Οικονομία

Συντάξεις: Οι έξι βασικές αλλαγές που θα γίνουν από τον Ιανουάριο

Ακούστε το άρθρο

Το νέο σύστημα ασφαλιστικών εισφορών µε κατηγορίες σταθερών ποσών απόλυτα ελεύθερης επιλογής, έρχεται από τον Ιανουάριο για 1,44 εκατ. ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούµενους και αγρότες.

Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το «Έθνος της Κυριακής», στο πλαίσιο του νέου ασφαλιστικού που χτίζεται µετά τη δηµοσίευση των αποφάσεων-βόµβα του ΣτΕ, διαµορφώνεται ένα ριζικά νέο καθεστώς εισφοροδότησης για τους µη µισθωτούς.

Ο υπολογισµός των ασφαλιστικών υποχρεώσεων αποσυνδέεται από το καθαρό φορολογητέο εισόδηµα, χωρίς, όµως, ταυτόχρονα να επιστρέφει στο σύστηµα των τεκµαρτών εισοδηµάτων και των ασφαλιστικών κλάσεων του παρελθόντος.

Στόχος είναι να προκύψει ένα δικαιότερο και πιο απλό καθεστώς. Το ασφαλιστικό νοµοσχέδιο, που θα πρέπει να αναµένεται στη Βουλή τον ερχόµενο Ιανουάριο, µετά και το πέρας των απαραίτητων αναλογιστικών µελετών, θα θεσπίζει ένα εντελώς νέο σύστηµα, το οποίο θα µοιάζει µε «καλάθι ελεύθερων επιλογών».

Το επικρατέστερο σενάριο προβλέπει επτά νέες ασφαλιστικές κατηγορίες µε σταθερά ποσά ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Η µία εξ αυτών θα αφορά τους νέους επιστήµονες.

Κάθε ποσό εισφορών θα αντιστοιχίζεται µε συγκεκριµένο συντάξιµο εισόδηµα, «δείχνοντας» διαφορετικό ποσό σύνταξης στο τέλος του εργασιακού βίου. Οι επαγγελµατίες θα επιλέγουν οι ίδιοι ασφαλιστική κατηγορία, ώστε να χτίζουν όπως επιθυµούν τη µελλοντική τους σύνταξη, µε βάση τις δυνατότητές τους. Θα µπορούν, µάλιστα, να αλλάζουν ασφαλιστική κατηγορία κάθε χρόνο αν το θέλουν, προς τα πάνω ή προς τα κάτω, χωρίς περιορισµούς.

Δικλίδα για την εύρυθµη λειτουργία του νέου συστήµατος είναι πως ο κάθε επαγγελµατίας θα πρέπει να εξυπηρετεί έως το τέλος του έτους την κατηγορία στην οποία θα επιλέξει να ενταχθεί την 1η Ιανουαρίου.

Οι έξι άξονες του νέου συστήµατος:

  1. Αποσύνδεση από τα έτη ασφάλισης.
  2. Αποσύνδεση από τον κατώτατο µισθό.
  3. ∆ιαµόρφωση ενός απλού συστήµατος χωρίς προβλήµατα εφαρµογής.
  4. Ελευθερία επιλογών στον ασφαλισµένο.
  5. Οι εισφορές θα εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδηµα.

Η µοναδική υποχρέωση του ασφαλισµένου θα είναι να επιλέγει µε αίτησή του µία από τις κατηγορίες, ώστε να ενταχθεί καταβάλλοντας στον ΕΦΚΑ το αντίστοιχο ασφάλιστρο.

Σε µάλλον… ανύποπτο χρόνο και πριν δηµοσιευτούν οι πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ, που έκριναν αντισυνταγµατική την εισφορά ύψους 20% επί του εισοδήµατος, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Γιάννης Βρούτσης, δήλωνε στη Βουλή πως «η εικόνα του Ασφαλιστικού, µε την επωνυµία Κατρούγκαλου, πρέπει να αλλάξει».

Προσδιορίζοντας, µάλιστα, τις «περιοχές» των επερχόµενων παρεµβάσεων, αναφέρθηκε τότε στις ασφαλιστικές εισφορές και στη µετατροπή, όπως είπε, που έχει επέλθει του ασφαλιστικού σε φορολογικό.

Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται η ελάχιστη κατηγορία να διαµορφωθεί κοντά στα 210- 230 ευρώ.

Στις επόµενες κατηγορίες οι ασφαλιστικές υποχρεώσεις θα έχουν µια «λογική προσαύξηση», καθώς λέγεται.

Θα αυξάνονται, δηλαδή, τα χρηµατικά ποσά τους κλιµακωτά, σε απόλυτη αντιστοιχία µε µελλοντικά ποσά συντάξεων.

Η απόσταση ανάµεσα στις κατηγορίες δεν θα είναι σταθερή και η κλιµάκωση θα ακολουθεί ένα επίπεδο προσαύξησης από 50 έως 100 ευρώ. ∆ηλαδή, κάθε επόµενη κατηγορία, µετά την πρώτη και ελάχιστη, θα διαµορφώνεται σε σταθερό ποσό, προσαυξηµένο σε σύγκριση µε την αµέσως προηγούµενη αρχικά κατά 50 ευρώ και στις τελευταίες κλίµακες κατά 100 ευρώ.

Ποσοστά αναπλήρωσης

τρόπος υπολογισµού της σύνταξης για τους µη µισθωτούς δεν αλλάζει, εκτός από το σκέλος των ποσοστών αναπλήρωσης που θα αυξηθούν για όλους – µισθωτούς και µη µισθωτούς – όσοι έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν µε πάνω από 30 έτη ασφάλισης.

Υπενθυµίζεται πως σήµερα το ανταποδοτικό σκέλος της σύνταξης υπολογίζεται για τους µη µισθωτούς µε βάση συντάξιµες αποδοχές, οι οποίες για να προκύψουν γίνεται αναγωγή των εισφορών που καταβλήθηκαν σε ποσοστιαίο ασφάλιστρο 20%. Αυτή η εξίσωση αναµένεται να διατηρηθεί και στο νέο καθεστώς.

Έτσι, κάθε ασφάλιστρο σταθερού ποσού θα αντιστοιχίζεται µε συγκεκριµένο ύψος συντάξιµων αποδοχών (δηλαδή µε έναν οιονεί τεκµαρτό µισθό), οι οποίες θα «δείχνουν» και το ανταποδοτικό µέρος της σύνταξης. Ειδική µέριµνα ενσωµατώνεται στο νέο σύστηµα για τους νέους επιστήµονες µε επαγγελµατική δραστηριότητα έως πέντε ετών.

Όπως συµβαίνει και στο ισχύον σήµερα σύστηµα, οι νέοι επαγγελµατίες θα έχουν ευνοϊκή µεταχείριση µε χαµηλότερα ασφάλιστρα, µε στόχο τη στήριξη στα πρώτα επαγγελµατικά τους βήµατα.

Η µία από τις επτά ασφαλιστικές κατηγορίες αναµένεται να είναι χαµηλότερη της ελάχιστης και θα αφορά µόνο τους νέους επιστήµονες. Ειδικά ασφάλιστρα, εντός, όµως, της ίδιας λογικής – σταθερά ποσά ελεύθερης επιλογής – αναµένεται να ισχύουν και για τους αγρότες, οι οποίοι σήµερα εισφοροδοτούνται µε το 12% του εισοδήµατός τους (έναντι 13,33% για ελεύθερους επαγγελµατίες και αυτοαπασχολούµενους) και κατ’ ελάχιστον µε το 18% του 70% του κατώτατου µισθού (82 ευρώ). Αντίστοιχα, οι επαγγελµατίες (πρ. ΟΑΕΕ και πρ. ΕΤΑΑ) εισφοροδοτούνται µε το 13,33% του εισοδήµατός τους µόνο για σύνταξη, συν 6,95% για υγεία, συν 10 ευρώ υπέρ ανεργίας και κατ’ ελάχιστον µε το 26,95% του κατώτατου µισθού για σύνταξη και υγεία συν 10 ευρώ υπέρ ΟΑΕ∆ (185,18 ευρώ).

Κουµπαράς για τα νέα ασφάλιστρα οι µειώσεις φόρου

Όπως εξηγούν στην εφημερίδα αρµόδια στελέχη, η διαµόρφωση των καινούργιων, σταθερών ασφαλίστρων συνδέεται και µε τις νέες κλίµακες που προβλέπει το φορολογικό νοµοσχέδιο για όσους δηλώνουν έως 10.000 ευρώ ετήσιο εισόδηµα.

Στο πλαίσιο αυτό, αξιωµατούχοι του υπουργείου Εργασίας και ειδικοί καταλήγουν στο συµπέρασµα πως όλοι οι µη µισθωτοί θα είναι εντέλει ωφεληµένοι µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο από το 2020 και µετά, στο συνδυαστικό βάρος φόρων και εισφορών. Ακόµη κι αν αυξηθεί δηλαδή η ελάχιστη εισφορά, η νέα φορολογική κλίµακα θα οδηγεί τελικά όλους σε ωφέλεια. Στο νέο καθεστώς ο εισαγωγικός φορολογικός συντελεστής µειώνεται για όσους δηλώνουν ετήσιο εισόδηµα έως 10.000 ευρώ από το 22% στο 9%.

Η µείωση αυτή των 13 ποσοστιαίων µονάδων µεταφράζεται, σύµφωνα µε τους ειδικούς, σε µια ετήσια µείωση φόρου έως και 1.300 ευρώ, δηλαδή έως 108,33 ευρώ τον µήνα. Συνεπώς, η όποια επιβάρυνση προκύπτει από την µικρή αύξηση της ελάχιστης ασφαλιστικής υποχρέωσης για τα εν λόγω εισοδήµατα υπερκαλύπτεται από τη σηµαντική µείωση των φορολογικών βαρών, τονίζουν έµπειρα στελέχη του υπουργείου Εργασίας. Σήµερα, η πλειονότητα των ελεύθερων επαγγελµατιών, και µάλιστα σε ποσοστό κοντά στο 80%, δηλώνει ετήσιο εισόδηµα έως 7.800 ευρώ, καταβάλλοντας τις ελάχιστες εισφορές των 185,18 ευρώ τον µήνα.

Όπως άλλωστε παραδέχονται ειδικοί, η σύνδεση των ασφαλίστρων (αρχικά στο 20%) µε το δηλωθέν εισόδηµα οδήγησε σε απόκρυψη εισοδηµάτων και αύξηση της φοροδιαφυγής, χωρίς ταυτόχρονα να αυξάνει σηµαντικά την εισπραξιµότητα των εισφορών. ∆εν θεωρείται τυχαίο πως τα έσοδα του ΕΦΚΑ από τους µη µισθωτούς βαίνουν µειούµενα την τελευταία 3ετία. Το 2017 (πρώτη χρονιά εφαρµογής του συστήµατος) εισπράχθηκαν συνολικά 1,744 δισ. από τους µη µισθωτούς. Το 2018 οι εισπράξεις έπεσαν στα 1,5 δισ., ενώ φέτος η πορεία του 8µήνου «δείχνει» τελικές εισπράξεις κοντά στα 1,3 δισ. ευρώ. Η µείωση των εισφορών για κύρια σύνταξη από 20% στο 13,3% το 2019 δεν αποδίδει τα αναµενόµενα, σύµφωνα µε υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Εργασίας.

Αύξηση εισπραξιμότητας

Ενώ υπήρχε η εκτίµηση πως θα αυξηθεί η εισπραξιµότητα και θα φτάσει στο 80%- 85%, τελικά παραµένει ως είχε και τα προηγούµενα έτη, κοντά στο 60%. Χαρακτηριστικό είναι πως τους πρώτους οκτώ µήνες του 2019 εισπράχθηκαν συνολικά 6,57 δισ. ευρώ από εισφορές περίπου 4 εκατ. ασφαλισµένων. Από τους µη µισθωτούς, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 35% των ασφαλισµένων της χώρας, προέρχονται τα 901 εκατ. ευρώ, δηλαδή το 13% των εσόδων από εισφορές.

Πέρυσι, τους πρώτους οκτώ µήνες είχαν αντίστοιχα εισπραχθεί 978 εκατ. ευρώ. Με το νέο σύστηµα των σταθερών ποσών, στο υπουργείο Εργασίας προσδοκούν σε αύξηση της εισπραξιµότητας.

via

Όλη η επικαιρότητα