ και χρόνια για τελείως διαφορετικούς λόγους από αυτούς που κατηγορείται και στο διάστημα αυτό δεν έχει υπάρξει η οποιαδήποτε επαφή μαζί του».

Aπόφαση-κόλαφος

Τώρα, μέσα από τη δικαστική απόφαση-κόλαφο», που εξέδωσε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, έρχονται στο φως απίστευτα στοιχεία για την κακοποίηση του ανήλικου κοριτσιού από τον κατηγορούμενο ντράμερ, το 2011. Διαφαίνεται, όμως, και ο γολγοθάς των γονιών της ανήλικης για να αποδείξουν τη βασιμότητα όσων το παιδί τους περιέγραψε για να ακολουθήσει στη συνέχεια η καταδικαστική απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου για τον Γιώργο Γιαννόπουλο. Με την απόφαση αυτή επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο κάθειρξη 12 ετών «για την πράξη της αποπλάνησης παιδιού που δεν συμπλήρωσε τα 12 έτη».

Δικαστές και ένορκοι δεν του αναγνώρισαν κανένα ελαφρυντικό, του χορήγησαν όμως αναστολή στην εκτέλεση της ποινής του μέχρι την έφεση και προκειμένου να εξασφαλίσουν την παρουσία του στη δευτεροβάθμια δίκη τον υποχρέωσαν να παρουσιάζεται δύο φορές τον μήνα στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής του και του απαγόρευσαν την έξοδο από τη χώρα. Μάλιστα, η απόφαση επί της ενοχής του κατηγορουμένου, ελήφθη με ισχυρή πλειοψηφία (5 -2), με δύο από τους ενόρκους να τάσσονται υπέρ της απαλλαγής του λόγω αμφιβολιών. Τα μέλη του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου (τέσσερις τακτικοί δικαστές και τρεις ένορκοι) κατέληξαν στην καταδικαστική ετυμηγορία τους, έπειτα από δύο δημόσιες συνεδριάσεις, κατά τις οποίες η υπεράσπιση του κατηγορουμένου αλλά και ο ίδιος έδωσαν, ανεπιτυχώς όπως αποδείχθηκε, μάχη για να ανατρέψουν το βαρύ κατηγορητήριο.

Αρχικά, αμφισβήτησαν τις προανακριτικές καταθέσεις της μητέρας του παιδιού λέγοντας ότι υπέπεσε σε αντιφάσεις, όσον αφορά το πώς άρχισε να ψάχνει και να ρωτά το παιδί της για τον αν του είχε συμβεί κάτι στο σπίτι του μουσικού. Της χρέωσαν «ένα κακότεχνο σενάριο» που εξύφαναν η ίδια και ο δεύτερος σύζυγός της για να καταστήσουν τον ντράμερ κατηγορούμενο. Ολα έγιναν, όπως είπαν, για να εκδικηθούν τον γνωστό μουσικό επειδή εκείνος αρνήθηκε να καταθέσει ως ψευδομάρτυρας στο πλαίσιο αντιδικίας που είχε ο πατριός της μικρής με τον πρώην πεθερό του. Ωστόσο, μια τέτοια αντιδικία, όπως δέχθηκε το δικαστήριο, δεν προέκυψε μεταξύ των δύο παραπάνω προσώπων, ούτε σε ποινικό ούτε σε αστικό επίπεδο. Εν συνεχεία, τόσο ο Γιώργος Γιαννόπουλος όσο και η σύζυγός του έστρεψαν τα βέλη τους ακόμη και στην ίδια την ανήλικη. Προβαίνοντας σε χαρακτηρισμούς εις βάρος του κοριτσιού, οι οποίοι προκαλούν αλγεινή εντύπωση, ο κατηγορούμενος, κατά την απολογία του στη δίκη, αρνήθηκε τα πάντα.

Αφού υποστήριξε πως το παιδί δεν είχε μπει ποτέ στο σπίτι του, ανέφερε πως η μικρή «φαινόταν να έχει κάποιο θέμα» καθώς και ότι το ύφος της ήταν «βλοσυρό» και το πρόσωπό της του θύμιζε «το πρόσωπο κακού στην ταινία». Από την πλευρά της, η σύζυγός του μουσικού, εκπαιδευτικός μάλιστα στο επάγγελμα, στη δική της κατάθεση στο δικαστήριο, είπε, μεταξύ άλλων, ότι «το κοριτσάκι είχε μια ιδιαίτερη συμπεριφορά» και ότι ήταν με «ένα ύφος βλοσυρό μελαγχολικό, δεν είχε την ανεμελιά των παιδιών της ηλικίας της». Προφανώς -συμπέρανε η μάρτυρας- «το παιδί βίωνε κάποιες καταστάσεις στο σπίτι».

Αλλωστε, όπως πρόσθεσε, η ίδια «το ότι το παιδί παρακολουθείται από ψυχολόγο δεν είναι το πρώτο παράδοξο στην εποχή μας»! Ακόμη, κατά τους ισχυρισμούς της, η μητέρα του παιδιού είναι «δικομανής και εκδικητικός χαρακτήρας» και αν συνέβαινε κάτι με τον σύζυγό της η ίδια θα το καταλάβαινε «και μάλιστα με τόση εμπειρία» που, όπως είπε, έχει με τα παιδιά.

Η ψυχολόγος

Οι παραπάνω βέβαια ισχυρισμοί που προέβαλε η πλευρά του μουσικού, δεν έγιναν δεκτοί από το δικαστήριο. Κι αυτό γιατί η κατάθεση που έδωσε στο ακροατήριο η κλινική ψυχολόγος, αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. για τη βασιμότητα των όσων περιέγραψε το παιδί δεν άφηνε και πολλά περιθώρια ώστε ο κατηγορούμενος να πέσει στα μαλακά. Η ειδικός, η οποία ξεκίνησε να βλέπει την ανήλικη από το 2013, όταν εκείνη ήταν 8 ετών, έως και την ημέρα που εκδικάστηκε η υπόθεση σε πρώτο βαθμό, απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο η καταγγελία του κοριτσιού να είναι προϊόν της φαντασίας του.

Κατέθεσε ότι η ανήλικη της είχε πει πως ο μουσικός είχε ασελγήσει σε βάρος της «πάνω από τρεις-τέσσερις φορές». Οπως ανέφερε στο ακροατήριο η ψυχολόγος της ΕΛ.ΑΣ., όταν ξεκίνησε να βλέπει το παιδί, αυτό «είχε επιβαρυμένο συναίσθημα, παρουσίαζε δυσκολία στον ύπνο και νυχτερινή ενούρηση». Θα μπορούσε, όπως είπε, κάποια από τα συμπτώματα αυτά να οφείλονται σε άλλες συνθήκες, όπως το διαζύγιο των γονιών της, όμως όπως διευκρίνισε, «τα συμπτώματα στο άγγιγμα, στο σχετίζεσθαι, η νυχτερινή ενούρηση» όπως και η ευερεθιστότητα και η αντιδραστικότητα που παρουσίαζε το παιδί, «δεν οφείλονται σε αυτό». Ακολούθως, η μάρτυρας κατέθεσε: «Με την τεχνική του MDR της ζήτησα να σκεφτεί την πιο αποστροφική εικόνα, να νιώσει το συναίσθημα και μετά να το κατευνάσει.

«Μου είπε ότι την κάθιζε στα γόνατά του, έβλεπαν στον υπολογιστή κάτι για τη Μαδαγασκάρη και έβαζε τα χέρια του στο σώμα της και μία φορά της πήρε το χέρι και το έβαλε στα γεννητικά του όργανα. Δεν έχει και σήμερα κάποια απόκλιση σε αυτά που είπε. Δεν σταμάτησε να πηγαίνει τότε…

Οταν ένα παιδί κατασκευάζει κάτι ή ψεύδεται είναι αποστασιοποιημένο από αυτό. Η (…) επαναβίωσε το τραύμα. Αυτό που της είναι δύσκολο να καταλάβει είναι γιατί ένας άνθρωπος που περνούσε καλά προέβη σε αυτές τις πράξεις και το συναίσθημα της ενοχής γιατί δεν έκανα εγώ κάτι. Αυτό που είπε αρχικά ήταν ότι έβαζε το χέρι του στο σώμα της και στην πορεία είπε τα υπόλοιπα. Κάθε φορά σχεδόν που πήγαινα μου έλεγε συνέβαινε αυτό και μια φορά μου πήρε το χέρι και το έβαλε στα γεννητικά του όργανα. Ηταν πάνω από τρεις-τέσσερις φορές…».

Η κλινική ψυχολόγος απέκλεισε το ενδεχόμενο η κατάθεση του παιδιού να είναι προϊόν υποβολής, αφού, όπως είπε, οι περιγραφές του κοριτσιού είναι εξαιρετικά ακριβείς και ειλικρινείς. «Μου είπε ότι την κάθιζε στα γόνατά του, έβλεπαν στον υπολογιστή κάτι για τη Μαδαγασκάρη και έβαζε τα χέρια του στο σώμα της και μία φορά της πήρε το χέρι και το έβαλε στα γεννητικά του όργανα. Δεν έχει και σήμερα κάποια απόκλιση σε αυτά που είπε. Δεν σταμάτησε να πηγαίνει τότε…

Ενιωθε και την ενόχληση αλλά δεν αντιδρούσε. Αυτός είναι ένας τρόπος των παιδιών που δέχονται τέτοιες ενέργειες. Η μάχη, η φυγή, το πάγωμα…», τόνισε στο δικαστήριο η ίδια. Σύμφωνα ακόμη με την κατάθεσή της, το παιδί είναι ιδιαίτερα έξυπνο, είχε άριστες σχέσεις με τους γονείς του αλλά είχε αίσθημα αποστροφής. «Ο παιδόφιλος δεν έχει οπωσδήποτε κάποιο προφίλ. Είναι και άνθρωποι υπεράνω υποψίας», ανέφερε η ειδικός και σε άλλο σημείο της κατάθεσής της προσέθεσε: «Το μόνο εξαρτητικό που θα μπορούσαμε να αποδώσουμε στον κατηγορούμενο αυτή τη σχέση που αναπτύχθηκε μέσω των ταινιών. Δεν της είχε κάνει κάποιο δώρο, δεν την απείλησε. Γι’ αυτό και το παιδί δεν αντέδρασε». Η ίδια προσέθεσε πως πλέον η κοπέλα, 17 χρόνων σήμερα, δεν θέλει να ξαναδεί τον κατηγορούμενο και δεν της έχει γίνει κατανοητό γιατί εκείνος «της έκανε αυτό και γιατί ή δεν έκανε κάτι…».

«Το παιδί μας λέει αλήθεια»

Στη δίκη κατέθεσαν και οι γονείς του παιδιού, οι οποίοι περιέγραψαν τα όσα πέρασαν όταν κατάλαβαν ότι η κόρη τους μπορεί να έχει υποστεί σεξουαλική κακοποίηση.

«Οταν γνώρισα τον κατηγορούμενο αντιλαμβανόμουνα ότι ως μουσικός ήταν πιο ελεύθερο πνεύμα. Δεν είχα αντίρρηση να παίζουν τα παιδιά μαζί του. Ασχολούνταν πάρα πολύ με τα παιδιά. Με τα αγόρια έπαιζε τοξοβολία», είπε αρχικά στην κατάθεσή της η μητέρα, σημειώνοντας πως η κόρη της τής είχε πει ότι ο κατηγορούμενος «είχε βάλει το χέρι του στα γεννητικά της όργανα και στο στήθος της και της είχε βάλει το χέρι της στα δικά του γεννητικά όργανα».

Αφορμή, όπως κατέθεσε η μητέρα, για να αρχίσει να ρωτά την κόρη της για τον αν είχε συμβεί κάτι, ήταν τα όσα της ανέφεραν μέλη άλλης οικογένειας, τα οποία το Πάσχα του 2013 είχαν απαγορεύσει στη δική τους κόρη να πηγαίνει στο σπίτι του μουσικού.

Ωστόσο, όπως προκύπτει από τη δικαστική απόφαση, τα συγκεκριμένα πρόσωπα άλλαξαν στη συνέχεια τη στάση τους αυτή και υποστήριξαν ότι ποτέ δεν ανέφεραν στη μητέρα του κοριτσιού ότι η δική τους κόρη τούς είχε πει κάτι για τον μουσικό. «Νομίζω ότι το γεγονός είναι κατασκευασμένο.

«Αυτό που μου είχε πει η κόρη μου ήταν ότι της είχε πει να τον γαργαλήσει στην κοιλίτσα… Δεν ξέρω πόσες φορές γίνονταν. Οταν του δινόταν η ευκαιρία το έκανε. Το παιδί δεν μου το είπε γιατί της είχε δημιουργήσει συναισθήματα αγάπης στο πρόσωπό του, αλλά και ένιωθε και ενοχές».

Είχε γίνει ένα περιστατικό που ήταν μπροστά ο κ. Γιαννόπουλος και του ζήτησαν να πάει ψευδομάρτυρας…» ανέφερε μάλιστα η μητέρα του άλλου κοριτσιού, για να υποστηρίξει ακόμη στο δικαστήριο ότι η κόρη της τής είχε αναφέρει πως η 6χρονη της είχε ζητήσει να πει «ότι της είπε ο κ. Γιαννόπουλος να τη γαργαλίσει στην κοιλιά». Βεβαίως, το δικαστήριο με την απόφαση που εξέδωσε δεν έκανε δεκτούς αυτούς τους ισχυρισμούς. «Δεν είμαστε δικομανείς. Δεν θα υπέβαλα τη μικρή σε συνεδρίες για μια ασήμαντη αφορμή», αντέτεινε από την πλευρά της η μητέρα του κοριτσιού που κατήγγειλε τον Γ. Γιαννόπουλο, για να προσθέσει: «Το τραπεζομάντιλο στο τραπέζι του κ. Γιαννόπουλου ήταν μέχρι κάτω.

Πίσω από αυτό γίνονταν αυτά που είπε η κόρη μου…. Και για μένα ο κατηγορούμενος ήταν πολύ ευχάριστος άνθρωπος και κάναμε παρέα, μέχρι που έμαθα για το παιδί μου». Ακόμη, η μητέρα είπε στην κατάθεσή της στη δίκη: «Αυτό που μου είχε πει η κόρη μου ήταν ότι της είχε πει να τον γαργαλήσει στην κοιλίτσα…. Δεν ξέρω πόσες φορές γίνονταν.

Οταν του δινόταν η ευκαιρία το έκανε. Το παιδί δεν μου το είπε γιατί της είχε δημιουργήσει συναισθήματα αγάπης στο πρόσωπό του, αλλά και ένιωθε και ενοχές. Το διάστημα 2011 και 2013 ήταν λίγο μελαγχολική και παρουσίασε και νυχτερινή ενούρηση για την οποία τότε δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε το λόγο. Θεωρήσαμε με τον πατέρα της ότι τα παιδιά περνάνε τα στάδιά τους. Είμαι πεπεισμένη ότι έγιναν όλα αυτά που λέει το παιδί. Δεν είχε στοιχεία μυθοπλασίας η κόρη μας».

Από την πλευρά του ο πατέρας του κοριτσιού κατέθεσε στο δικαστήριο: «Είμαι σίγουρος ότι ισχύουν τα όσα είπε η κόρη μου. Εχω πολύ καλή επαφή με τα παιδιά μου και τα ξέρω. Σήμερα δεν μιλάμε (με την κόρη του) γι’ αυτό το θέμα. Είχα βάλει στο αυτοκίνητο κάποιο τραγούδι των Πυξ Λαξ και με ρώτησε αν μου αρέσει αυτό και μετά με ρώτησε αν πειράζει που ο κ. Γιαννόπουλος είναι ντράμερ σε αυτό το συγκρότημα. Της είπα: “τι πειράζει; Το τραγούδι ακούμε”.

Το 2007 χωρίσαμε με την πρώην σύζυγό μου. Με τα παιδιά είναι πολύ καλή, τα φροντίζει. Τη στηρίζω σε αυτό που κάνει σήμερα… Eίμαι σίγουρος 100%, 1.000% ότι έχουν γίνει αυτά που λέει η κόρη μου. Η πρώην σύζυγός μου δεν θα την έβαζε σε μια τέτοια διαδικασία με καταθέσεις στη ΓΑΔΑ, με παρακολούθηση από ψυχολόγο για έναν τσακωμό».

«Eίναι ραδιούργα»!

Στην απολογία του ο 69χρονος ντράμερ, πατέρας δύο ενήλικων κοριτσιών, αρνήθηκε τα πάντα. Απέδωσε τις εις βάρος του κατηγορίες στο γεγονός ότι δεν δέχθηκε να καταθέσει υπέρ του συζύγου της μητέρας του παιδιού στην αντιδικία του με τον πρώην πεθερό του. Υποστήριξε πως η μητέρα του κοριτσιού τον πήρε μάλιστα τηλέφωνο και του είπε: «Τι φίλος είσαι εσύ; Δεν πας να καταθέσεις; Αν χάσει το σπίτι (σ.σ.: αυτό ήταν, κατά τα λεγόμενά του, το θέμα της αντιδικίας) η αιτία θα είσαι εσύ και θα το πληρώσεις».

Στη συνέχεια, όπως είπε, όταν πληροφορήθηκε ότι οι γονείς του παιδιού κατέθεσαν μήνυση εναντίον του τηλεφώνησε στη μητέρα και της είπε: «Τι είναι αυτά που κάνετε;». Τότε, σύμφωνα με τον ίδιο, εκείνη του απάντησε: «Θα πάω το παιδί σε ψυχολόγο κι αν αποδειχθεί, θα δεις. Της λέω “μιλάς σοβαρά;”. Μου λέει “μην ειρωνεύεσαι, θα σου περάσω βραχιολάκια”. Μου είπε “θα μιλήσω στη γυναίκα σου για να τη βοηθήσω να καταλάβει. Λυπάμαι και τα ανίψια σου. Είπα τη φράση “θα κλείσουν” σπίτια και εννοούσα το δικό μου σπίτι, σπίτια φίλων».

Ο ίδιος ισχυρίστηκε στο δικαστήριο ότι «εδώ και 25 χρόνια είναι στο συγκρότημα των Πυξ Λαξ» και πως όταν έρχονταν στο σπίτι του τα παιδιά, κάθονταν όλοι μαζί έξω γιατί η σύζυγός του ήθελε ησυχία. «Παίζανε πιο πολύ με την τοξοβολία, με κανένα σκυλάκι, όταν μάλιστα ήταν πολλά τα παιδιά καθόμασταν στην αυλή» ανέφερε χαρακτηριστικά, ισχυριζόμενος ότι γνώρισε την οικογένεια του κοριτσιού που τον κατήγγειλε το Πάσχα του 2011 και οι σχέσεις τους σταμάτησαν το καλοκαίρι του ίδιου έτους. «Αγαπώ τα παιδιά, θα διδάξω δωρεάν μουσική ένα παιδί που δεν έχει χρήματα» συνέχισε, αποδίδοντας στην οικογένεια του παιδιού τσακωμούς και διατυπώνοντας άσχημους χαρακτηρισμούς για τον δεύτερο σύζυγο της μητέρας! «Κάποιες φορές είχα βάλει ταινία στα παιδιά ή στο μπαλκόνι ή στο κάτω τραπέζι.

Oπως όλα τα παιδιά ερχόταν και η (…). Αφού λένε ότι έλειπε η σύζυγός μου γιατί να μην μπω στο σπίτι να κάνω ό,τι λένε στην (…) και να καθίσω στη βεράντα; Δεν είχε μπει μέσα στο σπίτι η (..). Μια-δυο φορές είχαμε δει ταινίες. Το ύφος της ήταν βλοσυρό, το πρόσωπό της μερικές φορές μου θύμιζε το πρόσωπο του κακού στην ταινία. Φαινόταν να έχει κάποιο πρόβλημα το παιδί. Δεν μπορώ να ξέρω γιατί κατέθεσε αυτά σε βάρος μου. Δεν έχω τσακωθεί με άνθρωπο, δεν έχω απασχολήσει τις Αρχές», είπε ο κατηγορούμενος κατά τη διάρκεια της απολογίας του και σε άλλο σημείο αυτής εξαπέλυσε μια άνευ προηγουμένου επίθεση στη μητέρα του παιδιού, υποστηρίζοντας τα εξής: «Εχω σχηματίσει την εντύπωση για την κυρία … (σ.σ.: πρόκειται για τη μητέρα του παιδιού) ότι ως άτομο δεν θα δίσταζε να χρησιμοποιήσει και την κόρη της.

Η καταγγελια της Ψυχίδου. Μόλις έγινε γνωστή η καταδίκη του ντράμερ, η δημοσιογράφος Φωτεινή Ψυχίδου, πρώην σύζυγος του Μπάμπη Στόκα (ιδρυτικό μέλος των Πυξ Λαξ), υποστήριξε με ανάρτησή της ότι τα μέλη του συγκροτήματος δεν γνώριζαν και πως «πίσω από το brand name “drummer των Πυξ” ο Γιαννόπουλος ήθελε να π@@άει…».

Εχω ακούσει σε συζήτηση ότι αν δεν γίνει το δικό της θα κάνει τα πάντα για να το πετύχει. Εγώ κατηγορούμαι για πράξη που δεν έχω κάνει. Θα προτιμούσα να είμαι εδώ για φόνο που έχω κάνει και όχι για αυτό που κατηγορούμαι και δεν έχω κάνει. Την (…) δεν την πείραξα…». Στο δικαστήριο κατέθεσαν και άλλοι μάρτυρες υπέρ του κατηγορουμένου, οι οποίοι ως επί το πλείστον προσπάθησαν να αποδομήσουν την προσωπικότητα της μητέρας αλλά και του παιδιού, με κάποιους εξ αυτών να υποστηρίζουν πως όλα οφείλονταν στο ότι «ο Γιαννόπουλος δεν πήγε να καταθέσει ως «ψευδομάρτυρας».

Η καταδίκη

Ωστόσο τα στοιχεία που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα σοβαρά και οδήγησαν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο στην καταδίκη του κατηγορουμένου με το εξής σκεπτικό: «Στον Ωρωπό Αττικής κατά το χρονικό διάστημα από 2011 έως τον Μάιο του 2013, αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος ενήργησε ασελγείς πράξεις περισσότερες από μια φορές σε βάρος της ανήλικης (….) και δη θώπευε τα γεννητικά της όργανα και τα οπίσθιά της βάζοντας το χέρι του μέσα από το εσώρουχό της για να ακουμπάει το πέος του προκειμένου με τις πράξεις αυτές να διεγείρει και να ικανοποιήσει τη γενετήσια επιθυμία του».

Σύμφωνα με την απόφαση, η τέλεση των παραπάνω πράξεων αποδείχθηκε «πέραν πάσης αμφιβολίας» από την κατάθεση του παιδιού, την κατάθεση της κλινικής ψυχολόγου της ΕΛ.ΑΣ. η οποία επιβεβαίωσε, μεταξύ άλλων, πως όσα κατέθεσε η ανήλικη έχουν πράγματι συμβεί και ότι αποκλείεται αυτά να είναι προϊόν κατασκευής, τη στιγμή μάλιστα που το κοριτσάκι παρουσίασε συμπτώματα που συνδέονται με αποπλάνηση. Το δικαστήριο δεν δέχθηκε τον ισχυρισμό που προέβαλε ο μουσικός «σύμφωνα με τον οποίο, η, κατ’ αυτόν, ψευδής καταγγελία της παθούσας έγινε με παρακίνηση της μητέρας της» και «ειδικότερα από λόγους εκδίκησης επειδή αρνήθηκε ο ίδιος να ψευδομαρτυρήσει υπέρ του τότε συζύγου της σε δίκη εναντίον του πρώην πεθερού του τελευταίου».

Μάλιστα, όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης, ο κατηγορούμενος «δεν εξηγεί την επί σειρά ετών και χωρίς αντιφάσεις κατονομασία του από την παθούσα ως δράστη της εναντίον της αποπλάνησης». Πλέον, μένει η υπόθεση να κριθεί σε δεύτερο βαθμό, στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας στις 11 Απριλίου. Αν ο κατηγορούμενος καταδικαστεί από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο και του επιβληθεί οποιαδήποτε ποινή άνω των πέντε ετών χωρίς να του δοθεί αναστολή, τότε θα πρέπει να οδηγηθεί στη φυλακή για να την εκτίσει.

Πηγή: protothema.gr 

Όλη η επικαιρότητα