Βιβλίο

«Στα χέρια της μνήμης» της Eva Runefelt

staxeria.jpg
Ακούστε το άρθρο

Στέκω μισάνοιχτη –
το φως πέφτει και βρίσκει το μικρό πόδι,
το καρουσέλ της κάλτσας γύρω απ’ τον αστράγαλο
τραντάζει όλο το δωμάτιο, τέτοια ισχνή
στενότητα εκεί!
Η σκιά της κούκλας πορεύεται στα χέρια μου,
μια μυρωδιά που μπορώ ν’ αποκόψω και να σβήσω, ν’ ανάψω
Το σώμα τόσο εφήμερο, ο νους τόσο μεγάλος
Ξέχνα τα, άμμος είναι
***

Καστανιές
Σκύβεις, πιάνεις ένα κάστανο και βουτάς το κεφάλι σου σ’ έναν άλλο κόσμο που ρέει σαν νερό δίχως να είναι νερό, φτάνει να κρατάς το κάστανο στο χέρι σου.
Κουλουριάζεσαι. Λίγο αφηρημένη που δεν γίνεται αντιληπτό ότι κάποιος το σκάει μόνος του. Βγαίνει έξω απαρατήρητος,
δεν έχει όνομα, μια ανακούφιση.
***

Πάγος
Όταν έχουμε επιστρέψει στο σπίτι ο επιστάτης επιπαγώνει τη σχολική αυλή και τα πρωινά γίνονται εύθραυστα σαν το κενό ανάμεσα στο μανίκι του παλτού και την άκρη του γαντιού. Εύχομαι να μπορούσαν τα μπράτσα μου να μεγαλώνουν τη νύχτα εκεί που δεν υπάρχει στήριγμα και να μου επιτρέπουν να ισορροπώ με τα πόδια σφηνωμένα σε ανοιχτογάλαζα παγοπέδιλα. Το ολισθηρό παγοδρόμιο με τυλίγει, είμαι έντομο σε γυάλινο βάζο και δεν μπορώ να βγω, αλλά κάτω από τον τραχύ πάγο διακρίνω κάτι που θέλει να αναδυθεί, είναι η θάλασσα. Η πορεία στον πάγο είναι επιθυμία για κατάδυση στον θάνατο, ένα χέρι με αρπάζει αμέσως από το ασταθές πόδι και το νερό ανεβαίνει ως τα μάτια, τα μάτια μου, τα μάτια της μαμάς μου, τα μάτια της γιαγιάς μου, εμείς που ποτέ δεν βγαίνουμε έξω στον πάγο.
Runefelt
***

Προς τα πάνω
Ένα τρομερό λεμμολόι, η αγέλη άσπρη
με μαύρες κηλίδες, πρασινωπά αφτιά
Ένας ζήλος στον παγετό, η βιάση
Οι νεκροί είναι οι πρώτοι
που ακούν
πώς ξεπετάγονται από τη γη,
οι σημύδες!

Όλη η επικαιρότητα