Categories: Οικονομία

Τράπεζες: Επιθετική αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ

Share

Επιθετικότερη του 0,50% εκτιμούν τα εγχώρια τραπεζικά επιτελεία την σημερινή κίνηση της ΕΚΤ στο μέτωπο των επιτοκίων.

Η αύξηση της μισής ποσοστιαίας μονάδας στην οποία προχώρησε η ΕΚΤ τον Ιούλιο, ύστερα από 11 χρόνια συνεχούς πτωτικής πορείας των επιτοκίων, εκτιμάται ότι θα ξεπεραστεί με τις σημερινές αποφάσεις του Διοικητικού της Συμβουλίου και θα φτάσει στο 0,75%. Μάλιστα ακούγονται και ακόμη πιο τολμηρές φωνές που δεν αποκλείουν αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ ακόμα και κατά μία ποσοστιαία μονάδα, προκειμένου να «χτυπηθεί» ο πληθωρισμός που συνεχίζει να καλπάζει στη σκιά της κλιμακούμενης ενεργειακής κρίσης kai αναρριχήθηκε στο 9,1% τον Αύγουστο στην Ευρωζώνη.

Με την σημερινή δεύτερη κίνηση της ΕΚΤ, το βασικό επιτόκιο εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 1,25% ή ακόμη και 1,50% αν υλοποιηθεί το επιθετικότερο σενάριο για αύξηση μίας μονάδας. Οι τραπεζίτες αναμένουν, μέχρι το τέλος του έτους, μία ακόμη αύξηση επιτοκίων της τάξεως του 0,50% και συνέχεια του ανοδικού κύκλου και το 2023, με πλαφόν, ωστόσο, επιτόκιο 3,50% στο τέλος του 2023 (αντιστοίχως για τα αμερικανικά επιτόκια, οι τραπεζίτες αναμένουν το ταβάνι για το επιτόκιο της FED στο 4% – 4,50%).

50 ευρώ αύξηση της δόσης των δανείων

Τραπεζικές πηγές επισημαίνουν στο NEWS 24/7 ότι την αύξηση των επιτοκίων βιώνουν ήδη οι δανειολήπτες, αφού η επίπτωση της πρώτης κίνησης της ΕΚΤ έφερε αύξηση της μηνιαίας δόσης στα στεγαστικά δάνεια έως κατά 25 ευρώ. Η επικείμενη δεύτερη αύξηση επιτοκίων θα διπλασιάσει το ποσό αυτό, αλλά παράλληλα, θα περάσει και στις καταθέσεις, με τους αποταμιευτές να καρπώνονται ένα μέρος της ανόδου των επιτοκίων.

Οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι από τις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά την διάρκεια του 2022, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αναμένεται να ενισχύσουν τα έσοδα από τόκους κατά 1 έως και 1,2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση με έμφαση από το δ’ τρίμηνο του έτους και μετά, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια γενναία ενίσχυση της κερδοφορίας τους.

Αναλυτικότερα η αύξηση των επιτοκίων τον Ιούνιο μεταφράζεται σε άνοδο της δόσης ενός μέσου στεγαστικού δανείου 100.000 ευρώ σε 25 ευρώ τον μήνα με βάση την άνοδο κατά 0,50 ποσοστιαία μονάδα, η οποία όμως φτάνει τα 50 ευρώ τον μήνα στην προοπτική της ανόδου κατά 1 μονάδα, που σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις θεωρείται δεδομένη.

Ηδη το euribor 3μήνου βάσει του οποίου τιμολογείται η πλειονότητα των δανείων έχει περάσει σε θετικό έδαφος από τα μέσα Ιουλίου, αποτυπώνοντας την ανοδική τάση που είχε προαναγγείλει η ΕΚΤ. Οι αγορές προεξοφλούν περαιτέρω ανοδική τάση στο 1% έως τα τέλη Σεπτεμβρίου και στο 1,8% έως το τέλος του χρόνου, προσθέτοντας έναν ακόμη βρόχο στο αυξημένο κόστος διαβίωσης των νοικοκυριών και λειτουργίας των επιχειρήσεων.

Η πρώτη αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ μετά από 11 χρόνια σηματοδοτεί το τέλος των αρνητικών επιτοκίων που λειτούργησαν ως ανάχωμα την προηγούμενη 10ετία της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, αλλά, όπως εξηγούν αρμόδια τραπεζικά στελέχη, το κόστος χρήματος με βάση ιστορικά δεδομένα θεωρείται φθηνό ακόμα και αν η άνοδος αγγίξει τη 1,5 μονάδα.

Ειδικότερα, το σταθερό επιτόκιο δεκαετίας από τα επίπεδα του 3% βρίσκεται πλέον σε επίπεδα γύρω από το 3,40%-3,50%, στη 15ετία έχει αυξηθεί από 3,3% στο 3,7% – 3,8%, ενώ για μεγαλύτερες διάρκειες φτάνει ακόμη και το 4,4%.

Οι συμπληγάδες νοικοκυριών και επιχειρήσεων

Παρά όμως το γεγονός ότι τα σταθερά επιτόκια στεγαστικών δανείων παραμένουν ελκυστικά, το πρόβλημα εντοπίζεται στον υψηλό πληθωρισμό που «τρώει» αγοραστική δύναμη οριζόντια και σε συνδυασμό με την άνοδο των επιτοκίων μπορεί να λειτουργήσει ασφυκτικά για σημαντική μερίδα νοικοκυριών ή επιχειρήσεων που λειτουργούν στο όριο της κάλυψης των αναγκών τους.

Πηγές από την αγορά εντοπίζουν το πρόβλημα της αύξησης του κόστους χρήματος κυρίως στις επιχειρήσεις και δη στις μικρές και στις μικρομεσαίες, που επιβιώνουν οριακά.

Με δεδομένο, ωστόσο, ότι η άνοδος του πληθωρισμού δημιουργεί πρόσθετες ανάγκες δανειοδότησης για κεφάλαια κίνησης αλλά και για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων, η άνοδος των επιτοκίων θα γίνει αισθητή για όλες τις επιχειρήσεις, με τη διαφορά ότι οι μεγάλες θα επωφεληθούν από τα χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης που οδηγούν στη μείωση του κόστους δανεισμού περίπου στο μισό.

Στον αντίποδα είναι η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων, που θα δουν το κόστος να αυξάνεται σε συνδυασμό με την πτώση των πωλήσεών τους. Ενδεικτικό είναι ότι για τις μικρές επιχειρήσεις με ένα μέσο υπόλοιπο δανείου περίπου 200.000 ευρώ, η άνοδος μεταφράζεται σε αύξηση της μηνιαίας δόσης από 50 έως και 100 ευρώ, που πολλαπλασιάζεται φυσικά ανάλογα με το ύψος της πίστωσης που έχει.

Πηγή: news247.gr