Όλα τα επίκαιρα και διαχρονικά ζητήματα που απασχολούν την ελληνική δικαιοσύνη συζητήθηκαν στην συνεδρίαση της Συντονιστικής Επιτροπής της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, που συνεδρίασε στις 20 Ιουλίου 2023 στην Κατερίνη, με την παρουσία του Υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη.
Η Συντονιστική Επιτροπή, με αφορμή την πρώτη παρουσία του νέου Υπουργού Δικαιοσύνης σε συνεδρίαση θεσμικού οργάνου του δικηγορικού σώματος, έθεσε σε γνώση του κ. Φλωρίδη τις διαχρονικές θέσεις των δικηγόρων και τις πάγιες διεκδικήσεις τους, σε μια συνεδρίαση που διήρκησε για περισσότερες από έξι ώρας, όπου αναλύθηκε η κάθε πτυχή των προβλημάτων και των δομών της ελληνικής δικαιοσύνης.
Όσον αφορά τις διεκδικήσεις που τέθηκαν σε γνώση του Υπουργού Δικαιοσύνης, σε ανακοίνωσή της η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας ανέφερε ότι :
«Η κατάσταση στην ελληνική δικαιοσύνη και στη δικηγορία έχει φθάσει σε οριακό σημείο και επιβάλλεται η λήψη άμεσων και αποτελεσματικών αποφάσεων.
Ειδικότερα:
1.Η ταχεία και ορθή απονομή της Δικαιοσύνης αποτελεί πρόταγμα για κάθε δημοκρατική πολιτεία και αναγκαία συνθήκη για την ουσιαστική διασφάλιση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας των πολιτών. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι παθογένειες που παρατηρούνται, να βελτιωθούν δικονομικές ρυθμίσεις ιδίως ως προς νέα τακτική, να υπάρξει ουσιαστική επιθεώρηση των Δικαστηρίων και να γίνουν άμεσα προσλήψεις δικαστικών υπαλλήλων.
2. Η ορθή άσκηση του λειτουργήματος του δικηγόρου προϋποθέτει την ανεξαρτησία του δικηγόρου και την προάσπιση της αξιοπρέπειάς του. Είναι προφανές ότι θα πρέπει να επανεξεταστούν διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του και της διεύρυνσης του έργου του.
Στο πλαίσιο αυτό, η θεσμοθέτηση υποχρεωτικής παράστασης, άλλως, του πιστοποιητικού ελέγχου συνδρομής νομικών προϋποθέσεων (νομικού ελέγχου) στις εμπράγματες δικαιοπραξίες, καθώς και σε ορισμένες κατηγορίες ενοχικών συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου, οι αποδοχές κληρονομίας, οι προσημειώσεις μπορούν να ανατεθούν σε δικηγόρους.
3. Πάγια διεκδίκηση αποτελεί η επίλυση των οικονομικών αιτημάτων του κλάδου που συνδέονται και με την ανεξαρτησία και αξιοπρέπειά του Στο πλαίσιο αυτό, διεκδικούμε: – Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος – Επέκταση της απαλλαγής από το ΦΠΑ μέχρι του ποσού των 25.000 ευρώ. (Σημειώνεται ότι είναι η ΜΟΝΗ μνημονιακή υποχρέωση, που δεν έχει υλοποιήσει η ελληνική Πολιτεία) – Κατάργηση, άλλως, μείωση του ΦΠΑ στις δικαστηριακές υπηρεσίες – Επίλυση των θεμάτων των εμμίσθων δικηγόρων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. – Άμεση επαναρτίωση του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας του ΟΑΕΔ του ν. 3986/2011, με την απόδοση των οφειλομένων ποσών από τον e-ΕΦΚΑ
4. Η Νομική Βοήθεια αποτελεί σημαντικό θεσμό στην απονομή της Δικαιοσύνης, που επιτρέπει την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη των οικονομικά αδύναμων πολιτών και πρέπει να ενισχυθεί ουσιαστικά. Ως προς την καταβολή των αποζημιώσεων των δικαιούχων δικηγόρων νομικής βοήθειας, έχουν γίνει σημαντικά βήματα, το πρόβλημα όμως αυτό θα πρέπει να επιλυθεί οριστικά για το σύνολο των αποζημιώσεων και το σύνολο των δικαιούχων.
5. Ως προς το νέο δικαστικό χάρτη, πάγια θέση του δικηγορικού σώματος είναι ότι, τα προβλήματα στην απονομή της Δικαιοσύνης δεν επιλύονται με την κατάργηση ή συγχώνευση δικαστικών σχηματισμών αλλά με τον εκσυγχρονισμό και την ενοποίηση των δικονομικών κανόνων, την αύξηση της χρηματοδότησης, τη δημιουργία υλικοτεχνικών υποδομών και τις προσλήψεις δικαστικών υπαλλήλων.
6. Η κατάσταση στα Υποθηκοφυλακεία και τα Κτηματολογικά γραφεία παραπέμπει σε συνθήκες τριτοκοσμικών χωρών και δεν περιποιεί τιμή σε κανέναν. Πέραν της απίστευτης ταλαιπωρίας που υφίστανται οι εμπλεκόμενοι δικηγόροι και πολίτες, δημιουργούνται και σοβαροί κίνδυνοι απώλειας δικαιωμάτων, που δεν μπορούν να γίνονται ανεκτοί στο σύγχρονο κράτος δικαίου.
7. Το δικηγορικό σώμα διεκδικεί την κατάργηση, άλλως, την τροποποίηση της διάταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 187 ΠΚ για τους λόγους που, κατ’ επανάληψη, έχει επισημάνει».
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης άκουσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις θέσεις του δικηγορικού σώματος, παρουσίασε τους άξονες της πολιτικής του στην κατεύθυνση της επιτάχυνσης της απονομής της Δικαιοσύνης, της μεταφοράς ύλης από τα δικαστήρια, τον νέο δικαστικό χάρτη και θα βρίσκεται σε διαρκή διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους φορείς στην απονομή της Δικαιοσύνης για την οριστικοποίηση των σχετικών αποφάσεων.
Παράλληλα, ο κ. Φλωρίδης αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες που πρόκειται να λάβει, ζήτησε από τους παριστάμενους προέδρους των Δικηγορικών Συλλόγων την συνδρομή τους και τις προτάσεις τους άκουσε όσα του είπαν και με βάση αυτά θα διαμορφώσει τις προτάσεις του. Το επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται να ξεκινήσει να εκτυλίσσεται μια σειρά από πρωτοβουλίες και ενέργειες προς την κατεύθυνση αυτή.
«Όχι» στο «δικαστικό Καλλικράτη»
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι από την πλευρά του κ. Φλωρίδη αποσαφηνίστηκε ότι δεν γίνεται πλέον κουβέντα για τον «δικαστικό Καλλικράτη» μιας και οι εξαγγελίες που είχαν γίνει τους προηγούμενους μήνες από την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης είχαν δημιουργήσει εύλογο προβληματισμό σε ολόκληρη τη χώρα και σε δικαστικούς σχηματισμούς, ότι επίκειται η κατάργησή τους. Ο νέος υπουργός ήταν έντονα αρνητικός στη χρησιμοποίηση ακόμα και του συγκεκριμένου όρου και αντιθέτως τόνισε ότι εκείνο που εξετάζεται στο πλαίσιο μιας καλύτερης οργάνωσης του δικαστικού χάρτη της χώρας είναι η ανακατανομή των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών, στο πλαίσιο των δικαστικών μηχανισμών, ώστε να είναι πιο αποτελεσματική η αξιοποίησή τους και να χρησιμοποιούνται με βάση τις ανάγκες που υπάρχουν και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κάθε δικαστικός σχηματισμός.
Ένα από τα σενάρια που εξετάζονται είναι η αξιοποίηση του μεγάλου αριθμού Ειρηνοδικών που έχουν προσληφθεί τα τελευταία χρόνια με σκοπό τη διεκπεραίωση των υποθέσεων του «νόμου Κατσέλη» και η μεταφορά ενός όγκου δουλειάς στα Ειρηνοδικεία.
Όσον αφορά τα ποινικά δικαστήρια, εξετάζεται το πώς θα γίνει πιο αποτελεσματική η ποινική προδικασία (σ.σ. η διαδικασία που μεσολαβεί από την άσκηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα και τερματίζεται με την οριστική παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο ή την απαλλαγή του χωρίς δίκη), ώστε να μη χρειάζεται να φτάσουν στο ακροατήριο μια σειρά από ποινικές υποθέσεις οι οποίες είναι εξ΄ αρχής σαφές ότι δεν έχουν κάποια βασιμότητα. Στην κατεύθυνση αυτή ο Γιώργος Φλωρίδης σκοπεύει να ενθαρρύνει τους Εισαγγελείς στη αρχειοθέτηση υποθέσεων, όταν διαπιστώνουν πως δεν υπάρχουν ενδείξεις τέλεσης κάποιου ποινικού αδικήματος.
Παράλληλα, Ανέφερε ότι σκέφτεται να καθιερώσει την επιβολή μεγάλου ύψους δικαστικών ποινών και γενικώς χρηματικών ποινών ως κυρώσεις σε αυτούς που καταθέτουν μηνύσεις οι οποίες είναι παντελώς αβάσιμες ή γενικώς προσφεύγουν στη δικαιοσύνη, χωρίς τελικά να αποδεικνύεται ότι υπήρχε σοβαρός λόγος. Πάντως, στο ζήτημα αυτό οι πρόεδροι των Δικηγορικών Συλλόγων εξέφρασαν τις επιφυλάξεις τους.
«Κατά περίπτωση η αντιμετώπιση του προβλήματος»
Στην συνεδρίαση συμμετείχε και ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας Δημήτρης Δημητρουλόπουλος, ο οποίος με αφορμή και το ζήτημα της καθυστέρησης της απονομής δικαιοσύνης, μίλησε στην εφ. «Πατρίς» επισημαίνοντας πως το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στο Πρωτοδικείου Αθηνών, λόγω του μεγάλου όγκου των υποθέσεων και του πληθυσμού, προσθέτοντας πως στα υπόλοιπα Πρωτοδικεία της χώρας οι υποθέσεις εκδικάζονται με μια ικανοποιητική ταχύτητα.
«Το ζήτημα της καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα το οποίο έχει απασχολήσει επί πάρα πολλά χρόνια όλους τους θεσμούς και τους μηχανισμούς που λειτουργούν στο πλαίσιο της ελληνικής δικαιοσύνης. Τα στατιστικά στοιχεία τα οποία υπάρχουν είναι πραγματικά πολύ δυσοίωνα και δείχνουν ότι η Ελλάδα κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις όσον αφορά την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης και αυτό θεωρείται ότι είναι ένα από τα μειονεκτήματα γενικότερα της ελληνικής πολιτείας και συντελεί και στη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης. Ωστόσο, για να είμαστε ακριβείς το πρόβλημα αυτό δεν εκδηλώνεται με ενιαίο τρόπο σε ολόκληρη τη χώρα και δεν έχει τις ίδιες διαστάσεις στην Αθήνα και στην ελληνική περιφέρεια. Το πρόβλημα εκδηλώνεται με δραματικό τρόπο στην Αθήνα, όπου πράγματι υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες αδίκαστες υποθέσεις, οι οποίες εκκρεμούν και αναμένουν χρόνια να φτάσει η στιγμή της εκδίκασής τους. Πολύ δε περισσότερο η στιγμή που θα καταστούν τελεσίδικες ή αμετάκλητες. Αντιθέτως, σε όλη την υπόλοιπη ελληνική περιφέρεια οι ρυθμοί είναι πιο σύντομοι. Στα Πρωτοδικεία της χώρας οι υποθέσεις πλέον εκδικάζονται με μια ικανοποιητική ταχύτητα ώστε να μη θεωρείται ότι το πρόβλημα το οποίο προκαλείται είναι τόσο σοβαρό και να χρειάζεται δραστικές παρεμβάσεις. Για αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί κατά περίπτωση γιατί η ενιαία προσέγγιση του θέματος, τόσο για την Αθήνα όσο και για την περιφέρεια, έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε λανθασμένες επιλογές.
Όλες τις προηγούμενες δεκαετίες, όλοι οι Υπουργοί Δικαιοσύνης έφεραν νομοσχέδια με σκοπό την επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης, τα περισσότερα εκ των οποίων απέτυχαν παταγωδώς ή είχαν πολύ περιορισμένα αποτελέσματα. Θα πρέπει πρώτα από όλα να αντιμετωπιστεί από την πολιτεία το ζήτημα του τεράστιου Πρωτοδικείου της Αθήνας, που αντιστοιχεί σε πέντε εκατομμύρια κατοίκους, όπου συγκεντρώνονται οι περισσότερες και σοβαρότερες υποθέσεις της χώρα και από το οποίο αντλούνται όλα τα στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα περί καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης. Στη υπόλοιπη περιφέρεια, με στοχευμένες παρεμβάσεις οι οποίες έχουν να κάνουν με την ορθολογική κατανομή των δικαστικών λειτουργών και στην στελέχωση των δικαστικών υπηρεσιών το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς να χρειάζεται δραστικές λύσεις».
Όσον αφορά τη συνάντηση με τον κ. Φλωρίδη και την συζήτηση που έγινε πάνω στο ζήτημα αυτό ο κ. Δημητρουλόπουλος δήλωσε ότι «η συνάντηση με τον υπουργό μας δημιούργησε την προσδοκία πως κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνσης, διότι έχει πλήρη επίγνωση του προβλήματος και το γεγονός ότι ήταν ένας μάχιμος δικηγόρος ότι έχει διατελέσει πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου σημαίνει ότι έχει μια εμπειρία και γνώση των προβλημάτων αυτών, την οποία θεωρούμαι ότι θα αξιοποιήσει ώστε από κοινού να αναζητήσουμε τις βέλτιστες λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού ή έστω για να τεθούν οι βάσεις για την αντιμετώπισή του σταδιακά».
«Πρόσληψη περισσότερων Εισαγγελικών Λειτουργών ώστε να αποσυμφορηθούν οι δύο υπηρετούντες»
Το γεγονός ότι το πρόβλημα κυρίως εντοπίζεται στα μεγάλα Πρωτοδικεία αφού εκεί ο όγκος των ποινικών υποθέσεων είναι τεράστιος και ο αριθμός των Εισαγγελικών λειτουργών πολύ μικρός για να αντιμετωπίσουν τον όγκο των δικογραφιών, επεσήμανε με δηλώσεις του στην εφ. «Πατρίς» και ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αμαλιάδας Θανάσης Θεοδόσης.
«Το μόνιμο ‘’πρόβλημα’’ στην Δικαιοσύνη εστιάζεται όλα τα χρόνια που θυμάμαι τον εαυτό μου σαν δικηγόρο στην βραδύτητα της απονομής της και στον τρόπο λειτουργίας του όλου μηχανισμού αυτής. Πλείστες όσες αλλαγές και τροποποιήσεις του Κώδικα και του Κανονισμού λειτουργίας έχουν γίνει, αλλά πάντοτε βρισκόμαστε στο ίδιο παρανομαστή. Είναι αυτό που αναφέρει ο ποιητής «όλα τριγύρω μου αλλάζουν και όλα τα ίδια μένουν». Στόχος των εκάστοτε Υπουργών της Δικαιοσύνης και της Ανώτατης ηγεσίας του Αρείου Πάγου ήταν να ευρεθεί επιτέλους ένας τρόπος για την γρήγορη, άμεση και συνάμα αποτελεσματική λειτουργία απονομής του δικαίου και κυρίως του ποινικού δικαίου που εστιάζει στην γρήγορη επιδίκαση των ποινικών υποθέσεων (πλημ/τα, κακουργήματα). Το πρόβλημα κυρίως εντοπίζεται στα μεγάλα Πρωτοδικεία (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Πάτρα κ.α.), αφού εκεί ο όγκος των ποινικών υποθέσεων είναι τεράστιος και ο αριθμός των Εισαγγελικών λειτουργών πολύ μικρός για να αντιμετωπίσουν τον όγκο των δικογραφιών. Στα μικρότερα Πρωτοδικεία είναι θα έλεγα υποφερτή η κατάσταση, αλλά και πάλι ο ρυθμός εξακολουθεί να παραμένει αργόσυρτος, δεδομένου και των προβλεπομένων δικονομικών δικαιωμάτων των κατηγορουμένων και των πολιτικών εναγόντων.
Αναφορικά τώρα με την Εισαγγελία της Αμαλιάδας μπορώ να πω ότι βρίσκεται σε μία υποφερτή κατάσταση ο ρυθμός κίνησης των ποινικών δικογραφιών και τούτο οφείλεται στον μεγάλο αριθμό των μηνύσεων και γενικά των ποινικών δικογραφιών, αλλά και στο γεγονός ότι υπάρχουν ως υπηρετούντες μόνο μία Εισαγγελέας και μία Αντιεισαγγελέας. Ειδικότερα κατατίθενται κάθε έτος περίπου 3.000 μηνύσεις-εγκλήσεις το σύνολο σχεδόν των οποίων παίρνουν τον δρόμο των ακροατηρίων, αφού προϋπάρχει στο μεταξύ η προβλεπόμενη διαδικασία της προανάκρισης, της κύριας ανάκρισης και σε πολλές υποθέσεις κακουργηματικού χαρακτήρα οι διαδικασίες του Συμβουλίου Πλημ/κών και ακολουθεί ανάλογα η παραπομπή ή η αρχειοθέτηση της όλης υπόθεσης. Πέραν των ως άνω μηνύσεων και εγκλήσεων υπάρχουν κατά μέσο όρο 100 βουλεύματα, αντίστοιχες προτάσεις και διατάξεις ως και μεγάλος αριθμός αυτοφώρων διαδικασιών (30-50 κάθε μήνα κατά μέσο όρο). Υπόψιν ότι το Πρωτοδικείο Αμαλιάδας καλύπτει ολόκληρη τη βόρεια Ηλεία στην οποία υπάρχουν πολλές ομάδες αλλοδαπών και κυρίως υπάρχει έντονη παραβατικότητα και λόγω του γεγονότος ότι είναι σημείο διέλευσης προς τα νησιά του Ιονίου.
Ο τρόπος κατά την άποψή μου της επίτευξης γρήγορης απονομής της Δικαιοσύνης (ποινικές κυρίως υποθέσεις) θα πρέπει να εστιάσει στα εξής σημεία:
1.Στην πρόσληψη περισσότερων Εισαγγελικών Λειτουργών ώστε να αποσυμφορηθούν οι δύο υπηρετούντες.
2.Στην διαδικασία της αρχειοθέτησης περισσότερων υποθέσεων κατ’ εφαρμογή των άρθρων 47, 48, 49 και 50ν του ΚΠοινΔ (με βάση το δημόσιο συμφέρον και την μη ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής). Θεωρώ ότι σε πολλές περιπτώσεις υποθέσεων απαιτείται μεγαλύτερη «τόλμη» από πλευράς των αρμόδιων Εισαγγελικών Αρχών και του Συμβουλίου Πλημ/κών, ώστε πολλές υποθέσεις να τίθενται στο αρχείο.
3.Στην μεγαλύτερη εφαρμογή έκδοσης απαλλακτικών βουλευμάτων κατά το άρθρο 137 ΚΠοινΔ.
4.Στην πληρέστερη και πλέον πρακτική εφαρμογή του θεσμού της Ποινικής Συνδιαλλαγής (άρθρο 301 ΚΠοινΔ), έναν πρόσφατο εισαχθέντα θεσμό, ο οποίος όμως δεν έχει μέχρι σήμερα «περπατήσει» ικανοποιητικά (έχουμε μεγάλο μερίδιο ευθύνης στο κομμάτι αυτό και εμείς οι δικηγόροι).
5.Στην απλοποίηση του δικαίου των κανόνων εφαρμογής των διατάξεων του ΚΠοινΔ, ώστε η όλη διαδικασία να συντομεύσει σε προθεσμίες, χρόνους ενδίκων μέσων και ενστάσεων.
6.Τέλος, να υπάρξει ένας ικανός περιορισμός στον τρόπο αναβολών των υποθέσεων.
Θεωρώ ότι η προσπάθεια μείωσης των ποινικών υποθέσεων με τις κατά καιρούς υπουργικές αποφάσεις για την αρχειοθέτηση υποθέσεων στις οποίες το ύψος των προβλεπόμενων ποινών δεν ξεπερνά τα 2 έτη ή το 1 έτος είναι τουλάχιστον «αστείος» για να μην πω τραγικός (Ν. 111/2016, Ν. 4689/2020).
Είναι προς το συμφέρον όλων των παραγόντων της δίκης η ταχύρρυθμη απονομή της δικαιοσύνης, στοιχείο απαραίτητο για την ευνομία και την καλή εικόνα προς τα έξω ολόκληρης της χώρας που θέλει να αντιμετωπίζεται ως σύγχρονο κράτος δικαίου!».